Το μπότοξ, ο βασιλιάς των ενέσιμων θεραπειών αισθητικής βελτίωσης για το πρόσωπο των διασήμων και όχι μόνο, κινδυνεύει να χάσει τα ηνία του στον κόσμο των αισθητικών επεμβάσεων. Το νέο φάρμακο laViv, αμερικανικής προέλευσης, υπόσχεται να δώσει μια καλύτερη και πάντως… ελαστικότερη λύση στο πρόβλημα των ρυτίδων. Ο λόγος εξέλιξης του, προφανής. Είναι πασίγνωστα άλλωστε τα δυσάρεστα αποτελέσματά που μπορεί να επιφέρει το μπότοξ, αφού κατά καιρούς έχει αφήσει μυριάδες χρήστες του με την ίδια έκφραση… «πετρωμένη» για καιρό στο πρόσωπό τους.
Η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων(FDA) έδωσε την έγκρισή της στην εταιρία Fibrocell Science για την διάθεση του φαρμάκου στην αγορά, αφού προηγουμένως είχαν γίνει δοκιμές σε χιλιάδες γυναίκες επί έξι μήνες, με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Γυναίκες που συμμετείχαν στις δοκιμές παραδέχτηκαν ότι το laViv συνέβαλε σημαντικά στην εξάλειψη των ρυτίδων στην περιοχή του προσώπου και συγκεκριμένα, στις γραμμές γύρω από το στόμα και τα μάτια. Πως λειτουργεί όμως αυτή η επαναστατική μέθοδος; Αρχικά απομακρύνονται από το δέρμα που βρίσκεται πίσω από το αυτί ορισμένα κύτταρα, που ονομάζονται ινοβλάστες. Τα κύτταρα αυτά είναι υπεύθυνα για την παραγωγή του κολλαγόνου, της ελαστίνης και του υαλουρονικού οξέος, σημαντικότατα για την διατήρηση του δέρματος λείου και απαλού.
Ακολουθεί καλλιέργειά τους στο εργαστήριο επί 90 μέρες, προκειμένου να αναπαραχθούν και τελικά να δημιουργηθούν δεκάδες εκατομμύρια νέα κύτταρα. Εν συνεχεία αυτά εγχέονται και πάλι στο δέρμα του ασθενούς. Οι επεμβάσεις διαρκούν συνολικά 5 βδομάδες και η συγκεκριμένη μέθοδος επαναλαμβάνεται σε 3 συνεδρίες μέσα σε αυτό το διάστημα. Το laViv, όχι μόνο δεν παραλύει τους μυς τους προσώπου, αφού βασίζεται στην ανανέωση των κυττάρων, αλλά τα αποτελέσματά του διαρκούν περισσότερο από αυτά του μπότοξ. Βέβαια η νέα θεραπεία είναι… αλμυρή, αφού θα κοστίζει περίπου 1000-2000 λίρες, ποσό αρκετά μεγάλο, αν αναλογιστεί κανείς ότι το μπότοξ στοιχίζει στην Βρετανία μόλις 100 λίρες περίπου για κάθε δεκάδα ενέσεων. Επιπλέον δεν συνίσταται για τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασθενείς, καθώς τα κύτταρα τους αναπαράγονται πολύ βραδύτερα από αυτά των νεότερων.