Η έλλειψη ύπνου επιμηκύνει την ημέρα και επιβραδύνει τον μεταβολισμό, κάνοντας τον οργανισμό να χρησιμοποιεί λιγότερη ενέργεια, υποστηρίζει ευρωπαϊκή έρευνα. Τα αποτελέσματά της δημοσιεύονται στην Αμερικανική Επιθεώρηση Κλινικής Διατροφής και έρχονται να ενισχύσουν την άποψη ότι η έλλειψη ύπνου μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του βάρους, όχι μόνο αυξάνοντας το αίσθημα της πείνας, αλλά επιβραδύνοντας τον ρυθμό καύσης των θερμίδων.
Από την έρευνα προκύπτει ότι όταν κοιμόμαστε πολλές ώρες προλαμβάνουμε την αύξηση του βάρους μας, υποστηρίζει ο Κρίστιαν Μπένεντικτ του πανεπιστημίου της Ουψάλα που ηγήθηκε της έρευνας. Προηγούμενες μελέτες συνέδεαν τη στέρηση ύπνου με την αύξηση του σωματικού βάρους και έδειξαν ότι ο διαταραγμένος ύπνος διαταράσσει επίσης και τα επίπεδα των ορμονών που συνδέονται με την πείνα και το στρες κατά τις ώρες που είμαστε ξύπνιοι.
Για να μπορέσουν να εντοπίσουν τους ακριβείς μηχανισμούς μέσω των οποίων η έλλειψη ύπνου προκαλεί αυτά τα φαινόμενα, ο Μπένεντικτ και οι συνεργάτες του υπέβαλαν 14 φοιτητές πανεπιστημίου σε μία σειρά “συνθηκών” ύπνου – διακεκομμένο ύπνο, καθόλου ύπνο και φυσιολογικό ύπνο- για αρκετές ημέρες, στη συνέχεια κατέγραψαν τις αλλαγές στην ποσότητα της τροφής που κατανάλωσαν, στα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα τους, στα ορμονικά επίπεδα και στους δείκτες του μεταβολικού ρυθμού τους.
Διαπίστωσαν ότι ακόμη και μία βραδιά αϋπνίας επιβραδύνει τον μεταβολισμό το επόμενο πρωί, μειώνοντας κατά 5 έως 20% την κατανάλωση ενέργειας για οργανικές δραστηριότητες όπως η αναπνοή και η χώνευση, σε σύγκριση με το πρωϊνό μετά από έναν καλό βραδινό ύπνο.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν παρατηρήσει ότι όσοι κοιμούνται πέντε ώρες ή και λιγότερες είναι πιο επιρρεπείς στην αύξηση βάρους και σε ασθένειες που συνδέονται με το βάρος, όπως ο διαβήτης τύπου 2. Αλλά αυτές οι μελέτες δεν αποδεικνύουν ότι η έλλειψη ύπνου προκαλεί την αύξηση βάρους.