Αλλεργίες της άνοιξης: Ρινίτιδα

Ο όρος αλλεργία περιγράφει την κατάσταση εκείνη κατά την οποία ο οργανισμός λόγω της εισόδου μιας κατά τα άλλα αθώας ουσίας όπως είναι η γύρη ενός φυτού, μπορεί να αντιδράσει έντονα και παθολογικά, αν δεχτεί έστω και την ελάχιστη ποσότητα αυτής της ουσίας. Αλλεργία  σημαίνει ετυμολογικά άλλο έργο. Αποτελεί δηλαδή μια παρέκκλιση από τη φυσιολογική κατάσταση ενός ανθρώπου. Κύριοι πρωταγωνιστές των αλλεργικών αντιδράσεων είναι το αλλεργιογόνο (αντιγόνο) και το αντίστοιχό του αντίσωμα. Τα αλλεργιογόνα είναι χημικές ενώσεις που εισέρχονται στο ανθρώπινο σώμα από διάφορες πηγές, όπως είναι ο αέρας, η τροφή, τα φάρμακα, οι χημικές ουσίες κ.ά.

Ο οργανισμός μετά την πρώτη είσοδο του αλλεργιογόνου αρχίζει να παράγει τα πρώτα αντισώματα. Εντούτοις έχει “μνήμη”, θυμάται δηλαδή την ξένη ουσία-εισβολέα, με αποτέλεσμα κατά τη νέα είσοδό της να την αναγνωρίζει και να αντιδρά. Η αντίδρασή του εκδηλώνεται με τη νέα και εντονότερη παραγωγή αντισωμάτων. Τα ειδικά αντισώματα αντιδρούν με τα αντιγόνα και εφαρμόζουν σε αυτά όπως ένα κλειδί στην κλειδαριά και η κατάληξη είναι η εκδήλωση των αλλεργικών αντιδράσεων.

Στην Ελλάδα, λόγω της αυξημένης κυκλοφορίας της γύρεως στην ατμόσφαιρα και άλλων αλλεργιογόνων κατά την άνοιξη, οι αλλεργίες είναι ιδιαίτερα συχνές κατά την εαρινή περίοδο. Οι συνήθεις αλλεργίες της άνοιξης, διαιρούνται σε αλλεργική ρινίτιδα, κνίδωση και αγγειοίδημα, άσθμα, επιπεφυκίτιδα, αναφυλαξία.

Αλλεργική ρινίτιδα

Η αλλεργική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται από φτάρνισμα, μπούκωμα, έκκριση από τη μύτη, φαγούρα και δακρύρροια. Εμφανίζεται συχνά σε ατοπικά άτομα, δηλαδή άτομα με οικογενειακό ιστορικό σχετικών αλλεργιών. Η εποχική αλλεργική ρινίτιδα, έχει εποχικό χαρακτήρα και οφείλεται σε αλλεργιογόνα που αφορούν συγκεκριμένη εποχή όπως είναι η αλλεργική ρινίτιδα που προκαλείται από την γύρη κατά την περίοδο της ανθοφορίας την άνοιξη. Η χρόνια αλλεργική ρινίτιδα εμφανίζεται όλο τον χρόνο και οφείλεται σε αλλεργιογόνα που επιδρούν ανεξαρτήτως εποχής, όπως είναι τα ακάρεα της σκόνης και τα απολεπιζόμενα επιθηλιακά κύτταρα του δέρματος των ζώων.

Η τροφική αλλεργία είναι ασυνήθης αιτία αλλεργικής ρινίτιδας. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να επιπλακεί και με μικροβιακές ή ιογενείς επιμολύνσεις. Η μελέτη της αλλεργικής ρινίτιδας γίνεται με ειδικές εξετάσεις, η θεραπεία είναι φαρμακευτική ή με κατάλληλα spray, ενώ ‘ειδικά εμβόλια’ χορηγούνται σε σοβαρότερες περιπτώσεις.

Η αλλεργική ρινίτιδα θεωρείται σήμερα χρόνια αναπνευστική νόσος. Η επίπτωσή της παγκοσμίως κυμαίνεται από 7% έως 16% και αυξάνεται συνεχώς στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών. Παρότι δεν απειλεί άμεσα τη ζωή του ασθενούς, οι επιπτώσεις της ωστόσο στην ποιότητα ζωής του, στη φυσική και ψυχολογική του ευεξία, στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή του είναι σημαντικές και ορισμένες φορές συγκρίσιμες με αυτές του βρογχικού άσθματος. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο πιστεύεται ότι πάσχει το 23% του πληθυσμού, ωστόσο μόνο 1 στους 2 ασθενείς διαγιγνώσκεται και μόνο 1 στους 4 ασθενείς λαμβάνει σωστή θεραπεία.

Η αλλεργική ρινίτιδα συχνά εκδηλώνεται περί το τέλος της παιδικής ηλικίας, πολλές όμως περιπτώσεις εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, ή και μεταγενέστερα. Στο 60% των περιπτώσεων υπάρχει οικογενειακό ιστορικό αλλεργίας. Πέρα από τη γενετική προδιάθεση, απαιτείται και η ευαισθητοποίηση του ατόμου σε ένα ή περισσότερα αλλεργιογόνα, μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μήνες έως και χρόνια.

Αλλεργικό άσθμα

Εκδηλώνεται με παροξυσμική δύσπνοια, βήχα και συριγμό, που συνήθως εμφανίζονται κατά κρίσεις. Κατά την έναρξη της κρίσης ο ασθενής αισθάνεται συχνά συσφιγκτικό άλγος στο στήθος και υπάρχει ξηρός βήχας, ενώ η λήξη του ασθματικού παροξυσμού σηματοδοτείται με βλεννώδη απόχρεμψη και υποχώρηση του βρογχόσπασμου.

Το αλλεργικό άσθμα πολλές φορές συνυπάρχει με άλλους τύπους άσθματος, όπως το άσθμα που προκαλείται από ιούς. Το αλλεργικό άσθμα συχνά σχετίζεται με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό αλλεργικών νοσημάτων, με θετικές δερματοαντιδράσεις στη διαδερμική έγχυση παραγώγων των αεροδιαλυτών αντιγόνων ή αυξημένα επίπεδα ανοσοσφαιρίνης ΙgE στο αίμα. Εμφανίζει συχνά εποχιακή κατανομή, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που τα αλλεργιογόνα επιδρούν όλο τον χρόνο, όπως οι περιπτώσεις που οφείλονται σε πούπουλα, τρίχωμα ζώων, ακάρεα σκόνης, μύκητες. Η μελέτη του αλλεργικού άσθματος γίνεται με ειδικές εξετάσεις, η θεραπεία είναι φαρμακευτική ή με κατάλληλα spray, ενώ η ανοσοθεραπεία επιφυλάσσεται σε ειδικές περιπτώσεις.

Αλλεργική κνίδωση και αγγειοίδημα

Η αλλεργική κνίδωση και το αγγειοίδημα, είναι δερματικές αλλεργικές καταστάσεις που μπορεί να εμφανιστούν μαζί ή ξεχωριστά. Η κνίδωση αφορά μόνο την επιπολής στιβάδα του χορίου και εμφανίζεται με καλώς περιγεγραμμένους πομφούς, με ερυθηματώδη υπεγερμένα ερπητικά όρια και λευκάζοντα κέντρα. Το αγγειοίδημα είναι καλώς περιγεγραμμένο τοπικό οίδημα που αφορά τα βαθύτερα στρώματα του δέρματος συμπεριλαμβανομένου και του υποδόριου ιστού.

Παρόμοιες αλλοιώσεις μπορεί να συμβούν σε βλεννογόνιες επιφάνειες των ανώτερων αναπνευστικών οδών ή του γαστρεντερικού βλεννογόνου. Τα υποτροπιάζοντα επεισόδια μπορεί να είναι σημαντικής διάρκειας, άνω του εξαμήνου (π.χ. χρόνια κνίδωση). Η εποχική αλλεργική κνίδωση και το αγγειοίδημα που αφορούν εποχιακά αλλεργιογόνα όπως η γύρη είναι σχετικώς σπάνια σε σύγκριση με την κνίδωση και το αγγειοίδημα που εκλύονται μετά από κατανάλωση τροφίμων, όπως ορισμένων νωπών φρούτων και λαχανικών οστρακόδερμων ψαριών γαλακτοκομικών προϊόντων σοκολάτας ξηρών καρπών ή φαρμάκων. Τα συμπτώματα είναι κνησμώδη εξανθήματα. Η προσβολή της ανώτερης αναπνευστικής οδού μπορεί να οδηγήσει σε δυσχέρεια αναπνοής, ενώ του γαστρεντερικού μπορεί να εμφανίσει κοιλιακό κολικό με έμετο και ναυτία. Η θεραπεία περιλαμβάνει ειδικά φάρμακα.

Αλλεργική επιπεφυκίτιδα

Εμφανίζεται με πρήξιμο, ερυθρότητα, φαγούρα στο μάτι. Η θεραπεία περιλαμβάνει ειδικά κολλύρια ή φάρμακα.

Αναφυλαξία

Οι αναφυλακτικές αντιδράσεις στα ευαίσθητα άτομα εμφανίζονται άμεσα μετά την χορήγηση του αλλεργιογόνου, συνήθως με ένεση και σπανιότερα μετά από κατάποση και εκδηλώνονται με την ανάπτυξη αναπνευστικής δυσχέρειας, οιδήματος λάρυγγα, βρογχόσπασμου, δερματικών εξανθημάτων ακολουθούμενων συχνά από αγγειακή κατάρρευση, φαινόμενα που μπορεί να οδηγήσουν ταχέως, εντός λεπτών ή ωρών στο θάνατο. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν βήχα, βράχνιασμα, βάρος στο θώρακα, γαστρεντερικές εκδηλώσεις (όπως ναυτία, έμετο, διάρροια, κοιλιακό πόνο). Οι ουσίες που μπορεί να προκαλέσουν επικίνδυνες αναφυλακτικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν ορμόνες (π.χ. ινσουλίνη, αγγειοπιεσίνη, παραθορμόνη), ένζυμα (π.χ. θρυψίνη, χυμοθρυψίνη), εκχυλίσματα γύρης, τριχώματος ζώων, ακάρεων, τροφών (π.χ. γάλα, θαλασσινά, ξηροί καρποί, κόκκοι από δημητριακά, φασόλια, ζελατίνη), αντιορούς (π.χ. αντιλεμφοκυτταρική γ σφαιρίνη), πρωτεΐνες σχετικές με το επάγγελμα (π.χ. latex), δηλητήρια από υμενόπτερα (π.χ. μέλισσες σφήκες), πολυσακχαρίτες (π.χ. ορισμένα συντηρητικά εμβολίων), φάρμακα (π.χ. πενικιλίνη), βιταμίνες (π.χ. φυλλικό οξύ), ουσίες χρησιμοποιούμενες για διαγνωστικούς σκοπούς (πχ. ορισμένα σκιαγραφικά), χημικές ουσίες(πχ αιθυλενοξείδιο).

Οι παράγοντες της αλλεργικής ρινίτιδας

Τα άτομα που πάσχουν από αλλεργική ρινίτιδα είναι αλλεργικά στις γύρεις που αιωρούνται στον αέρα. Αυτές προέρχονται από τα ανεμόφιλα φυτά, τα πιο συνήθη από τα οποία είναι τα αγρωστώδη, τα αγριόχορτα και τα δέντρα. Αντίθετα με την άποψη που κυριαρχεί, οι πάσχοντες είναι σπάνια αλλεργικοί στα φυτά με έντονα χρώματα ή αρώματα – οι βαρύτερες, κολλώδεις γύρεις των οποίων μεταφέρονται από φυτό σε φυτό από τα έντομα.

Γύρεις των χόρτων

Ανάμεσα στα εκατοντάδες είδη χόρτων, μόνο ένας σχετικά μικρός αριθμός είναι επαρκώς διαδεδομένα και παράγουν γύρη σε αρκετά μεγάλες ποσότητες ώστε να προκαλέσουν υψηλά ατμοσφαιρικά επίπεδα κόκκων γύρης. Το λόλιον το πολυετές ή ήρα, που καλλιεργείται αποκλειστικά για βοσκή, παράγει λιγότερη γύρη από τα παραδοσιακά αγρωστώδη. Όταν η γη δεν υπόκειται σε αγροτική χρήση, τα αγρωστώδη κυριαρχούν – και, κατά συνέπεια, τα επίπεδα των κόκκων γύρης έχουν πιθανότητες να αυξηθούν. Μεταξύ των διαφόρων ειδών χόρτων υπάρχει εκτεταμένη διασταυρούμενη αντιδραστικότητα. Αν, λοιπόν, είστε αλλεργικοί σε ένα είδος, μπορεί να αντιδράσετε σε κάποιο βαθμό και σε άλλα.  Η εποχή της γύρης των χόρτων εκτείνεται από τα μέσα Μαΐου έως τα τέλη Ιουλίου, φτάνοντας στο αποκορύφωμά της μεταξύ τέλους Ιουνίου και αρχών Ιουλίου. Η ποσότητα της γύρης στον αέρα ποικίλλει από ημέρα σε ημέρα και από ώρα σε ώρα. Κάθε είδος χόρτου σκορπίζει τη δική του γύρη μία συγκεκριμένη ώρα της ημέρας. Παρόλο που τα περισσότερα είδη ανθίζουν μία φορά την ημέρα νωρίς το πρωί, ορισμένα ανθίζουν και δεύτερη φορά, αργά το απόγευμα.

Γύρεις των δέντρων

Oι πιο συνηθισμένες πηγές γύρεων είναι οι φουντουκιές, οι πλάτανοι, οι βελανιδιές, οι φτελιές, οι μελίες και οι σημύδες και η γύρη τους παράγεται την άνοιξη, λίγο αφότου βγάλουν φύλλα. Η εποχή των γύρεων των δέντρων είναι μικρότερη από εκείνη των γύρεων των χόρτων και διαρκεί από τέσσερις έως και έξι εβδομάδες, από τέλη Μαρτίου έως αρχές Μαΐου.

Γύρεις των αγριόχορτων

Στα παράλια της Μεσογείου, καθώς και στη Βόρεια Αμερική το κλίμα ευνοεί την ανάπτυξη της αμβροσίας, που είναι μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς γύρης και ένας σημαντικός εκλυτικός παράγοντας αλλεργικής ρινίτιδας. Υπάρχουν, ωστόσο, και πολλά άλλα αγριόχορτα η γύρη των οποίων μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση.

Τα φύλλα της τσουκνίδας είναι καλυμμένα με τρίχες οι οποίες εγχέουν μέσα στο δέρμα παράγοντες που απελευθερώνουν ισταμίνη, προκαλώντας τον γνωστό πόνο, κνησμό και εξανθήματα. Oι τσουκνίδες ανθίζουν στα τέλη του καλοκαιριού και το φθινόπωρο, σκορπίζοντας γύρη στον αέρα καθώς ο ήλιος λάμπει πάνω από τους νεαρούς ανθούς. Ευτυχώς, η αλλεργία στις γύρεις τους φαίνεται να είναι σχετικά ασυνήθης.

Υπάρχει, όμως, ένα άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας, η παριετάρια ή περδικάκι, που παράγει μεγάλες ποσότητες έντονα αλλεργιογόνου γύρης και αποτελεί ένα σημαντικό αίτιο εκδήλωσης συμπτωμάτων αλλεργικής ρινίτιδας στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης.

Σπόροι ελαιοκράμβης

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η εμπορική καλλιέργεια της ελαιοκράμβης έχει σημειώσει σημαντική αύξηση. Η γονιμοποίηση γίνεται εν μέρει μέσω του ανέμου και εν μέρει από τα έντομα. Παρόλο που το έντονο κίτρινο χρώμα του ανθού κάνει ιδιαίτερα προφανή την παρουσία του, λίγα άτομα είναι πραγματικά αλλεργικά στη γύρη του.

Μύκητες

Αυτοί οι σαπροφυτικοί και παρασιτικοί οργανισμοί είναι πολύ ευπροσάρμοστοι και μπορεί να αναπτυχθούν οπουδήποτε υπάρχει υγρασία και οξυγόνο. Αποτελούνται από μακριά, λεπτά νήματα που αναπτύσσονται πάνω στην επιφάνεια οργανικών υλών όπως η κοπριά, τα σάπια φρούτα και το χαλασμένο τυρί.

Cadosporium herbarum. O μύκητας αυτός παράγει ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα σπορίων και είναι ο πιο συνηθισμένος αλλεργιογόνος μύκητας. Μεταξύ Μαΐου και Oκτωβρίου, παρατηρείται ιδιαίτερα μεγάλη συγκέντρωση σπορίων, φτάνοντας μέχρι και τα 15.000 σπόρια ανά κυβικό μέτρο αέρα. O μύκητας εποικεί στα φυλλώματα και στις φυτικές ύλες, ιδίως στο χορτάρι, και τα σπόρια είναι αρκετά συνηθισμένος εκλυτικός παράγοντας αλλεργικής ρινίτιδας κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, ιδίως όταν το χορτάρι είναι κουρεμένο. Αν τα συμπτώματά σας δεν συμπίπτουν με τα επίπεδα των γύρεων των χόρτων, μπορεί να οφείλονται στον μύκητα Cadosporium.

Aternaria aternata. Αυτός είναι ένας άλλος ιδιαίτερα συνηθισμένος μύκητας, που απαντάται στην κοπριά και στο σαθρό ξύλο και αποτελεί το βασικότερο αίτιο εκδήλωσης αλλεργικών νόσων στις ΗΠΑ. Μπορεί να προκαλέσει ρινίτιδα και άσθμα το φθινόπωρο, ιδίως κατά τη διάρκεια του θερισμού.

Καιρός και ώρα της ημέρας

Νωρίς το πρωί, τα άνθη ανοίγουν και η γύρη διασκορπίζεται στον αέρα. Τις ηλιόλουστες ημέρες, καθώς η θερμοκρασία αυξάνεται, ο αέρας μεταφέρει τη γύρη προς τα πάνω μέσα από την ατμόσφαιρα, φτάνοντας μερικές φορές έως το ύψος των συννέφων.  Όταν αυτά τα ρεύματα μεταφοράς της θερμότητας κοπάσουν, καθώς η επιφάνεια της Γης δροσίζεται νωρίς το βράδυ, οι κόκκοι γύρης πέφτουν στα συγκεντρωμένα σύννεφα. Στην εξοχή, η ώρα που σημειώνεται η μέγιστη συγκέντρωση κόκκων γύρης είναι μεταξύ 5-6 το απόγευμα, ενώ στις αστικές περιοχές η μέγιστη συγκέντρωση καθυστερεί μία με δύο ώρες.

Τις ήσυχες νύχτες, η γύρη κατεβαίνει πιο χαμηλά στην ατμόσφαιρα, οδηγώντας σε μία δεύτερη μέγιστη συγκέντρωση μετά τα μεσάνυχτα. Το επαναλαμβανόμενο αυτό πρότυπο μπορεί να διαταραχθεί από μία πρωινή βροχή, που καθυστερεί το άνοιγμα των ανθέων και, αν επιμείνει, μειώνει τα επίπεδα των κόκκων γύρης.

Αυτό που μπορεί να έχει θεαματικές επιπτώσεις στα επίπεδα των αλλεργιογόνων γύρεων στον αέρα είναι οι καταιγίδες. Η υψηλή υγρασία που προηγείται της καταιγίδας κάνει τους κόκκους γύρης να εκρήγνυνται, απελευθερώνοντας εκατοντάδες μικρά σωματίδια αμύλου, που μεταφέρουν ένα από τα ισχυρότερα φυτικά αλλεργιογόνα. Στις πόλεις, τα αλλεργιογόνα μπορεί να προσκολληθούν στα μικρά σωματίδια άνθρακα που υπάρχουν στον αέρα και τα οποία οφείλονται με τη σειρά τους στις εκπομπές των πετρελαιοκίνητων μηχανών. Oι αμυλόκοκκοι ή αλλεργιογόνα, που προσκολλώνται στα σωματίδια άνθρακα, εισπνέονται άμεσα, περνώντας μέσα από τη μύτη και φτάνοντας έως τους αεραγωγούς των πνευμόνων.   Ήταν υπεύθυνοι για την αξιοσημείωτη έκρηξη άσθματος στη Βρετανία τον Ιούνιο του 1994, η οποία οδήγησε σε μία πολύ μεγάλη αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία μεταξύ των ατόμων που έπασχαν από αλλεργική ρινίτιδα χωρίς να έχουν ποτέ εκδηλώσει άσθμα έως τότε. Επιπλέον, οι καταιγίδες μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολική αύξηση των επιπέδων σπορίων ενός μύκητα που ονομάζεται Didymea exitais και ο οποίος απαντάται στα φύλλα του ώριμου κριθαριού και σιταριού.  Όταν αρχίσει η βροχόπτωση, η απελευθέρωση των σπορίων πολλαπλασιάζεται κατά 25 φορές.

Φαινόμενο θερμοκηπίου και αλλεργική ρινίτιδα

Σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης με εύκρατο κλίμα, η θερμοκρασία έχει αυξηθεί μέσα στα τελευταία 30 χρόνια έως και κατά 0,5 βαθμό Κελσίου. Αν αυτή η τάση συνεχιστεί, η ζωή των ατόμων που πάσχουν από αλλεργική ρινίτιδα θα γίνει ακόμα πιο δυσάρεστη. Η εποχή της αλλεργικής ρινίτιδας θα μεγαλώσει, με τα φυτά να ανθίζουν νωρίτερα και να συνεχίζουν να ανθίζουν μέχρι τα τέλη του φθινοπώρου. Επιπλέον, οι σημύδες θα αρχίσουν να παράγουν γύρη νωρίτερα και ορισμένα άτομα μπορεί να εκδηλώσουν αλλεργία στη γύρη από τις ελιές. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το ενδεχόμενο εξάπλωσης της αμβροσίας και σε χώρες όπου, προς το παρόν, δεν φυτρώνει, όπως η Βρετανία. Η γύρη της είναι ισχυρή και χρειάζονται λιγότεροι κόκκοι για να προκαλέσουν κρίσεις αλλεργικής ρινίτιδας. Η αμβροσία είναι μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς γύρεων και υπεύθυνη για τη σοβαρή αλλεργική ρινίτιδα που προσβάλλει πολλά άτομα στις ΗΠΑ.

Φάρμακα

Σκοπός της φαρμακοθεραπείας στην αλλεργική ρινίτιδα είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων και όχι η θεραπεία της νόσου. Έτσι ενδείκνυται κυρίως σε ρινίτιδες ήπιας προς μέτριας βαρύτητας και διάρκειας όχι μεγαλύτερης των 3-4 μηνών το χρόνο. Οι κυριότερες κατηγορίες φαρμάκων είναι:

Αντιισταμινικά. Πρόκειται για ανταγωνιστές των Η1 υποδοχέων της ισταμίνης στα κύτταρα στόχους. Επιδρούν κυρίως στα συμπτώματα της άμεσης αλλεργικής αντίδρασης (κνησμός, πταρμοί, ρινόρροια, δακρύρροια), ενώ είναι λιγότερο αποτελεσματικά στα συμπτώματα της καθυστερημένης φάσης της αλλεργικής αντίδρασης, όπως η ρινική συμφόρηση. Τα σύγχρονα, δεύτερης γενεάς αντιισταμινικά έχουν ελάχιστη ή και καθόλου κατασταλτική και αντιχολινεργική δράση, ενώ επιπλέον περιορίζουν τόσο την απελευθέρωση φλεγμονωδών μεσολαβητών, όσο και τη μετανάστευση των ηωσινοφίλων.

Ρινικά κορτικοστεροειδή. Τα ρινικά στεροειδή αποτελούν φάρμακα πρώτης επιλογής στην αντιμετώπιση της μέτριας προς σοβαρή αλλεργικής ρινίτιδας. Η δράση τους συνίσταται στην αναστολή της παραγωγής και απελευθέρωσης των μεσολαβητών και στην ελάττωση της συγκέντρωσης των φλεγμονωδών κυττάρων. Αποτελούν τα πλέον αποτελεσματικά αντιφλεγμονώδη φάρμακα, με σαφή επίδραση μεταξύ άλλων και στη ρινική συμφόρηση, υπό την προϋπόθεση όμως της τακτικής και παρατεταμένης χρήσης τους. Πρόκειται για ασφαλή σκευάσματα, χωρίς κίνδυνο καταστολής του άξονα, ακόμα και σε παρατεταμένη χορήγηση. Συχνότερη παρενέργειά τους είναι η ήπια επίσταξη σε ποσοστό 10% περίπου, ενώ η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και ο καταρράκτης αποτελούν εξαιρετικά σπάνιες παρενέργειες.

Λόγω επίδρασής τους σε διαφορετικούς παθογενετικούς μηχανισμούς, ο συνδυασμός ρινικών στεροειδών με αντιισταμινικά χρησιμοποιείται συχνά για την αντιμετώπιση ασθενών με μέτρια προς σοβαρά συμπτώματα, που δεν ανταποκρίνονται σε μεμονωμένες θεραπείες.

Συστηματικά κορτικοστεροειδή. Σπανιότερα, σε σοβαρές και ανθεκτικές στη θεραπεία περιπτώσεις, μπορούν να χρησιμοποιηθούν συστηματικά κορτικοστεροειδή, είτε σαν χάπια από το στόμα, είτε ενδομυϊκά υπό μορφή βραδείας αποδέσμευσης. Η δεύτερη αυτή μορφή σύμφωνα με ορισμένες μελέτες φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματική από την πρώτη.

Αποσυμφορητικά. Πρόκειται για α-αδρενεργικούς αγωνιστές που προκαλούν αγγειοσύσπαση και αποσυμφόρηση του ρινικού βλεννογόνου και των κογχών. Μπορούν να χορηγηθούν είτε τοπικά, είτε συστηματικά. Τα τοπικά αποσυμφορητικά (ναφαζολίνη, ξυλομεταζολίνη, φαινυλεφρίνη) δεν πρέπει να χορηγούνται για διάστημα μεγαλύτερο των 3-5 ημερών, λόγω του γνωστού κινδύνου πρόκλησης φαρμακευτικής ρινίτιδας. Αντίθετα τα συστηματικά από του στόματος αποσυμφορητικά (φαινυλοπροπανολαμίνη, ψευδοεφεδρίνη) δεν εμφανίζουν τέτοιο κίνδυνο, ωστόσο θα πρέπει να χορηγούνται με προσοχή σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, υπέρταση, διαβήτη και υπερθυρεοειδισμό, λόγω των ισχυρών συμπαθομιμητικών τους επιδράσεων.

Σταθεροποιητές μαστοκυττάρων. Τα φάρμακα αυτά, όπως το χρωμογλυκικό νάτριο και η νατριούχος νεντοκρομίλη, χρησιμοποιούνται με τη μορφή ρινικών σπρέι ως προφυλακτικά φάρμακα της αλλεργικής ρινίτιδας πριν από την έκθεση στα αλλεργιογόνα και η δράση τους είναι ήπια.

Ανταγωνιστές λευκοτριενών. Η μοντελουκάστη, ως ανταγωνιστής των υποδοχέων των λευκοτριενών, χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική θεραπεία στο βρογχικό άσθμα. Η δράση της ως μονοθεραπεία στην αλλεργική ρινίτιδα είναι ανεπαρκής, ωστόσο μελετάται η χρήση της συμπληρωματικά με τα κορτικοστεροειδή και τα αντιισταμινικά στις σοβαρότερες μορφές αλλεργικής ρινίτιδας.

Ανοσοθεραπεία

Η ανοσοθεραπεία ενδείκνυται σε ασθενείς με μέτρια προς σοβαρή εμμένουσα αλλεργική ρινίτιδα, που δεν ανταποκρίνεται στην φαρμακοθεραπεία και την αποφυγή των αλλεργιογόνων ή μπορεί να επιπλέκεται με βρογχικό άσθμα και υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του αναπνευστικού, επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής του ασθενούς. Συνίσταται στην υποδόρια χορήγηση διαλυμάτων των υπεύθυνων αλλεργιογόνων σε αυξανόμενες εβδομαδιαίες δόσεις, μέχρι μιας μέγιστης δόσης συντήρησης, η οποία χορηγείται για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα (συνήθως 3-5 χρόνια ή και περισσότερο). Σκοπός της ανοσοθεραπείας είναι ο μακροπρόθεσμος έλεγχος των αλλεργικών συμπτωμάτων κατόπιν παρέμβασης στους παθογενετικούς μηχανισμούς της άμεσης και καθυστερημένης αλλεργικής αντίδρασης, με τελικό αποτέλεσμα τη μεταβολή της φυσικής ιστορίας της νόσου.

Η ανταπόκριση στην ανοσοθεραπεία και η διάρκεια της ύφεσης των συμπτωμάτων μετά το τέλος της ποικίλλουν. Αναφέρεται ένα ποσοστό υπολειμματικής απευαισθητοποίησης περίπου 60%3. Μελέτες σε παιδιά ηλικίας 6 έως και 14 ετών με αλλεργική ρινίτιδα έδειξαν ότι αυτά που υποβλήθηκαν σε ανοσοθεραπεία είχαν σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά ανάπτυξης άσθματος από αυτά που δεν υποβλήθηκαν1.

Μειονεκτήματα της ανοσοθεραπείας είναι ο κίνδυνος τοπικών, αλλά κυρίως συστηματικών αντιδράσεων, οι οποίες ανέρχονται σε ποσοστό 5-10% (1-3% σοβαρές), η ενόχληση από τις συχνές ενέσεις και τη μακρά διάρκεια της θεραπείας και η αβεβαιότητα σχετικά με την ισχύ και τη σταθερότητα των εκχυλισμάτων των αλλεργιογόνων, η οποία όμως τείνει να βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια. Μία εναλλακτική οδός είναι η υπογλώσσια χορήγηση ανοσοθεραπείας, που χρησιμοποιείται ευρέως τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη. Αν και η ασφάλειά της είναι πολύ μεγαλύτερη, η αποτελεσματικότητά της είναι σαφώς μικρότερη από αυτή της υποδόριας χορήγησης1.

Δείτε επίσης