Σύμφωνα με τον πνευμονολόγο, ομότιμο καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λάζαρο Σιχλετίδη, ουσίες που εκλύονται από την καύση ξύλων σε τζάκι και σε ξυλόσομπες, από τη συσσωρευμένη μούχλα, από το κάπνισμα, τα έπιπλα ή ακόμη και το τσιμέντο, τα οικοδομικά υλικά και το υπέδαφος, επιβαρύνουν τον αέρα στο εσωτερικό σπιτιών και κτιρίων.
Όπως εξηγεί ο κ. Σιχλετίδης, κατά τη λειτουργία των τζακιών και την καύση των ξύλων αυξάνονται οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα εσωτερικών χώρων ενώ εκλύονται αρωματικοί υδρογονάνθρακες και αιωρούμενα σωματίδια. Παράλληλα, λόγω της υγρασίας, δημιουργείται μούχλα και αναπτύσσονται μύκητες. Ένας από τους μύκητες που ονομάζεται altenaria μπορεί να προκαλέσει δυσπνοϊκές κρίσεις, αλλεργική ρινίτιδα και άσθμα σε ατοπικά άτομα που είναι ευαίσθητα σε χημικές ουσίες.
Ουσίες, όμως, απελευθερώνονται στον αέρα και από άλλα υλικά μέσα σε κλειστούς χώρους. Αυτό ισχύει για την περίπτωση επίπλων τα οποία εκλύουν φορμαλδεΐδη, η οποία βρίσκεται στις βαφές και τα συνθετικά υλικά που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή τους.
Το κάπνισμα είναι ακόμη ένας παράγοντας που επιβαρύνει ιδιαίτερα τον αέρα ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι για το 23% των αναπνευστικών προβλημάτων που διαγιγνώσκονται σε παιδιά, ενοχοποιείται το παθητικό κάπνισμα.
“Υπάρχουν επίσης σπίτια που είναι ερμητικά κλειστά, ο αέρας στο εσωτερικό τους δεν ανανεώνεται και οι άνθρωποι που ζουν σε αυτά εμφανίζουν αναπνευστικά προβλήματα. Περιγράφεται διεθνώς το σύνδρομο κλειστών χώρων και τα συμπτώματά του είναι αναπνευστικά προβλήματα, γενική σωματική κατάπτωση και κεφαλαλγία. Αυτά οφείλονται σε λοιμώδεις παράγοντες από αλλεργιογόνα ή χημικές ουσίες που βρίσκονται στον αέρα και καθώς ο χώρος είναι κλειστός, συγκεντρώνονται σε μεγάλες ποσότητες” προσθέτει.
Σε ό,τι αφορά τα δομικά υλικά επισημαίνει ότι “στις σκανδιναβικές χώρες, δεδομένα υποστηρίζουν ότι 400 καρκίνοι του πνεύμονα (περιστατικά), από τα 2.000, οφείλονται σε ραδιενεργά στοιχεία, που βρίσκονται στα οικοδομικά υλικά ή προέρχονται από το υπέδαφος. Αυτός είναι και ο λόγος που η επιβάρυνση της υγείας, λόγω του αέρα στους κλειστούς χώρους, είναι μεγαλύτερη όταν ο χώρος αυτός βρίσκεται σε υπόγεια από ό,τι σε ρετιρέ”.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο μηχανολόγος μηχανικός, σύμβουλος βιοκλιματικής παθητικής κατασκευής, Χρήστος Λαζαρίδης, επικαλούμενος πανεπιστημιακές έρευνες στη Γερμανία, παραθέτει στοιχεία για τις συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα σε χώρους που είναι ερμητικά κλειστοί. Το διοξείδιο του άνθρακα, που κατά τη διάρκεια της ημέρας διαμορφώνεται σε τιμές χαμηλότερες των 500 ppm (μονάδα μέτρησης που δηλώνει την περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του άνθρακα), κατά τη διάρκεια της νύχτας ανεβαίνει στα υπνοδωμάτια μέχρι και τα 3.000 ppm, τη στιγμή που το επιτρεπτό όριο υγιεινής για χώρους που κατοικούνται συνεχώς είναι τα 1.000 ppm. Αυτό συμβαίνει λόγω της παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα από τη φυσιολογική λειτουργία της αναπνοής των ανθρώπων όταν κοιμούνται.
Για την αντιμετώπιση των παραπάνω παραγόντων, που μπορεί να επιδρούν αρνητικά στην ανθρώπινη υγεία, το κλειδί είναι η ανανέωση του αέρα στους κλειστούς χώρους. “Καλό είναι να γίνεται ο σωστός αερισμός στα σπίτια μας, το πρωί και το βράδυ, για να αποφεύγεται τόσο η συγκέντρωση διαφόρων επιβαρυντικών ουσιών όσο και η δημιουργία μούχλας λόγω της υγρασίας”, ανέφερε ο κ. Σιχλετίδης.