Ένα μονοκύτταρο παράσιτο που λέγεται τοξόπλασμα (Toxoplasma gondii) και υπάρχει στα κόπρανα της γάτας μεταδίδεται στον άνθρωπο και μπορεί να διεισδύσει στον ανθρώπινο εγκέφαλο προκαλώντας ενδεχομένως επικίνδυνες συμπεριφορές, ακόμα και αυτοκτονικές σκέψεις (αν και αυτό δεν έχει αποδειχθεί).
Το τοξόπλασμα ελέγχει εξειδικευμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που στη συνέχεια χρησιμοποιεί ως «δούρειο ίππο» για να εισέλθει στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Το Toxoplasma gondii μπορεί να επιβιώσει στον οργανισμό πολλών και διαφορετικών ειδών, ωστόσο ολοκληρώνει τον κύκλο ζωής του μόνο στη γάτα η οποία και εκκρίνει το τοξόπλασμα στα κόπρανα.
Μελέτες έχουν δείξει ότι το τοξόπλασμα επηρεάζει τη συμπεριφορά αρουραίων και ποντικών, καθιστώντας τους πιο ευάλωτα θηράματα της γάτας. Αρουραίοι και ποντίκια που έχουν μολυνθεί με το τοξόπλασμα δεν δείχνουν φόβο απέναντι στις γάτες και μ’ αυτό τον τρόπο γίνονται πιο εύκολα θύματα.
Στοιχεία δείχνουν ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού – ποσοστό της τάξεως του 40% του γενικού πληθυσμού στη Βρετανία – μολύνεται από το τοξοπλασμα είτε μέσω άμεσης επαφής με γάτα ή μέσω κατανάλωσης κρέατος ή λαχανικών που δεν έχουν μαγειρευτεί καλά. Παρά το μεγάλο αυτό ποσοστό μόλυνσης του πληθυσμού με το τοξόπλασμα τα περισσότερα άτομα δεν εμφανίζουν συμπτώματα – ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά τα έμβρυα των οποίων οι μητέρες μολύνονται με τοξόπλασμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Πρόσφατες μελέτες μαρτυρούν επίσης ότι το τοξόπλασμα μπορεί να «πυροδοτήσει» ψυχικές νόσους στον άνθρωπο, όπως η σχιζοφρένεια – ωστόσο από τις μελέτες αυτές δεν έχει προκύψει αιτιώδης σχέση μεταξύ του παρασίτου και της εμφάνισης των ψυχικών νόσων.
Πως μολύνει το τοξόπλασμα
Επιστήμονες από το Κέντρο Μεταδοτικών Νόσων της Σουηδίας το οποίο έχει την έδρα του στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Στοκχόλμη αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην on-line επιθεώρηση «PLoS Pathogens» ότι ανακάλυψαν τον μηχανισμό που επιτρέπει στο Toxoplasma gondii –– να περνά από τον ανθρώπινο γαστρεντερικό σωλήνα στον εγκέφαλο επιδρώντας πιθανότατα στη συμπεριφορά.
Οι ερευνητές έδειξαν ότι το παράσιτο μπορεί να μολύνει τα δενδριτικά κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος κάνοντάς τα να εκλύουν έναν νευροδιαβιβαστή ο οποίος λέγεται GABA και επιτρέπει τόσο στα μολυσμένα κύτταρα όσο και στο τοξόπλασμα να διαπεράσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, το φυσικό φράγμα του οργανισμού που προστατεύει τον εγκέφαλο.
Ο Αντόνιο Μπάραγκαν και οι συνεργάτες του από το Κέντρο Μεταδοτικών Νόσων της Σουηδίας ανακάλυψαν ότι όταν μόλυναν ανθρώπινα δενδριτικά κύτταρα – τα οποία δεν αποτελούν μέρος του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος – με τοξόπλασμα, τα κύτταρα αυτά άρχισαν να εκλύουν τον νευροδιαβιβαστή GABA (γ-αμινοβουτυρικό οξύ) ο οποίος παράγεται φυσιολογικά από τα εγκεφαλικά κύτταρα.
«Ηταν αναπάντεχο το αποτέλεσμα ότι το τοξόπλασμα έκανε τα κύτταρα της άμυνας του ανοσοποιητικού συστήματος να εκλύουν GABA. Το νέο αυτό αποτέλεσμα που ήταν άγνωστο μέχρι σήμερα στους επιστήμονες σημαίνει πως το παράσιτο έχει την ικανότητα να παρεμβαίνει και να χειρίζεται επιδέξια το κεντρικό νευρικό σύστημα» ανέφερε ο δρ Μπάραγκαν.
Στο πλαίσιο της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν ανθρώπινα δενδριτικά κύτταρα τα οποία καλλιεργήθηκαν σε δοκιμαστικό σωλήνα αλλά διεξήχθησαν και πειράματα σε ποντίκια – σύμφωνα με τα πειράματα, μολυσμένα με τοξόπλασμα δενδριτικά κύτταρα περνούσαν πιο εύκολα σε σύγκριση με άλλα δενδριτικά κύτταρα που δεν είχαν μολυνθεί με το παράσιτο στον εγκέφαλο των πειραματόζωων.
«Δείξαμε ότι το ίδιο συμβαίνει σε ανθρώπινα δενδριτικά κύτταρα που ελήφθησαν από υγιείς δότες αλλά και σε μοντέλα ποντικών. Τα αποτελέσματά μας μαρτυρούν ότι το τοξόπλασμα χρησιμοποιεί τα δενδριτικά κύτταρα ως ‘δούρειο ίππο’ ώστε να ‘ταξιδέψει’ μαζί τους από το ανθρώπινο γαστρεντερικό σύστημα στον εγκέφαλο», τόνισε ο δρ Μπάραγκαν.
Ο ερευνητής προσέθεσε ότι η ομάδα του δεν μελέτησε αλλαγές στη συμπεριφορά ατόμων μολυσμένων με τοξόπλασμα, καθώς τέτοιου είδους μελέτες έχουν διεξαχθεί στο παρελθόν. «Αντί για αυτό, δείξαμε για πρώτη φορά πώς το παράσιτο συμπεριφέρεται εντός του οργανισμού του ξενιστή του – πώς δηλαδή εισέρχεται στον εγκέφαλο και λαμβάνει τον έλεγχο νευροδιαβιβαστών».
Ο νευροδιαβιβαστής GABA και η ψυχική ισορροπία
Σημειώνεται ότι ο νευροδιαβιβαστής GABA (γ-αμινοβουτυρικό οξύ) εμπλέκεται, μεταξύ άλλων, στην αναστολή του αισθήματος φόβου και άγχους. Αρουραίοι και ποντίκια που έχουν μολυνθεί με τοξόπλασμα δεν δείχνουν φόβο απέναντι στις γάτες. Ο δρ Μπάραγκαν υποστηρίζει μάλιστα ότι τα μολυσμένα με τοξόπλασμα δενδριτικά κύτταρα μπορούν να συνεχίσουν να οδηγούν σε παραγωγή GABA, ακόμη και όταν έχουν πια εισέλθει στον εγκέφαλο.
Αλλοι επιστήμονες έχουν δείξει ότι το τοξόπλασμα μπορεί να παράγει μια άλλη νευρική ουσία που ονομάζεται L-dopa – πρόκειται για έναν χημικό προάγγελο του νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη. Είναι πιθανό και η L-dopa να επιδρά στη συμπεριφορά των θηλαστικών αλλάζοντάς την.
«Πολλές νευροψυχιατρικές διαταραχές αφορούν απορύθμιση διαφορετικών νευροδιαβιβαστών. Εάν επηρεαστεί ο ένας, τότε μπορεί να επηρεαστούν και άλλοι ή η ισορροπία μεταξύ τους. Το ποιον ακριβώς ρόλο έχει ο νευροδιαβιβαστής GABA σε αυτήν την εξίσωση αποτελεί ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί στο μέλλον», είπε ο δρ Μπάραγκαν.
Πρόσθεσε ακόμη ότι δεν έχει ακόμη αποδειχθεί εάν το τοξόπλασμα μπορεί να επιδράσει στη συμπεριφορά ή στην ψυχική κατάσταση των ατόμων που μολύνονται με αυτό καθώς τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα των σχετικών μελετών είναι πρώιμα.
Σε κάθε περίπτωση, όπως υπογράμμισε «πιστεύουμε ότι η νέα γνώση είναι σημαντική για την περαιτέρω κατανόηση των πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων που αφορούν ορισμένα μείζονα ζητήματα δημόσιας υγείας στα οποία η σύγχρονη επιστήμη δεν έχει δώσει ακόμη ολοκληρωμένη εξήγηση».
Ο ερευνητής κατέληξε τονίζοντας ότι «είναι κρίσιμο το να υπογραμμίσουμε πως ο άνθρωπος ζει ‘συντροφιά’ με αυτό το παράσιτο επί πολλές χιλιετίες. Ετσι οι σημερινοί φορείς του τοξοπλάσματος δεν πρέπει να ανησυχούν ιδιαιτέρως».