Εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, ο υπνωτισμός παραμένει αμφιλεγόμενο θέμα μεταξύ των νευρολόγων, των ψυχολόγων και των ψυχιάτρων. Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν μεν ότι οι άνθρωποι μπορούν να υπνωτίζονται, διαφωνούν όμως για τη φύση αυτής της «υπνωτισμένης» κατάστασης. Κάποιοι πιστεύουν ότι ο υπνωτισμός δεν διαφέρει σημαντικά από την κανονική κατάσταση εγρήγορσης -η μόνη διαφορά είναι ότι το υπνωτισμένο υποκείμενο εστιάζει την προσοχή του όχι στο περιβάλλον, αλλά σε εσωτερικές διεργασίες και νοητικές εικόνες. Άλλοι, όμως, είναι πεπεισμένοι ότι ο υπνωτισμός αντιστοιχεί σε μια ιδιαίτερη συνειδησιακή κατάσταση -διαφορετική από την κατάσταση εγρήγορσης- της οποίας η ύπαρξη δεν έχει επιβεβαιωθεί ως σήμερα.
Τώρα, ένα πείραμα Σκανδιναβών ερευνητών ενισχύει τη θεωρία ότι ο υπνωτισμός αποτελεί μια ξεχωριστή κατάσταση της συνείδησης, η οποία δεν έχει αναγνωριστεί επίσημα ως σήμερα. Η έρευνα που δημοσιεύεται στην αμερικανική ηλεκτρονική επιθεώρηση PLoS ONE έδειξε ότι ο υπνωτισμός προκαλεί αλλαγές στις κινήσεις των ματιών, τις οποίες αδυνατούν να μιμηθούν τα μη υπνωτισμένα άτομα. Η ερευνητική ομάδα, μοιρασμένη ανάμεσα στη Φινλανδία και τη Σουηδία, εξέτασε το χαρακτηριστικό απλανές ή «παγωμένο» βλέμμα, με τα μάτια ορθάνοιχτα, το οποίο παρατηρείται σε ορισμένα υπνωτισμένα άτομα. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές παρακολούθησαν με ειδικές κάμερες το βλέμμα μιας γυναίκας που μπορούσε να υπνωτίζεται ή να συνέρχεται από την υπνωτισμένη κατάσταση στο άκουσμα μιας λέξης.
Οι κάμερες παρακολούθησης του βλέμματος έδειξαν ότι ο υπνωτισμός «συνοδεύεται από μετρήσιμες μεταβολές σε αυτόματες, ανακλαστικές συμπεριφορές του ματιού, τις οποίες δεν μπορούσαν να μιμηθούν οι μη υπνωτισμένοι εθελοντές» αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ακαδημία της Φινλανδίας. «Τα αποτελέσματα ενδέχεται να έχουν ευρείες συνέπειες για την ψυχολογία και τη νευροεπιστήμη, δεδομένου ότι προσφέρουν τις πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη μιας συνειδησιακής κατάστασης που δεν είχε επιβεβαιωθεί επιστημονικά ως σήμερα» προσθέτει.