Το ουρικό οξύ (uric acid), αν και παράγεται από τον οργανισµό, καθώς αποτελεί ένα φυσιολογικό προϊόν µεταβολισµού των κυττάρων, φαίνεται πως αποτελεί ένα νέο παράγοντα κινδύνου για την καρδιά και τον εγκέφαλο, όταν βρίσκεται σε αυξημένα επίπεδα στο αίμα.
Το ουρικό οξύ κυκλοφορεί στο αίµα σε διαλυτή µορφή και δεν ονοµάζεται τυχαία ουρικό, αφού τα δύο τρίτα από αυτό αποβάλλονται από τα νεφρά καταλήγοντας στα ούρα. Όταν το ουρικο οξυ ξεπεράσει τα 7 mg/dL (υπερουριχαιµία) δηµιουργούνται άλατα, τα οποία µε τη µορφή κρυστάλλων (κρύσταλλοι ουρικού µονονατρίου) καθιζάνουν και εναποτίθενται στους ιστούς.
Εως σήµερα, ήταν γνωστό ότι υψηλές τιµές στο ουρικό οξύ σχετίζονται µε τον κίνδυνο oυρικής αρθρίτιδας, της λεγόµενης ποδάγρας, που προσβάλλει κυρίως τα κάτω άκρα (το µεγάλο δάκτυλο του ποδιού και το γόνατο). Είναι επίσης γνωστό ότι το ουρικό οξύ µπορεί να δράσει και ως αντιοξειδωτική ουσία.
Ουρικό οξύ και καρδιά
«Νεώτερα δεδοµένα από µελέτες παρατήρησης χιλιάδων ασθενών υποστηρίζουν ότι ο ρόλος του ουρικού οξέος επεκτείνεται και στον τοµέα των καρδιοπαθειών», λέει ο επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών Χαράλαµπος Βλαχόπουλος. «Ετσι, ασθενείς µε υπερουριχαιµία έχουν αυξηµένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Συγκεκριµένα, είναι πιο πιθανό να εµφανίσουν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (1,4 φορές πιο πιθανό συγκριτικά µε ανθρώπους µε φυσιολογικές τιµές ουρικού οξέος) και περιφερική αρτηριοπάθεια. Ειδική κατηγορία αποτελούν όσοι έχουν εµφανίσει στο παρελθόν επεισόδιο ουρικής αρθρίτιδας, καθώς έχουν κατά 25% αυξηµένο κίνδυνο καρδιαγγειακού θανάτου».
Ιδιαίτερη έµφαση έχει δοθεί στη σχέση που έχει το ουρικό οξύ µε την αρτηριακή πίεση και την εµφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, δυσλιπιδαιµίας και µεταβολικού συνδρόµου. «Τα δεδοµένα αυτά τείνουν να καθιερώσουν την υπερουριχαιµία ως έναν νέο παράγοντα κινδύνου για το καρδιαγγειακό σύστηµα παρόµοιο µε το κάπνισµα», τονίζει ο κ. Βλαχόπουλος.
«Υψηλά επίπεδα σε ουρικό οξύ σε νεαρή ηλικία προβλέπουν τη µελλοντική ανάπτυξη υπέρτασης», επισηµαίνει ο κ. Βλαχόπουλος. «Οι µηχανισµοί που εµπλέκονται περιλαµβάνουν την πρόκληση βλαβών στα νεφρά και το ενδοθήλιο των αγγείων,καθώς και τη φλεγµονή και απορρύθµιση του ορµονικού συστήµατος που είναι υπεύθυνο για τη ρύθµιση της αρτηριακής πίεσης». Οι επιδηµιολογικές µελέτες ανέδειξαν µάλιστα συσχέτιση της κατανάλωσης φρουκτόζης (π.χ. από αναψυκτικά), των υψηλών επιπέδων ουρικού οξέος και της εµφάνισης υψηλής αρτηριακής πίεσης.
Περαιτέρω έρευνες για το ουρικό οξύ
Δυο πρόσφατα δηµοσιευµένες µελέτες της Α’ Πανεπιστηµιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκράτειου Νοσοκοµείου Αθηνών (από την ερευνητική οµάδα του Χ. Βλαχόπουλου, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Χριστόδουλου Στεφανάδη και µε τη συµµετοχή του υποψήφιου διδάκτορα Παναγιώτη Ξαπλαντέρη), οι οποίες συµπεριέλαβαν πάνω από 1.000 υπερτασικούς ασθενείς, έδειξαν συσχέτιση των επιπέδων του ουρικού οξέος µε βλάβες στη λειτουργία των αγγείων (αύξηση της σκληρότητας της αορτής) και µε υπερτροφία της αριστερής κοιλίας της καρδιάς.
«Το παράδοξο του ρόλου που παίζει το ουρικό οξύ έγκειται στο ότι, ενώ έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες, φαίνεται να επιδρά αρνητικά στο καρδιαγγειακό σύστηµα», επισηµαίνει ο κ. Βλαχόπουλος. «Περαιτέρω έρευνες για το ουρικο οξυ είναι σε εξέλιξη για να αποσαφηνιστεί ο τρόπος δράσης του στην καρδιά και τα αγγεία».