Η καθιστική ζωή μπορεί να μας γηράσκει πολύ νωρίτερα, από όσο ήταν γενετικά προγραμματισμένο σύμφωνα με βρετανική μελέτη που έχει δημοσιευθεί στο επιστημονικό έντυπο Archives of Internal Medicine. Ερευνητές του Κολεγίου Κίνγκ του Λονδίνου μελέτησε ομάδα διδύμων και διαπίστωσε ότι αυτοί που ήταν σωματικά ενεργοί κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου τους ήταν βιολογικά νεότεροι από τα άτομα που έκαναν καθιστική ζωή.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι σημαντικά τμήματα του DΝΑ, τα τελομερή, κονταίνουν νωρίτερα στα νωθρά άτομα. Πιστεύεται ότι αυτό μπορεί να σηματοδοτεί και την πρώιμη κυτταρική γήρανση. Ο ενεργός τρόπος ζωής έχει σχετιστεί γενικά με χαμηλότερο ποσοστό καρδιαγγειακών νοσημάτων, διαβήτη τύπου 2 και καρκίνου. Ωστόσο, στην παρούσα έρευνα διαπιστώνεται ότι η νωθρότητα όχι μόνο κάνει τα άτομα ευάλωτα σε διάφορα νοσήματα, αλλά τελικά επιταχύνει την ίδια τη διαδικασία της γήρανσης.
Οι επιστήμονες έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 2.401 διδύμους της καυκάσιας φυλής, ζητώντας τους να συμπληρώσουν ερωτηματολόγιο για τα επίπεδα της σωματικής τους δραστηριοποίησης, και πήραν δείγματα αίματος από τα οποία εξήγαγαν δείγμα DΝΑ. Επικεντρώθηκαν στα τελομερή, τις επαναλαμβανόμενες αλληλουχίες DΝΑ που βρίσκονται στα άκρο των χρωμοσωμάτων, προστατεύοντας τα από την βλάβη.
Καθώς ο άνθρωπος γερνά, τα τελομερή κονταίνουν, καθιστώντας τα κύτταρα περισσότερα ευάλωτα στις βλάβες και τον θάνατο. Εξετάζοντας λευκά αιμοσφαίρια από το ανοσοποιητικό σύστημα συγκεκριμένα, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, κατά μέσο όρο, τα τελομερή έχασαν 21 συστατικά τμήματα, νουκλεοτίδια, ετησίως. Αλλά οι άνδρες και οι γυναίκες που ήταν λιγότερο σωματικά δραστήριοι τον ελεύθερο χρόνο τους είχαν κοντύτερα τελομερή λευκοκυττάρων συγκριτικά με τα άτομα που ήταν δραστήρια.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την εξήγηση, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως η καθιστική ζωή επιταχύνει τη γήρανση του οργανισμού. Το μέσο μήκος για τα τελομερή στα άτομα με την ελάχιστη σωματική ποσότητα άσκησης (16 λεπτά σωματικής άσκησης την εβδομάδα) ήταν 200 νουκλεοτίδια κοντύτερα από αυτά των ατόμων που γυμνάζονταν περισσότερο (199 λεπτά την εβδομάδα, με τη μορφή τρεξίματος, τένις ή αεροβικήςς άσκησης).