Φαίνεται παράδοξο αλλά αρκετά ζευγάρια τα οποία συμβίωναν επί χρόνια, μόλις παντρευτούν, φτάνουν πολύ γρήγορα στο διαζύγιο. Το φαινόμενο αυτό παρουσιάστηκε στην πολύ ωραία ταινία του Γιώργου Τζαβέλα, «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» το 1965, με πρωταγωνιστές τον Γιώργο Κωνσταντίνου και τη Μάρω Κοντού. Μετά από χρόνια συμβίωσης, ο Αντωνάκης και η Ελενίτσα παντρεύονται αλλά χωρίζουν αμέσως μετά το γάμο με συνοπτικές διαδικασίες.
Σε μια στιγμή εξοργισμού, ο Αντωνάκης που νομίζει ότι συνεχίζει να έχει την εξουσία και μετά το γάμο, λέει στην Ελενίτσα:
“Για σκασμός κυρία Ελενίτσα μου, που τολμάς και μου βάζεις και φωνή”.
“Σκασμός εσύ, Αντωνάκη μου”.
“Σύνελθε Ελένη”.
“Σύνελθε εσύ, Αντωνάκη”.
“Πρόσεχε, Ελενίτσα, γιατί εγώ είμαι παλάβρας. Δε λογαριάζω τίποτα. Παίρνω αυτή τη στιγμή το καπελάκι μου και φεύγω”.
“Άκουσε να δεις Αντωνάκη μου, δέκα χρόνια μ’ έπρηξες ‘παίρνω το καπελάκι μου’ και ‘παίρνω το καπελάκι μου’. Ε, λοιπόν πάρε το καπελάκι σου και ώρα καλή στην πρύμνη σου και αγέρα στα πανιά σου”.
Δοκίμασε πριν αγοράσεις
Γιατί οι άνθρωποι φτάνουν εύκολα στο διαζύγιο όταν πρηγουμένως έχουν συμβιώσει; Φαίνεται πως η λογική “δοκίμασε πριν αγοράσεις” δεν λειτουργεί υπέρ του γάμου. Πριν μερικές δεκαετίες οι Αμερικανοί ψυχολόγοι έβλεπαν τη συμβίωση με πολύ θετικό μάτι θεωρώντας ότι θα αποτελούσε ένα τρόπο καλύτερης γνωριμίας των ζευγαριών που θα μείωνε την έξαρση των διαζυγίων. Όμως οι στατιστικές δείχνουν ότι τα ζευγάρια που συμβιώνουν έχουν μικρή πιθανότητα να παντρευτούν. Σύμφωνα με Αμερικανικά στοιχεία, μόνο το 26% των γυναικών και το 19% των ανδρών παντρεύονται όταν προηγουμένως έχουν συμβιώσει. Μπορεί αυό να πάει κόντρα στη λογική, αλλά αν θέλετε να παντρευτείτε καλύτερα να αποφύγεται τη συμβίωση.
Επίσης, οι έρευνες δείχνουν ότι τα ζευγάρια που καταλήγουν σε γάμο ύστερα από συμβίωση, έχουν 57% πιθανότητα να χωρίσουν μέσα στα πρώτα δέκα χρόνια γάμου. Ενώ τα ζευγάρια που παντρεύτηκαν χωρίς να έχουν συμβιώσει, τα πάνε πολύ καλύτερα έχοντας μόνο 30% πιθανότητα χωρισμού.
Οι ερευνητές έψαξαν να βρουν τους λόγους που η συμβίωση δεν λειτουργεί υπέρ του γάμου. Μια άποψη είναι ότι ενώ η γυναίκα βλέπει τη συμβίωση ως ένα βήμα πιο κοντά στο γάμο, δεν συμβαίνει το ίδιο με τον άνδρα ο οποίος “βλέπει” τη συμβίωση ως ένα τρόπο για “έξυπνο σεξ”. Ο άνδρας θεωρεί ότι με τη συμβίωση εξασφαλίζει το εργένικο lifestyle του και επιπλέον κάνει οικονομία στα έξοδά του.
Κατά μια άλλη άποψη, τα άτομα που συμβιώνουν –και ειδικά οι άνδρες– είναι αυτά που ουσιαστικά δεν θέλουν να παντρευτούν. Όμως κατά τη διάρκεια μιας συμβίωσης πολλά μπορεί να συμβούν όπως μια εγκυμοσύνη και τότε έρχεται ο γάμος ως μια αναγκστική κατάληξη. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως η πιθανότητα χωρισμού είναι μεγάλη γιατί τα άτομα που θα παντρευτούν κάτω α πό την πίεση μια ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης μάλλον δεν θα το έκαναν από μόνοι τους. Ίσως λοιπόν δεν φέρνει η συμβίωση το διαζύγιο αλλά το γεγονός ότι επιλέγεται από άτομα που έχουν ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα ζωής που δεν είναι κατάλληλος για μακροχρόνια δέσμευση.
Μεγαλύτερη φθορά
Υπάρχει πάντως και μια πιο απλή εξήγηση για το γεγονός ότι η συμβίωση οδηγεί μάλλον σε χωρισμό παρά σε γάμο. Οι αμερικανοί ψυχολόγοι Catherine Cohen και Stacy Kleinbaum συνέκριναν παντρεμένα ζευγάρια που είχαν προηγουμένως συμβιώσει με παντρεμένα ζευγάρια που δεν είχαν συμβιώσει. Τα ζευγάρια κάθισαν σε ένα σαλόνι όπου είχαν τοποθετηθεί βιντεοκάμερες και τους ζητήθηκε να μιλήσουν για κάποιες πτυχές του γάμου τους. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι αυτοί που είχαν περάσει προηγουμένως από το στάδιο της συμβίωσης είχαν λιγότερο θετική συμπεριφορά στην επίλυση των προβλημάτων και μικρότερη συνεννόηση μεταξύ τους. Γιατί; Διότι ήταν πιο εξοικειωμένοι μεταξύ τους.
Φαίνεται πως η συμβίωση πρακτικά “μετράει” ως γάμος μεταξύ των ζευγαριών και επειδή ο γάμος αργά ή γρήγορα φθείρει τις σχέσεις, τα παντρεμένα ζευγάρια που έχουν προηγουμένως συμβιώσει έχουν υποστεί μεγαλύτερη φθορά και αυτό τα φέρνει πιο γρήγορα στο χωρισμό.