Πριν από ένα αιώνα, οι ειδικοί πίστευαν ότι η παχυσαρκία ήταν αποτέλεσμα μιας κακής συνήθειας, της υπερφαγίας, η οποία μπορούσε να αντιμετωπισθεί με ψυχολογική υποστήριξη. Ύστερα από μερικές δεκαετίες εμπειρίας με τις δίαιτες, ο Αμερικανός καθηγητής ψυχιατρικής Albert Stunkard και ο διαιτολόγος Mavis McLaren-Hume έγραψαν, το 1959, μια φράση που είναι η πιο συχνά επαναλαμβανόμενη στη διαιτητική βιβλιογραφία: “Οι περισσότεροι παχύσαρκοι δεν θα παραμείνουν στο πρόγραμμα αντιμετώπισης της παχυσαρκίας. Από αυτούς που θα μείνουν, οι περισσότεροι δεν θα χάσουν βάρος, και από αυτούς που θα χάσουν βάρος οι περισσότεροι θα το ξανακερδίσουν.”
Πραγματικά, όποιος έχει προσπαθήσει να αδυνατίσει ξέρει πολύ καλά πόσο εύκολο είναι να επιστρέψουν τα χαμένα κιλά. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι που έχουν κάνει δίαιτα, έχουν χάσει κιλά και έχουν καταφέρει να παραμείνουν στο μειωμένο βάρος.
Περίπου 10.000 από αυτούς που ακολούθησαν την επιτυχημένη δίαιτα (ή καλύτερα συμπεριφορά) συμμετέχουν σε ένα μεγάλο αμερικανικό ερευνητικό πρόγραμμα, το οποίο καταγράφει τι πέτυχαν, πώς το πέτυχαν και πώς συνεχίζουν. Το πρόγραμμα αυτό ονομάζεται National Weight Control Registry και άρχισε το 1993 από τον δρα Τζέιμς Ο. Χιλ, καθηγητή Ιατρικής και διευθυντή του Κέντρου Ερευνας Παχυσαρκίας Διατροφής (NORC) στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο.Η μέση ηλικία τους είναι τα 45 χρόνια και οι επτά στους 10 είναι γυναίκες. Ο μέσος όρος του βάρους που έχουν χάσει είναι σχεδόν 35 κιλά, τα οποία έχουν κρατήσει επί 7,5 χρόνια κατά μέσον όρο. Μερικοί έχουν χάσει πάνω από 50 κιλά και δεν ξαναπάχυναν επί 2-3 δεκαετίες. Το ερώτημα είναι πως κατάφεραν να μην παχύνουν ξανά.
Πώς έχασαν βάρος και κατάφεραν να μην παχύνουν ξανά
Δεν υπάρχουν ομοιότητες στον τρόπο με τον οποίο αυτοί οι άνθρωποι έχασαν βάρος. Βασίσθηκαν σε κάθε είδους δίαιτες: με λίγα λιπαρά και πολλούς υδατάνθρακες, με λίγους υδατάνθρακες και πολλά λιπαρά, με ισορροπημένες δίαιτες, με δίαιτες της μόδας, με τις λεγόμενες δίαιτες αστραπή ή εξπρές κ.ο.κ.
Περισσότεροι από τους μισούς (55%) αδυνάτισαν με τη βοήθεια διαιτολόγου ή εμπορικών προγραμμάτων αδυνατίσματος, ενώ οι υπόλοιποι μόνοι τους. Σχεδόν οι οκτώ στους δέκα μάς είπαν ότι κάποιο συγκεκριμένο γεγονός ήταν το κίνητρο για να αρχίσουν δίαιτα, όπως ότι διαγνώστηκαν με κάποιο πρόβλημα υγείας ή έπρεπε να παραστούν σε έναν γάμο ή σε μία συνάντηση με παλιούς συμμαθητές τους. Οι δίαιτες που ακολούθησαν πέτυχαν διότι τους ανάγκασαν να τρώνε λιγότερο απ’ ό,τι συνήθιζαν για αρκετόν καιρό – ορισμένοι χρειάσθηκαν χρόνια για να φτάσουν στο βάρος που ήθελαν.
Πάνω από τους μισούς χρησιμοποίησαν επίσης την άσκηση για να τα καταφέρουν, αν και στο στάδιο του αδυνατίσματος ο ρόλος της άσκησης ήταν υποδεέστερος απ’ ό,τι στο στάδιο της διατήρησης του νέου βάρους.
Οι περισσότεροι διατηρούν το μειωμένο βάρος του ακολουθώντας μονίμως μια διατροφή με θερμίδες και προσέχοντας να μην καταναλώνουν πολλά λιπαρά. Γυμνάζονται επίσης καθημερινά, βλέπουν λίγη τηλεόραση, προσέχουν μονίμως τι τρώνε, αρχίζουν σχεδόν πάντοτε την ημέρα τους με ένα καλό πρωινό, ζυγίζονται συχνά και ακολουθούν κάθε ημέρα το πρόγραμμα διατροφής που έχουν επιλέξει, δίχως να κάνουν «διαλείμματα» τα Σαββατοκύριακα, στις γιορτές ή στις αργίες.
Δεν αποκλείουν επίσης τίποτα από τη διατροφή τους, αλλά απολαμβάνουν παχυντικά εδέσματα μία φορά τον μήνα κατά μέσον όρο και σε ελεγχόμενη ποσότητα. Λένε ωστόσο ότι παρότι έχουν διατηρήσει το νέο βάρος τους επί 15 ή 20 χρόνια, εξακολουθούν να καταβάλλουν προσπάθεια για να διατηρούν υπό έλεγχο το βάρος τους.
Σύμφωνα με τον Τζέιμς Ο. Χιλ, ο μέσος αριθμός των θερμίδων που καταναλώνουν ημερησίως είναι 1.800 θερμίδες. Το 26% των θερμίδων τους κατά μέσον όρο προέρχεται από λίπη, 55% από υδατάνθρακες (λ.χ. δημητριακά, ψωμί, ζυμαρικά, φρούτα), 19% από πρωτεΐνες (λ.χ. ψάρια, πουλερικά, όσπρια, κρέας, γαλακτοκομικά). Δεν τρώνε συχνά εκτός σπιτιού, καταναλώνουν λάιτ τρόφιμα και υπολογίζουν προσεκτικά τις θερμίδες τους. Δεν επιζητούν την ποικιλία και τις γεύσεις στη διατροφή τους. Δεν παρεκκλίνουν ποτέ από τις διατροφικές συνήθειές τους (ούτε στις γιορτές ή τις διακοπές). Έχουν ως κύριο ρόφημα της διατροφής τους έχουν το νερό. Δεν παίρνουν σχεδόν καμία θερμίδα από αναψυκτικά με ζάχαρη. Το 90% γυμνάζονται μία ώρα την ημέρα, κατά μέσον όρο. Το 80% κάνουν περπάτημα. Το 20% κάνουν γυμναστική με βάρη. Το 20% κάνουν ποδήλατο. Το 18% κάνουν αεροβική άσκηση. Όλοι προσπαθούν να κινούνται π.χ. ανεβοκατεβαίνουν τις σκάλες με τα πόδια αντί να χρησιμοποιούν ασανσέρ. Οι μισοί κρατούν αναλυτικό ημερολόγιο διατροφής (γράφουν μέχρι και τις τσίχλες).