Οι καρκινοπαθείς που ασκούνται 2 με 3 φορές την εβδομάδα, ή και παραπάνω, από περίπου μια ώρα κάθε φορά, μπορούν να μειώσουν την κόπωση που αισθάνονται και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους.
Αυτό έδειξε μια γαλλική μελέτη που παρακολούθησε πάνω από 3.000 καρκινοπαθείς. Τα αποτελέσματα ανακοινώθηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής Ογκολογίας (ESMO 2018) που διεξάγεται στο Μόναχο.
Οι διαπιστώσεις επιβεβαιώνουν τη θετική δράση της άσκησης τόσο σε ασθενείς στα αρχικά στάδιο της νόσου όσο και σε αυτούς με μεταστατικό καρκίνο και δείχνουν ότι τα συμπτώματα της νόσου περιορίζονται και ελέγχονται καλύτερα σε όσους ασκούνται παρά σ’ αυτούς που δεν ασκούνται.
Σύμφωνα και με άλλες έρευνες που παρουσιάστηκαν στο ίδιο συνέδριο, μόνο το 22% ακολουθούσε τα επίπεδα άσκησης που έχει ορίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για μια υγιεινή διαβίωση.
«Η άσκηση δεν ωφελεί μόνο τους υγιείς αλλά και τους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα. Η ήπια αεροβική άσκηση αλλά και ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης θα πρέπει να είναι μέρος της θεραπείας σε ασθενείς που βρίσκονται στα πρώτα στάδια της νόσου», ανέφερε ο Dr Quan Tran, ογκολόγος στο Cancer Care Centre, St Stephen’s Hospital, στο Urraween, της Αυστραλίας.
Έξι στους 10 συμμετέχοντες στη μελέτη υποστήριξαν ότι δεν γυμνάζονται γιατί αισθάνονται κόπωση και δυσκολία στην αναπνοή. Περισσότεροι από τους μισούς είπαν ότι δεν ασκούνται λόγω κακής διάθεσης, έλλειψης ενδιαφέροντος, πόνου, και παρενεργειών της θεραπείας.
«Πρέπει να ξεπεράσουμε εμπόδια που δεν αφήνουν τους ασθενείς να ασκηθούν, όπως για παράδειγμα να θεραπεύσουμε την αναιμία που μπορεί να είναι η αιτία για την κόπωση που αισθάνονται», πρόσθεσε ο Tran.
Σε μια δεύτερη μελέτη, όπου συμμετείχαν 227 ασθενείς με αρχικό αλλά και μεταστατικό καρκίνο του πνεύμονα, φάνηκε ότι αυτοί που ακολουθούσαν ένα τακτικό πρόγραμμα αεροβικής γυμναστικής συνδυασμένο με ασκήσεις ήπιας μυϊκής ενδυνάμωσης, βελτίωσαν κατά 10% τα συμπτώματα της νόσου κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας.
«Είναι η πρώτη φορά που ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα οι οποίοι βρίσκονται υπό θεραπεία, φαίνεται ότι ωφελούνται από την άσκηση. Όσοι ασκούνται, εξαρτώνται λιγότερο από τους άλλους στην καθημερινότητά τους και χρειάζονται λιγότερη βοήθεια για να τα βγάλουν πέρα στην καθημερινότητά τους. Ίσως να έχουν και μεγαλύτερες αντοχές όσον αφορά τη δόση ή και τη διάρκεια της χημειοθεραπείας, το οποίο σημαίνει σε κάποιες περιπτώσεις και καλύτερη αντιμετώπιση του όγκου», τόνισε ο Joachim Wiskemann, εργοφυσιολόγος, στο Εθνικό Κέντρο των Νεοπλασματικων Νόσων από το πανεπιστημιακό νοσοκομείου της πόλης Heidelberg της Γερμανίας.
Απ’ ό,τι φάνηκε και από τις δύο μελέτες, οι καρκινοπαθείς δήλωσαν ότι τα προγράμματα άσκησης που πιστεύουν ότι θα τους προσφέρουν περισσότερη ευεξία είναι όσα γίνονται με την παρακολούθηση ειδικού που γνωρίζει το αντικείμενο και παρέα με άλλους ανθρώπους που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα υγείας.
«Στο παρελθόν λέγαμε ότι μόνο οι πιο υγιείς και σε καλή φυσικοί κατάσταση ασθενείς θα μπορούσαν αν ακολουθούν μια ήπια άσκηση, αλλά η μελέτη μας υπέδειξε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Οι ασθενείς θα πρέπει να κινητοποιούνται είτε αυτό γίνεται στο σπίτι σε μια ομάδα στο νοσοκομείο, είτε στο γυμναστήριο ή τη φύση», κατέληξε ο Dr Wiskemann.
Τέλος, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των μελετών που ανακοινώθηκαν στο συνέδριο, ο Martijn Stuiver, ειδικός στην αποκατάσταση ασθενών με καρκίνο από το πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, τόνισε πως η άσκηση θα πρέπει να ενταχθεί και να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των καρκινοπαθών, ακόμα και κατά την περίοδο που υποβάλλονται σε θεραπείες.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε, «πρέπει να βρούμε τα πλέον κατάλληλα προγράμματα που ταιριάζουν σε κάθε ομάδα ασθενών ώστε αυτοί να επωφεληθούν όσο γίνεται περισσότερο. Σε επιστημονικό επίπεδο πρέπει να διερευνήσουμε περισσότερο γιατί η άσκηση έχει αυτά τα ευεργετικά αποτελέσματα και να καθορίσουμε ποια μορφή της είναι η ιδανική για κάθε ασθενή».