Τα αναψυκτικά ήταν ένας «σημαντικός παράγοντας» στον θάνατο μιας 30χρονης από τη Νέα Ζηλανδία, απεφάνθη ένας ιατροδικαστής. Η Νατάσσα Χάρις, που πέθανε πριν από τρία χρόνια από ανακοπή καρδιάς, έπινε έως 10 λίτρα Coca-Cola την ημέρα – ποσότητα που περιέχει διπλάσια από την ασφαλή δόση καφεΐνης και 11πλάσια από την συνιστώμενη ποσότητα ζάχαρης. Ένα κουτί σακχαρούχο αναψυκτικό περιέχει 9 κουταλάκια ζάχαρη.
Η νεαρή γυναίκα, που είχε οκτώ παιδιά, έπασχε χρόνια από προβλήματα υγείας, αλλά δεν έκοβε τα αναψυκτικά. Η οικογένειά της είπε ότι είχε αναπτύξει εθισμό σε αυτά και παρουσίαζε στερητικά συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένου τρόμου (τρέμουλο), όταν προσπαθούσε να τα αποφύγει.
Ο ιατροδικαστής Ντέιβιντ Κρέραρ που εξέτασε την υπόθεσή της, απεφάνθη ότι η κατάχρηση που έκανε της προκάλεσε καρδιακή αρρυθμία και ότι αν δεν υπερκατανάλωνε αναψυκτικά, «είναι απίθανο να είχε πεθάνει όταν πέθανε και όπως πέθανε».
Ο κ. Κρέραρ υπολόγισε ότι με 10 λίτρα την ημέρα, η 30χρονη κατανάλωνε ημερησίως πάνω από 1 κιλό ζάχαρη και 970 mg καφεΐνης. Ωστόσο πρόσθεσε πως δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη η εταιρεία για την υγεία των καταναλωτών που κάνουν καταχρήσεις στα προϊόντα της.
Επιπλέον, πρόσθεσε πως η ίδια αλλά και η οικογένειά της θα έπρεπε να έχουν προσέξει τα προειδοποιητικά συμπτώματα για την κατάσταση της υγείας της.
«Το γεγονός ότι αρκετά χρόνια πριν από τον θάνατό της υπεβλήθη σε εξαγωγή των δοντιών της επειδή χάλασαν από την πολλή Coca-Cola, όπως πιστεύει η οικογένειά της, αλλά και το ότι ένα ή περισσότερα από τα παιδιά της γεννήθηκαν δίχως αδαμαντίνη ουσία στα δόντια τους, θα έπρεπε να εκληφθεί από την ίδια και την οικογένειά της ως προειδοποίηση», είπε.
Παρ’ όλα αυτά, ο κ. Κρέραρ πρόσθεσε πως οι εταιρείες που πουλάνε αναψυκτικά θα πρέπει να αναγράφουν σαφέστερες προειδοποιήσεις στα προϊόντά τους για τους κινδύνους από την υπερκατανάλωση ζάχαρης και καφεΐνης.