Η άπνοια ύπνου (Sleep Apnoea) είναι μια σοβαρή διαταραχή του ύπνου, δηλαδή μία ανωμαλία που διαταράσσει τον ύπνο και προκαλεί υπνηλία την ημέρα. Στην άπνοια ύπνου παρατηρούνται σύντομες διακοπές της αναπνοής. Διακόπτεται προσωρινά η είσοδος αέρα στους πνεύμονες παρά τη συνεχόμενη προσπάθεια εισπνοής. Με άλλα λόγια, όταν κοιμάστε, ξαφνικά σταματάτε να αναπνέετε. Σε μερικά δευτερόλεπτα, η αναπνοή επανέρχεται.
Αυτή η διαταραχή που ονομάζεται σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο (ή άπνοια ύπνου ή υπνική άπνοια) αφορά σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία το 8% των ανδρών 40-60 ετών και το 2% των γυναικών. Τα ποσοστά αυτά μεταφράζονται σε πέντε εκατομμύρια Ευρωπαίους. Η άπνοια ύπνου δεν επηρεάζει μόνο τους ενήλικες. Το 2% των παιδιών είναι θύματα του συνδρόμου, με αποτέλεσμα να έχουν αϋπνίες.
Συμπτώματα και κίνδυνοι για την υγεία
Πιο συγκεκριμένα, ως άπνοια ύπνου ή υπνική άπνοια ορίζονται οι σύντομες διακοπές της αναπνοής που διαρκούν για 10 ή περισσότερα δευτερόλεπτα και επαναλαμβάνονται τακτικά σε όλη τη διάρκεια της νύχτας.
Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι το ροχαλητό και το «πνίξιμο», τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε εγρήγορση όσο διαρκεί ο ύπνος τη νύχτα.
Πολύ συχνά, το άτομο που πάσχει από άπνοια ύπνου δεν έχει επίγνωση του προβλήματος του, παρά το γεγονός ότι νυστάζει υπερβολικά κατά τη διάρκεια της ημέρας (έχει αφύσικη υπνηλία).
Οι κίνδυνοι από το σύνδρομο άπνοιας ύπνου είναι σοβαροί, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακά επεισόδια, πονοκεφάλους και χρόνια κούραση. Τον περασμένο μήνα δημοσιεύθηκαν δύο νέες μελέτες, οι οποίες έδειξαν για πρώτη φορά ότι οι πάσχοντες από υπνική άπνοια – τη διαταραχή που προκαλεί επικίνδυνες παύσεις της αναπνοής τη νύχτα – διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο. Η διαταραχή αποτελεί κύριο λόγο ανησυχίας τα τελευταία χρόνια καθώς στερεί από τον οργανισμό το πολύτιμο οξυγόνο.
Η άπνοια ύπνου μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα συγκέντρωσης και μνήμης και συνδέεται με την κατάθλιψη και την κακή διάθεση.
Τα άτομα που πάσχουν από άπνοια ύπνου, οφείλουν να ενημερώνουν την ασφαλιστική τους εταιρία και την αρμόδια αρχή έκδοσης αδειών οδήγησης για την πάθηση τους. Κι αυτό διότι ο κίνδυνος ενός αυτοκινητικού ατυχήματος αυξάνεται 7 φορές, αν πάσχετε από άπνοια ύπνου. Όταν αντιμετωπιστεί καταλλήλως η άπνοια ύπνου και το άτομο δεν νιώθει πλέον αφύσικη υπνηλία και η οδήγηση δεν αποτελεί πρόβλημα.
Η υπνική άπνοια είναι εξαιρετικά συνήθης. Εμφανίζεται σε ποσοστό 2-5% του μεσήλικου πληθυσμού και είναι πιο διαδεδομένη από τον διαβήτη ή το άσθμα. Οι πιθανότητες να εμφανίσετε συμπτώματα αναπνευστικής διαταραχής κατά τη διάρκεια του ύπνου αυξάνονται με την ηλικία. Ωστόσο, η άπνοια ύπνου μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, από τη βρεφική ως την τρίτη ηλικία.
Η διάγνωση του συνδρόμου άπνοιας ύπνου γίνεται με βάση τα συμπτώματα υπερυπνίας κατά τη διάρκεια της ημέρας και μια ολονύχτια παρακολούθηση του ύπνου, για την αντικειμενική καταγραφή των σύντομων διακοπών της αναπνοής. Η καταγραφή αυτή μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους, συμπεριλαμβανομένης της πολυπνογραφίας ή της κατ’ οίκον παρακολούθησης του ύπνου με λιγότερα μηχανήματα, όπως, για παράδειγμα, έναν απλό ανιχνευτή στο δάχτυλο (οξύμετρο) για την παρακολούθηση των μοτίβων της αναπνοής και των μεταβαλλόμενων επιπέδων οξυγόνου στο αίμα (μοτίβα κορεσμού του οξυγόνου) κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, που μπορούν να βοηθήσουν στην ύφεση της άπνοιας ύπνου, περιλαμβάνουν την απώλεια βάρους (αν είστε υπέρβαρος ή παχύσαρκος), την υγιεινή διατροφή και την τακτική άσκηση. Περιορίστε το αλκοόλ, ιδιαίτερα πριν από τον ύπνο, μην παίρνετε ηρεμιστικά και κόψτε το κάπνισμα. Προσπαθήστε, επίσης, να μην κοιμάστε ανάσκελα, αν και αυτό είναι σχεδόν αδύνατον να το καταφέρετε στην πράξη.
Συμπτώματα, ενδείξεις και αιτία
Πάνω από το 90% των ατόμων με άπνοια ύπνου πάσχουν από υπερυπνία ή αφύσικη υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην οδήγηση, αλλαγές της προσωπικότητας, διαταραγμένη διάθεση, μειωμένη λίμπιντο ή ακόμα και σεξουαλική ανικανότητα, δυσαρμονία μεταξύ των συζύγων, ευερεθιστότητα και κακή ποιότητα ζωής.
Συνήθως, οι σύντροφοι είναι εκείνοι που αναφέρουν τις ενδείξεις αυτές στο άτομο που πάσχει από άπνοια ύπνου. Ορισμένες φορές, πάντως, το άτομο αντιλαμβάνεται τα συμπτώματα. Το ροχαλητό είναι το πιο σύνηθες σύμπτωμα και εμφανίζεται στο 90-95% των περιπτώσεων. Άλλες ενδείξεις είναι οι εξής: σύντομες διακοπές της αναπνοής (75%), ξηροστομία (75%), υπερβολική εφίδρωση (50%), κρίσεις πνιξίματος (25%) και νυχτερινή ενούρηση (25%). Η απουσία ροχαλητού ΔΕΝ αποκλείει την άπνοια ύπνου.
Στους ενήλικες, η αιτία αυτής της διαταραχής είναι μυική. Κατά τη διάρκεια του ύπνου, ο λάρυγγας χαλαρώνει εντελώς ώστε μπλοκάρει τον αεραγωγό, εμποδίζοντας την αναπνοή του ατόμου. Όταν ο ανώτερος αεραγωγός (φάρυγγας) δεν έχει μυϊκό τόνο, τείνει να στενεύει και φράζει προσωρινά. Αυτό οδηγεί σε επαναλαμβανόμενες σύντομες διακοπές της αναπνοής, οι οποίες συνοδεύονται από μείωση των επιπέδων οξυγόνου στο αίμα και από εγρήγορση. Προκαλεί, επίσης, συμπτώματα άπνοιας ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Οι μεσήλικες παχύσαρκοι άντρες διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης άπνοιας ύπνου. Αλλοι παράγοντες κινδύνου είναι οι ήπιες δυσμορφίες στο σαγόνι και τη δομή του προσώπου, όπως ο προγναθισμός και ο υπογναθισμός. Η δομή του προσώπου, ιδιαίτερα στο μέσο του, και το σχήμα της σκληρός υπερώας, η ρινική συμφόρηση και τα προβλήματα στην αναπνοή από τη μύτη, οι υπερτροφικές αμυγδαλές και αδενοειδείς εκβλαστήσεις, καθώς και η μεγάλη γλώσσα, μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε άπνοια ύπνου. Περίπου 30-50% των πασχόντων από άπνοια ύπνου ΔΕΝ είναι παχύσαρκοι.
Οι παχύσαρκοι κινδυνεύουν πολύ περισσότερο να εμφανίσουν άπνοια ύπνου σε σύγκριση με όσους έχουν κανονικό βάρος σε σχέση με το ύψος τους. Τα άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) τουλάχιστον 30 θεωρούνται παχύσαρκα. Ο ΔΜΣ υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος σας με το τετράγωνο του ύψους σας. Για παράδειγμα, ένας άντρας που ζυγίζει 100 κιλά και έχει ύψος 1,80 μ., έχει ΔΜΣ 30,86. Μια γυναίκα που ζυγίζει 70 κιλά και έχει ύψος 1,60 μ., έχει ΔΜΣ 27,34.
Η κεντρική παχυσαρκία, δηλαδή η εναπόθεση λίπους στην περιοχή της μέσης, αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο για την εμφάνιση άπνοιας ύπνου. Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα των οποίων το σώμα μοιάζει με μήλο (λίπος γύρω από τη μέση), διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τα άτομα των οποίων το σώμα μοιάζει με αχλάδι (λίπος γύρω από τους γοφούς).
Το αλκοόλ επιδεινώνει την άπνοια ύπνου, μειώνοντας τη δραστηριότητα του φάρυγγα και διαστέλοντας τους μυς που εμποδίζουν τον αεραγωγό να κλείσει κατά τη διάρκεια του ύπνου. Τα ηρεμιστικά έχουν παρόμοια δράση. Η στέρηση ύπνου, η ρινική συμφόρηση και ο ύπνος σε ύπτια στάση μπορεί να επιδεινώσουν την άπνοια ύπνου.
Αντιμετώπιση με CPAP
Η άπνοια ύπνου σε ήπιες περιπτώσεις αντιμετωπίζεται με τη μείωση του σωματικού βάρους, τη διακοπή καπνίσματος και τον περιορισμό κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών στο ένα ποτήρι την ημέρα. Στις βαρύτερες περιπτώσεις, όταν εκδηλώνονται 15 άπνοιες διάρκειας μεγαλύτερης των 10 δευτερολέπτων ανά ώρα στους ενήλικες και έως 8 δευτερολέπτων στα παιδιά, το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με τη χρήση ειδικής μασέλας που πρέπει να φορά ο ασθενής όταν κοιμάται. Στις πιο βαριές περιπτώσεις, όταν δηλαδή ο αριθμός των απνοιών ξεπερνά τις 15 ανά ώρα, τότε αντιμετωπίζεται με τη χρήση συσκευής μηχανικού αερισμού CPAP.
Η συνεχής ροή αέρα υπό πίεση κατευθείαν στη μύτη (μάσκα CPAP) θεωρείται σήμερα η καταλληλότερη θεραπεία για την αποφρακτική άπνοια ύπνου στα περισσότερα άτομα.
Οι συσκευές CPAP οι οποίες μερικές φορές καλούνται «έξυπνες», χρησιμοποιούν έναν αισθητήρα πίεσης (ή μία τεχνική ταλάντευσης ροής) για την ανάλυση της ροής του αέρα και την προσαρμογή της πίεσης στις ανάγκες του ασθενή κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτό επιτρέπει στη συσκευή να ασκήσει τη μικρότερη πίεση που απαιτείται ώστε να παραμείνει ο αεραγωγός ανοιχτός, κι έτσι είναι πιο εύχρηστη. Οι συσκευές αυτόματης ανάλυσης CPAP είναι συνήθως πιο ακριβές από τα μηχανήματα σταθερής πίεσης, αλλά η τιμή τους μειώνεται με την εξέλιξη της τεχνολογίας.
Όσοι χρησιμοποιούν τη συνεχή θετική πίεση των αεραγωγών μπορεί να χρειαστούν λίγο καιρό μέχρι να συνηθίσουν τη χρήση της μάσκας τους, αλλά υπάρχει μεγάλη ποικιλία διαφορετικών μορφών και σχεδίων, κι έτσι οι περισσότεροι χρήστες μπορούν να βρουν την κατάλληλη μάσκα.
Υπάρχουν πολλά διαθέσιμα μηχανήματα που παράγουν ένα ρεύμα αέρα, το οποίο κρατά τον ανώτερο αεραγωγό ανοικτό κατά τη διάρκεια του ύπνου. Η επιλογή του μηχανήματος και το επίπεδο της πίεσης του αέρα θα καθοριστούν από έναν ειδικό ύπνου, συνήθως αφότου ο ασθενής υποβληθεί σε ολονύκτια παρακολούθηση σε κάποιο κέντρο ύπνου.
Οι ρινικές μάσκες, που είναι και οι πιο συνηθισμένες, τοποθετούνται στη μύτη και στερεώνονται με έναν ιμάντα γύρω από το κεφάλι. Οι ολοπρόσωπες μάσκες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για ασθενείς που αναπνέουν μόνο από το στόμα ή για εκείνους των οποίων η αναπνοή εναλλάσσεται τακτικά μεταξύ της μύτης και του στόματος. Τα ρινικά μαξιλάρια εισάγονται στα ρουθούνια. Προσφέρουν εναλλακτική λύση για τα άτομα που νιώθουν κλειστοφοβία με τις μάσκες ή για τα άτομα που δεν μπορούν να βρουν μια κατάλληλη μάσκα.
Πολλοί ασθενείς όμως δεν ανέχονται καλά τη θεραπεία CPAP. Η παρακολούθηση και υποστήριξη από ένα εξειδικευμένο κέντρο ύπνου μπορεί συχνά να βοηθήσει να υπερνικηθούν οποιαδήποτε προβλήματα στην εφαρμογή της θεραπείας CPAP. Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειάζονται ειδικές οδοντικές συσκευές που τοποθετούνται στο στόμα ώστε να κρατούν το σαγόνι προτεταμένο.
Οι ασθενείς που νιώθουν δυσφορία από τη χρήση της συσκευής CPAP μπορούν να ωφεληθούν από μηχανήματα με παροχή μεταβλητής πίεσης, η οποία προσαρμόζεται αυτόματα στην αναπνοή τη νύχτα, ή από τον αερισμό διφασικής θετικής πίεσης, χρησιμοποιώντας ένα διαφορετικό τύπο συσκευής.
Οι ηπιότερες μορφές άπνοιας ύπνου μπορούν να θεραπευτούν με τη χρήση ενός προστατευτικού στοματικού νάρθηκα, ο οποίος ονομάζεται νάρθηκας επανατοποθέτησης της κάτω γνάθου και κατασκευάζεται από έναν προσθετολόγο, ορθοδοντικό ή οδοντίατρο. Η συσκευή αυτή πιέζει προς τα εμπρός την άνω γνάθο κι ανοίγει τον αεραγωγό στο πίσω μέρος του λαιμού.
Γενικά η εγχείρηση δεν συνιστάται στην υπνική άπνοια, αλλά υπάρχουν εξαιρέσεις όπου μπορεί, ανάλογα με την αιτία της απόφραξης, να είναι χρήσιμη. Για παράδειγμα, αν οι αμυγδαλές ή οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια) είναι υπερτροφικές, μπορούν να αφαιρεθούν. Αν ο ουρανίσκος ή η σταφυλή είναι υπερμεγέθη, μπορούν να μειωθούν με σταφυλοουρανισκοπλαστική με ακτίνες λέιζερ (LAUP), ενώ αν η αιτία είναι κάποια δυσμορφία στο σαγόνι, θα μπορούσε επίσης να διορθωθεί.