Τι απέγιναν οι δοσίλογοι μετά την Κατοχή; Αυτό ερευνά στο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Εστία ο λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Στράτος Δορδανάς με τίτλο “Η Γερμανική στολή στη ναφθαλίνη- Επιβιώσεις του δοσιλογισμού στη Μακεδονία, 1945- 1974”, ανοίγοντας την επιστημονική συζήτηση για ένα θέμα ταμπού της Ιστορίας.
Ο ερευνητής μελέτησε χιλιάδες σελίδες σε κρατικά και ιδιωτικά αρχεία, στη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, στα δικαστήρια της Θεσσαλονίκης, στα στρατοδικεία, στις φυλακές, στα νοσοκομεία, στα ληξιαρχεία. Ταξίδεψε στη Γερμανία και στην Αγγλία εντρυφώντας στα εκεί εθνικά αρχεία. Συμβουλεύθηκε εκατοντάδες σελίδες εφημερίδων της εποχής και, αφού διάβασε δεκάδες βιβλία γύρω από το θέμα του, παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό ένα από τα πλέον τεκμηριωμένα έργα για αυτό το ιστορικό , αλλά και καυτό ζήτημα.
Μόνο οι πηγές, η βιβλιογραφία και τα έγγραφα ντοκουμέντα αριθμούν 100 σελίδες σε σύνολο 526.
Όπως αναφέρει στον πρόλογο ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πολυμέρης Βόγλης, ο δοσιλογισμός στην Ελλάδα ,αλλά και στην Ευρώπη, είχε – παρά τις προσπάθειες απόκρυψης – μαζικές διαστάσεις και ποικίλες μορφές: από τη στελέχωση των κατοχικών κυβερνήσεων και την ένταξη σε μηχανισμούς πληροφοριών και προπαγάνδας, μέχρι την οικονομική συνεργασία και την εθελοντική στράτευση. Υπολογίζεται ότι πάνω από 125.000 δυτικοευρωπαίοι πολέμησαν με τους Ναζί εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Μάλιστα, στη Δανία και στην Ολλανδία, η συνεργασία με τον κατακτητή ήταν ισοδύναμη με την αντίσταση…
Γι’ αυτό και στις περισσότερες χώρες, αμέσως μετά την απελευθέρωση, επιβλήθηκε σε μεγάλο αριθμό συνεργατών του Γ’ Ραϊχ η ποινή του θανάτου. Στο Βέλγιο εκτελέστηκαν 242 δοσίλογοι, όταν οι φυλακισμένοι με την κατηγορία του δοσίλογου το 1947 ανέρχονταν σε 26.000 άτομα, ενώ οι φυλακισμένοι συνεργάτες των Ναζί ήταν 24.298 στη Γαλλία και 33.819 στην Ολλανδία .
Ο συγγραφέας αρχίζει την προσέγγιση του θέματος παρακολουθώντας τις εσωτερικές εξελίξεις την επαύριον της Απελευθέρωσης όταν ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες να αποδοθεί “λαϊκή δικαιοσύνη” από το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και θεσμική δικαιοσύνη από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου. Δίνει έμφαση στην εμπλοκή απονομής δικαιοσύνης λόγω της εμφύλιας σύγκρουσης με την κατίσχυση του δόγματος της αντικομουνιστικής εθνικοφροσύνης το οποίο ακύρωσε το αίτημα για τιμωρία.
Το βιβλίο αποκτά καυτό ενδιαφέρον, καθώς ο συγγραφέας παρακολουθεί την πορεία των δοσίλογων που είτε σταδιοδρόμησαν σε μετεμφυλιακές εθνικιστικές παρακρατικές οργανώσεις, είτε ασχολήθηκαν με την πολιτική, είτε προσπάθησαν να “κρυφτούν” συνεχίζοντας μια αθόρυβη ζωή όταν βέβαια δεν τους αναγνώριζαν τα ζώντα θύματά τους στο δρόμο. Τελικά, η δικτατορία των συνταγματαρχών ήταν εκείνη που παρείχε δια νόμου αφειδώς συγχωροχάρτια στους γερμανοντυμένους.
Λειτουργώντας ως πανεπιστημιακός, αποφεύγει τη ισοπεδωτική παράθεση στοιχείων επί προσωπικού. Άλλοτε παραθέτει έντυπα τεκμήρια απαλείφοντας για λόγους προσωπικών δεδομένων ονόματα και άλλοτε δημοσιεύει, χωρίς δισταγμό, ονοματεπώνυμα, διευθύνεις και λεπτομέρειες.
Παρουσιάζει πληθώρα στοιχείων για τους δοσίλογους των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία είχε ακροδεξιά-εθνικιστική και αντικομμουνιστική προέλευση, αλλά ρίχνει φως και στην ακρότητες της πλευράς του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Μακεδονίας, που χρησιμοποίησε τη βάρβαρη μέθοδο της σύλληψης ομήρων και τη κακομεταχείριση κρατουμένων με αποτέλεσμα το θάνατο από κακουχίες εκατοντάδων, πριν προλάβουν να δικασθούν
Είναι μια μελέτη μνήμης για την προδοσία “Ελλήνων” κατά Ελλήνων.
Στο παράρτημα του βιβλίου υπάρχουν και σατιρικοί στίχοι από εφημερίδες της εποχής . Στη “Λαϊκή Φωνή” της 6ης Μαρτίου 1945 διαβάζουμε για έναν γερμανοτσολιά του περιβόητου στρατιωτικού αρχηγού φιλοναζιστικής οργάνωσης Γεργίου Πούλου ,που έδρασε στη Θεσσαλονίκη και ο οποίος εκτελέστηκε στο Γουδή το 1949 ως ένοχος για ειδεχθή εγκλήματα κατά αμάχων:
” Λοχίας του Αντων-Τσαούς επανακάμψας άρτι/ έκανε με τους φίλους του προχτές σουπράϊζ πάρτυ. / Και διεκρίθη ένας λαμπρός εκτελεστής του Πούλου/ και η μαντάμ Μιχάλαγα, άλλης Παπαδοπούλου. / Παίξαν μπαρμπούτι , μπαγλαμά και πέρασαν ευχάριστα/ κι ένας απόφοιτος σχολής του Δάγκουλα με άριστα/ διηγήθη πως καθάρισε ογδόντα στην αράδα/ κι όλοι στο τέλος φώναξαν Ζήτω η Μεγάλη Ελλάδα!”.