Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο εγκέφαλός μας είναι από τη φύση του κατασκευασμένος ώστε να εκφράζουμε την αλήθεια με μεγαλύτερη ευκολία και πειθώ από ό,τι τα ψέματα. Ομως βέλγοι ερευνητές αναφέρουν ότι όσο περισσότερα ψέματα λέει κάποιος τόσο περισσότερο «εκπαιδεύεται», μέχρις ότου κάποια στιγμή φτάνει στο σημείο να μπορεί να ψεύδεται με απόλυτη φυσικότητα και πειστικότητα. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Γκεντ στο Βέλγιο χώρισαν μια ομάδα εθελοντών φοιτητών σε τρεις ομάδες και τους έβαλαν να παίξουν ένα παιχνίδι αλήθειας και ψέματος που είχαν σχεδιάσει οι ίδιοι. Οσο οι εθελοντές έπαιρναν μέρος στο πείραμα, οι ερευνητές μελετούσαν την εγκεφαλική λειτουργία τους.
Οι ερευνητές προσπάθησαν να διαπιστώσουν αν και τι είδους μεταβολές μπορούν να επέλθουν στην κυρίαρχη φυσική τάση του ανθρώπου που είναι η έκφραση της αλήθειας. Οπως διαπίστωσαν, ο εγκέφαλος έχει πολύ πιο έντονη δραστηριότητα όταν επιχειρείται να εκφραστεί κάποιο ψέμα απ΄ ό,τι όταν αναφέρεται η αλήθεια αφού θα πρέπει να ξεπεραστούν γνωστικά αλλά και άλλα ανασταλτικά εμπόδια που συνοδεύουν τη διατύπωση ενός ψέματος. Ετσι, αυτός που λέει ψέματα εγκεφαλικά «κοπιάζει» πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι όταν λέει την αλήθεια. Αυτή η λειτουργία του εγκεφάλου κάνει τον άνθρωπο να δυσκολεύεται όταν πρέπει να πει ψέματα αλλά και το ίδιο το ψέμα να γίνεται ανιχνεύσιμο από τους άλλους.
Οι ερευνητές είδαν ότι ο εγκέφαλος των ατόμων που συνηθίζουν να ψεύδονται αρχίζει σταδιακά να «προσαρμόζεται» και η αρχική καθυστέρηση και δυσκολία που αντιμετωπίζει ο εγκέφαλός τους για να οργανωθεί στη διατύπωση του ψέματος τελικά παύει να υφίσταται. Οπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, ο χρόνος αντίδρασης του εγκεφάλου σε εκείνους που έλεγαν την αλήθεια και σε άτομα που λένε πολλά ψέματα είναι ακριβώς ο ίδιος. Με απλά λόγια ο εγκέφαλος «εκπαιδεύεται» και αυτός στο ψέμα και έτσι είναι πιθανό να ξεγελαστεί ακόμη και ένας ανιχνευτής ψεύδους αν το άτομο που εξετάζεται είναι παθολογικός ψεύτης.