Ιογενείς ηπατίτιδες

Του Εμμανουήλ Συμβουλάκη (γαστρεντερολόγου – ηπατολόγου)
Ο όρος «ηπατίτις», όπως άλλωστε και κάθε λέξη που καταλήγει σε –ιτις στην Ιατρική (όπως μηνιγγίτις, σκωληκοειδίτις κ.ά.) χρησιμοποιείται για την περιγραφή οποιασδήποτε κατάστασης οδηγεί σε φλεγμονή και τελικά θάνατο των κυττάρων, των κυττάρων του ήπατος στην προκειμένη περίπτωση. Σε φλεγμονή και νέκρωση του ηπατοκυττάρου μπορεί να οδηγήσει μία πληθώρα αιτίων, όπως ιοί, φάρμακα, τοξίνες, κατά κανόνα όμως στην κοινή γνώμη ο όρος «ηπατίτιδα» αποδίδεται στις ηπατίτιδες από ιούς.

Οι πιο γνωστοί ιοί ηπατίτιδας χαρακτηρίζονται με τα 5 αρχικά γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου και είναι οι ιοί A, B, C, D (ή δ), και Ε. Από αυτούς μεγαλύτερη επίπτωση και σημασία στις ανεπτυγμένες χώρες (και στη δική μας) έχουν οι ιοί της ηπατίτιδας Β και C.

Το ήπαρ (συκώτι) είναι ένα όργανο που εδράζεται στη δεξιά άνω κοιλία, αμέσως κάτω από το διάφραγμα, επιτελεί δε σημαντικότατες λειτουργίες, απαραίτητες για τη διατήρηση της ζωής, όπως είναι α) η απομάκρυνση τοξινών από το αίμα, β) ο μεταβολισμός φαρμάκων, γ) η παραγωγή πρωτεϊνών που σχετίζονται με την πήξη του αίματος, δ) η παραγωγή της αλβουμίνης, που διατηρεί φυσιολογική την ισορροπία των υγρών στο σώμα και ε) η παραγωγή υγρών και ενζύμων απαραίτητων για τη φυσιολογική πέψη των τροφών.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ιογενούς ηπατίτιδας

Τα συμπτώματα των ασθενών με ιογενή ηπατίτιδα δεν εξαρτώνται από τον ιό της ηπατίτιδας του κάθε ασθενούς, αλλά από το αν η ηπατίτιδα είναι οξεία ή χρονία. Η οξεία ηπατίτιδα αναπτύσσεται λίγες εβδομάδες έως μήνες μετά την είσοδο του ιού της ηπατίτιδας στο ανθρώπινο σώμα. Οξεία ηπατίτιδα προκαλούν όλοι οι ιοί ηπατίτιδας. Τα συμπτώματα της οξείας ηπατίτιδας, συνήθως, είναι ήπια (μοιάζει με απλή ίωση) έως ανύπαρκτα, ενώ κάποιοι ασθενείς κιτρινίζουν (ίκτερος) και έχουν σκοτεινόχρωμα ούρα (σαν κονιάκ). Σπάνια (<2%) η οξεία ηπατίτιδα έχει πολύ βαριά πορεία, οπότε χαρακτηρίζεται ως κεραυνοβόλος οξεία ηπατίτιδα, με πολύ υψηλή θνητότητα (70-90%), αν δεν μεσολαβήσει επείγουσα μεταμόσχευση του ήπατος.

Χρόνια ηπατίτιδα αναπτύσσεται στους ασθενείς που δεν κατορθώνουν να αποβάλλουν τον ιό κατά τη φάση της οξείας ηπατίτιδας. Χρόνια ηπατίτιδα μπορεί να προκαλέσουν μόνον οι ιοί ηπατίτιδας Β, D και C και ποτέ οι ιοί ηπατίτιδας Α και Ε. Οι ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα δεν έχουν κανένα απολύτως σύμπτωμα, παρ’ όλα αυτά, όμως, η χρόνια ηπατίτιδα συχνά εξακολουθεί να προκαλεί ερεθισμό και να καταστρέφει το ήπαρ. Έτσι, ένα ποσοστό των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα αναπτύσσει κίρρωση, που σημαίνει καταστροφή της δομής του ήπατος.

Οι ασθενείς με κίρρωση μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί στα πρώτα στάδια της κίρρωσης, αλλά η ηπατική νόσος προοδευτικά επιβαρύνεται και μπορεί να εμφανισθούν ασκίτης (υγρό στην κοιλιά), αιμορραγία από φλέβες (κιρσούς) του οισοφάγου, εγκεφαλοπάθεια ή ίκτερος. Όλοι οι ασθενείς με κίρρωση έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του ήπατος. Η επιδείνωση της ηπατικής λειτουργίας (ηπατική ανεπάρκεια) και ο καρκίνος του ήπατος αποτελούν τις δύο πιο συχνές αιτίες θανάτου των ασθενών με κίρρωση.

Υπάρχει θεραπεία για την ιογενή ηπατίτιδα;

Οι περισσότεροι ασθενείς με οξεία ιογενή ηπατίτιδα δεν έχουν ανάγκη από ειδική θεραπεία, αφού η νόσος τους αυτοϊάται στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων. Εξαίρεση αποτελεί μόνον η οξεία ηπατίτιδα C, που συχνά πρέπει να αντιμετωπίζεται με ειδική φαρμακευτική θεραπεία για να μη μεταπέσει σε χρόνια ηπατίτιδα.

Αντίθετα, σημαντικό ποσοστό των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα έχει ανάγκη από ειδική φαρμακευτική θεραπεία, που κυρίως στοχεύει στην εκρίζωση του ιού της ηπατίτιδας ή την πρόληψη της ανάπτυξης κίρρωσης και καρκίνου ήπατος. Το είδος της φαρμακευτικής θεραπείας διαφέρει ανάλογα με τον ιό της ηπατίτιδας.

Θεραπεία χρειάζονται όλοι οι ασθενείς με κίρρωση ήπατος. Ειδικά οι ασθενείς με προχωρημένη κίρρωση, συχνά έχουν ανάγκη να υποβληθούν σε μεταμόσχευση ήπατος.

ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Β

Υπολογίζεται ότι πάνω από 300 εκατομμύρια άτομα φέρουν τον ιό παγκοσμίως και από αυτούς περίπου 500.000 καταλήγουν από συνέπειες της νόσου.

Η μετάδοση του ιού ηπατίτιδας Β γίνεται κυρίως παρεντερικά ή σεξουαλικά, δηλαδή με επαφή του ατόμου με μολυσμένα βιολογικά υγρά (αίμα, σπέρμα). O ιός δεν μεταδίδεται από μαγειρικά σκεύη, τουαλέτες ή γενικότερα με την κοινωνική επαφή.

Οι δυνατότητες θεραπευτικής παρέμβασης στην ηπατίτιδα Β έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας Β γίνεται με φάρμακα που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα στη μάχη του εναντίον του ιού (υποδόριες ενέσεις ιντερφερόνης άλφα) ή με φάρμακα που εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό του ιού (κυκλοφορούν 5 σκευάσματα). Συχνά τα φάρμακα δεν εκριζώνουν τον ιό, αλλά καθυστερούν την εξέλιξη της ηπατικής νόσου αναστέλλοντας την ανάπτυξη κίρρωσης και ηπατοκυτταρικού καρκίνου. Πιθανολογείται ότι στο άμεσο μέλλον οι συνδυασμοί φαρμάκων θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. H πρόληψη της ηπατίτιδας B στηρίζεται στον εμβολιασμό. Πρόληψη παρέχεται με εμβόλια που είναι ασφαλή και αποτελεσματικά. Στη χώρα μας γίνεται μεγάλη προσπάθεια περιορισμού τής μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας Β μέσω ενημερωτικών εκστρατειών και εκτεταμένων προγραμμάτων εμβολιασμού. Σήμερα, είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός όλων των βρεφών και εφήβων.

ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ C

H ηπατίτιδα C αποτελεί ένα από τα συχνότερα αίτια ηπατικής νόσου παγκοσμίως. Ειδικότερα στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι περίπου 2% του γενικού πληθυσμού, δηλαδή 200.000 άνθρωποι, έχουν χρόνια λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας C.

Ο ιός της ηπατίτιδας C μεταδίδεται κυρίως παρεντερικά, δηλαδή με επαφή του ατόμου με μολυσμένο αίμα ή παράγωγα αίματος.

Η πλειονότητα (75-80%) των ασθενών με οξεία ηπατίτιδα C δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι ασθενείς (65-85%) δεν κατορθώνουν να αποβάλλουν τον ιό και αναπτύσσουν στη συνέχεια χρόνια ηπατίτιδα C.

Οι ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C δεν έχουν συνήθως κανένα σύμπτωμα, αλλά 15-20% από αυτούς αναπτύσσουν κίρρωση εντός 20ετίας.

Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας για την ηπατίτιδα C έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Έτσι, εκρίζωση της ηπατίτιδας C επιτυγχάνεται σε ποσοστό 50 με 80%. Βασίζεται στη συνδυασμένη χορήγηση ενέσεων ιντερφερόνης-άλφα (συνήθως μία ένεση την εβδομάδα) και δισκίων ριμπαβιρίνης. Τα φάρμακα χορηγούνται για 6 ή 12 μήνες και παρουσιάζουν συχνά παρενέργειες και γι’ αυτό όσοι υποβάλλονται σε θεραπεία, θα πρέπει να βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση από γιατρούς εξοικειωμένους με τα φάρμακα αυτά. Η συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία, είναι ιδιαίτερα σημαντική για την τελική επιτυχία και τόσο οι ασθενείς όσο και οι γιατροί πρέπει να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να μεγιστοποιούν τη συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία. Δυστυχώς, για την ηπατίτιδα C δεν υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο.

Ο Εμμ. Συμβουλάκης είναι Γαστρεντερολόγος-Ηπατολόγος-Επεμβατικός Ενδοσκόπος. Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και έλαβε Τίτλο Ιατρικής ειδικότητας από τη B’ Γαστρεντερολογική Κλινική του Ευαγγελισμού. Διετέλεσε Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ενδοσκοπικού Τμήματος της Γ’ Πανεπιστημιακής Κλινικής Εντατικής Θεραπείας στο Ευγενίδειο Θεραπευτήριο και διατελεί Επιστημονικός Συνεργάτης της Β’ Γαστρεντερολογικής του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός και του Ελληνικού Ιδρύματος Γαστρεντερολογίας και Διατροφής.

Δείτε επίσης