Οι ειδικοί του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ μελέτησαν μύγες δροσόφιλες, οι οποίες παρά το μικροσκοπικό τους μέγεθος, μοιάζουν γονιδιακά με τον άνθρωπο. Στο πλαίσιο των πειραμάτων τους, χώρισαν τις «φτερωτές» συμμετέχουσες σε δύο ομάδες: η πρώτη ακολουθούσε φυσιολογική διατροφή, ενώ στη δίαιτα της δεύτερης οι ειδικοί προσέθεταν εκχύλισμα μήλου. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Journal of Agricultural and Food Chemistry».
Διαπίστωσαν ότι ενώ οι δροσόφιλες που τρέφονταν κανονικά είχαν μέσο προσδόκιμο 50 ημερών, εκείνες που λάμβαναν επιπλέον εκχύλισμα μήλου ζούσαν περίπου πέντε μέρες περισσότερο από τις άλλες, δηλαδή 10%. Πέρα από την παράταση στη διάρκεια της ζωής τους οι επιστήμονες παρατήρησαν επίσης ότι οι μύγες – «μαθουσάλες» περπατούσαν, σκαρφάλωναν και κινούνταν με μεγαλύτερη ευκολία συγκριτικά με τις υπόλοιπες.
Βάσει των αναλύσεων, το εκχύλισμα μήλου έδειξε να μειώνει τα επίπεδα αρκετών βιοχημικών ουσιών, που στην περίπτωση των δροσόφιλων συνδέονται με την διαδικασία της γήρανσης. Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι αντιοξειδωτικές ουσίες που περιέχει το εκχύλισμα του μήλου δρουν «σβήνοντας» τις ελεύθερες ρίζες, οι οποίες ευθύνονται για την γενικότερη φθορά του οργανισμού και τις ασθένειες που συνοδεύουν τη διαδικασία της γήρανσης.
Πρόσφατη μελέτη είχε επίσης υπογραμμίσει την ευεργετική δράση του συγκεκριμένου φρούτου για την υγεία, καθώς είχε δείξει ότι τα άτομα που τρώνε συχνά μήλα αντιμετωπίζουν 20% χαμηλότερο κίνδυνο να πάθουν καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο.