Σκοτσέζοι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η υπερφαγία ακολουθούμενη από δίαιτες πείνας μπορούν ενδεχομένως να μειώσουν σημαντικά το προσδόκιμο επιβίωσης. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης παρατήρησαν ότι σε ψάρια που δόθηκε διατροφή υπερφαγίας και στη συνέχεια ακραίας δίαιτας είχαν μειωμένο προσδόκιμο επιβίωσης κατά 25%. Η έρευνα συνέκρινε το ρυθμό ανάπτυξης, την επιτυχία στην αναπαραγωγή και το προσδόκιμο ζωής του ψαριού. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα ίδια ενδεχομένως ισχύουν στους εφήβους και στα παιδιά που ακολουθούν ακραία διατροφή, λόγω του ότι ακόμα αναπτύσσονται.
Ο Καθηγητής Neil Metcalfe δήλωσε ότι τα ψάρια που ακολούθησαν τις διακυμάνσεις στη διατροφή τους είχαν μέσο όρο ζωής ίσο με τα τρία τέταρτα του μέσου όρου ζωής των ψαριών που έτρωγαν σταθερή ποσότητα καθημερινά. Η έρευνα ανακάλυψε ότι η διαφορά στο προσδόκιμο επιβίωσης δεν ήταν συνέπεια πιο γρήγορης γήρανσης, αλλά αύξηση του κινδύνου ξαφνικού θανάτου.
Σύμφωνα με τον Metcalfe, φαίνεται πως η μη ομαλή ανάπτυξη λόγω των διακυμάνσεων των ποσοτήτων της τροφής που καταναλώνεται καθημερινά είναι υπεύθυνο για την αύξηση του κινδύνου ξαφνικού θανάτου. Αυτό ενδεχομένως οφείλεται στις ατέλειες που πιθανόν έχουν οι ιστοί λόγω της ‘έκρηξης’ που παρατηρείται στην ανάπτυξη
Παρόμοια αποτελέσματα πιθανόν θα παρατηρηθούν σε άλλα ζώα που ζούνε λίγο και που αναπτύσσονται σε όλη τους τη ζωή, δήλωσε ο Metcalfe. Αυτό ενδεχομένως οφείλεται στις ατέλειες που πιθανόν έχουν οι ιστοί λόγω της ‘έκρηξης’ που παρατηρείται στην ανάπτυξη. Ο Metcalfe θεωρεί ότι η ισχύ του στους ανθρώπους θα αφορούσε μόνο τα παιδιά και τους εφήβους. Ωστόσο, θα αφορά τις ακραίες εναλλαγές στις διατροφικές συνήθειες. Το να παραλείπει απλώς, κάποιος, γεύματα δεν θα είχε κάποια επίπτωση, αλλά αν περνούσαν αρκετές εβδομάδες με τον ένα τύπο διατροφής και στη συνέχεια αρκετές εβδομάδες με τον άλλο τύπο τότε θα μπορούσε να υπάρξει επίπτωση.
Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ‘Proceedings of the Royal Society B’.