Στη δημιουργία σπέρματος από βλαστοκύτταρα στρέφονται οι προσπάθεις των επιστημόνων

Στη δημιουργία σπερματοζωαρίων από βλαστικά κύτταρα στρέφονται οι προσπάθειες των επιστημόνων οι οποίοι διαπιστώνουν ελάττωση της ποιότητας του σπέρματος κατά τα τελευταία 50 χρόνια. Ήδη το 2006 επιτεύχθηκε για πρώτη φορά σε ποντικούς η διαφοροποίηση βλαστικών κυττάρων του μυελού των οστών σε άρρενα γεννητικά κύτταρα, ενώ πολύ πρόσφατα άρχισαν να αναπτύσσονται μέθοδοι που διερευνούν εάν τα βλαστικά κύτταρα από τον λιπώδη ιστό μπορούν να διαφοροποιηθούν σε κύτταρα σπερματογένεσης.

Τα παραπάνω επισημάνθηκαν κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρίας με αφορμή την αυριανή Παγκόσμια Ημέρα Γονιμότητας.

Σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες και εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, 90 εκατομμύρια ζευγάρια, περίπου, αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα τεκνοποίησης. Το 85%, από τα ζευγάρια αυτά (77 εκατομμύρια), δεν αναζητούν ποτέ βοήθεια. Από τα 13 εκατομμύρια ζευγάρια, που αναζητούν ιατρική βοήθεια, ποσοστό μικρότερο από το 42%, θα αρχίσει τελικά θεραπεία. Έτσι από όλα τα ζευγάρια, που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα, μόνο το 6% έχουν την ιατρική βοήθεια, που απαιτείται για τη λύση του προβλήματός τους.

«Η υπογονιμότητα, χωρίς να αποτελεί μείζονα διαταραχή της υγείας, δεν είναι διόλου αμελητέα, σε παγκόσμια κλίμακα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν ακόμη πλήρεις επιδημιολογικές μελέτες της υπογονιμότητας, αλλά εκτιμάται ότι περίπου 300.000 ζευγάρια δυσκολεύονται να αποκτήσουν παιδιά», ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής ενδοκρινολογίας αναπαραγωγής Δημήτριος Γουλής της Α’Α Μαιευτικής – Γυναικολογικής Κλινικής του Α.Π.Θ.

——————————-

Η ανδρική υπογονιμότητα

——————————-

Σε μια μετα-ανάλυση συγκεντρώθηκαν 61 δημοσιεύσεις σχετικά με την ποιότητα του σπέρματος, που κάλυπταν το χρονικό διάστημα 1938-1990. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ελάττωση της ποιότητας του σπέρματος κατά τα τελευταία 50 έτη και διατύπωσαν την άποψη ότι περιβαλλοντικοί παράγοντες ευθύνονται για αυτό το φαινόμενο. «Όσο υπάρχουν ενδείξεις, αλλά όχι ακόμη αποδείξεις, για μια σειρά από παράγοντες του περιβάλλοντος, καλό θα είναι η έκθεση σε αυτούς να αποφεύγεται, στο μέτρο του δυνατού», συνέχισε ο κ. Γουλής, αναφερόμενος στην ανδρική υπογονιμότητα.

Οι περιβαλλοντικοί αυτοί παράγοντες είναι: η συνεχής έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες, η ιονίζουσα ακτινοβολία και ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, χημικές ουσίες, οιστρογόνα του περιβάλλοντος, ξενο-οιστρογόνα. Εκτός όμως από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες κυριότερες αιτίες υπογονιμότητας στον άνδρα αποτελούν οι λοιμώξεις των επικουρικών γεννητικών αδένων, η κιρσοκήλη, η κρυψορχία, οι αποφράξεις των αποχετευτικών οδών του σπέρματος.

———————————

Η γυναικεία υπογονιμότητα

———————————

Η συχνότητα της υπογονιμότητας μπορεί να ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή και από πληθυσμό σε πληθυσμό. Σύμφωνα με διάφορες μελέτες, το αίτιο της υπογονιμότητας βρίσκεται στη γυναίκα σε ποσοστό 40% και στον άνδρα σε ποσοστό 40%, ενώ στο υπόλοιπο 20% υπάρχει κάποιο πρόβλημα και στα δύο μέλη του ζευγαριού. Τα αίτια της γυναικείας υπογονιμότητας και οι συχνότητές τους είναι τα εξής: α) διαταραχές στην ωοθυλακιορρηξία, που ευθύνονται για το 10 έως 25% των περιπτώσεων υπογονιμότητας, β) οι παθήσεις των σαλπίγγων για το 20 έως 40%, γ) οι βλάβες του τραχήλου της μήτρας για το 10 έως 15%,δ) οι παθήσεις της μήτρας για το 1 έως 5%, και, ε) ανοσολογικοί παράγοντες για το 5%. Nα σημειωθεί ότι ακόμη και με τις σύγχρονες διαγνωστικές τεχνικές δεν είναι δυνατόν να βρεθεί το αίτιο της υπογονιμότητας σε ποσοστό 10 έως 15% των υπογόνιμων ζευγαριών.

«Η μέση φυσιολογική πιθανότητα επιτυχίας κυήσεως από ένα γόνιμο ζευγάρι με κανονική σεξουαλική ζωή δεν υπερβαίνει το 20% ανά εμμηνορρυσιακό κύκλο. Περίπου το 50% των φυσιολογικών γόνιμων ζευγαριών επιτυγχάνει κύηση κατά το πρώτο έτος προσπαθειών και 20-35% των ζευγαριών αυτών επιτυγχάνει κύηση κατά το δεύτερο έτος προσπαθειών» ανέφερε ενδοκρινολόγος, επιμελητής Β΄ της Δ΄ Μαιευτικής – Γυναικολογικής Κλινικής του Α.Π.Θ Ανάργυρος Κούρτης.

Τα ποσοστά υπογονιμότητας επίσης, σχετίζονται και με την ηλικία του κάθε ατόμου. Όσο περισσότερο περιμένει δηλαδή, κάποιος για να αποκτήσει παιδί, τόσο πιο πιθανό είναι να «χάσει» την γονιμότητά του. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως, και η γονιμότητα των αντρών ελαττώνεται όσο μεγαλώνουν σε ηλικία, αν και με λιγότερο ίσως δραματικό τρόπο, συγκριτικά με τις γυναίκες. Στις ηλικίες 20 με 29 χρονών, 8% των παντρεμένων γυναικών δεν είναι γόνιμες, 15% των γυναικών στις ηλικίες 30 με 34 ετών, 22% των γυναικών στις ηλικίες 35 με 39 ετών και 29 % των γυναικών στις ηλικίες 40 με 44 ετών.

Παράγοντες που επηρεάζουν τη γυναικεία γονιμότητα είναι: α) η ηλικία της γυναίκας, β) η γήρανση των ωοθηκών, γ) η παχυσαρκία της γυναίκας, δ) το κάπνισμα και η λήψη φαρμάκων, ε) η διάρκεια της υπογονιμότητας, και στ) ο αυξημένος κίνδυνος αποτυχίας της εξέλιξης της εγκυμοσύνης.

Δείτε επίσης