Ασφαλείς οι στατίνες

Τα κυριότερα φάρμακα κατά της υψηλής κακής χοληστερίνης (LDL), οι στατίνες, συνεχίζουν να έχουν θετικά αποτελέσματα, ενώ παραμένουν ασφαλή χωρίς να αυξάνουν τον κίνδυνο για άλλες παθήσεις όπως ο καρκίνος, ακόμα και αν ο ασθενής τα παίρνει για πολλά χρόνια, σύμφωνα με μία νέα βρετανική μελέτη.  Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ρίτσαρντ Μπουλμπούλια του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο ιατρικό περιοδικό “The Lancet”,  μελέτησαν επί 11 χρόνια περίπου 20.500 ασθενείς και δεν βρήκαν ενδείξεις ότι οι στατίνες αυξάνουν διαχρονικά τον κίνδυνο θανάτου από μη καρδιαγγειακά αίτια, ούτε καθιστούν τους ανθρώπους πιο ευάλωτους στον καρκίνο.

Η νέα μελέτη καθησυχάζει τους ουκ ολίγους ανθρώπους με υψηλή χοληστερίνη, στους οποίους οι γιατροί έχουν συνταγογραφήσει στατίνες επ’ αόριστον. Οι στατίνες έχουν ορισμένες φορές παρενέργειες, όπως η πρόκληση ναυτίας, μυικών πόνων ή βλαβών στο ήπαρ και τα νεφρά, αν και η νέα έρευνα δείχνει ότι τα όποια προβλήματα δεν είναι θανατηφόρα. Ο Μπουλμπούλια χαρακτήρισε ”αξιοσημείωτη” την μακρόχρονη ωφέλεια των στατινών, σε συνδυασμό με την ασφάλειά τους παρά την παρατεταμένη χρήση. Προηγούμενες μελέτες είχαν βρει πιθανές ενδείξεις για σχέση ανάμεσα στην πολυετή λήψη αυτών των φαρμάκων και πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται. Η μελέτη έδειξε ότι η λήψη καθημερινά, επί πέντε έτη, μίας δόσης σιμβαστατίνης των 40 mg (εναλλακτικά με εικονικό φάρμακο ”πλασέμπο”) μειώνει κατά 23% τον κίνδυνο για έμφραγμα και εγκεφαλικό. Μάλιστα, το όφελος παραμένει σχεδόν ίδιο ακόμα και την επόμενη εξαετία μετά τη διακοπή λήψης του φαρμάκου.

Μερικές από τις πιο εμπορικές ονομασίες για τις στατίνες περιλαμβάνουν το Lipitor της Pfizer, το Crestor της AstraZeneca και το Zocor της Merck. Οι στατίνες γενικά ”δουλεύουν” μπλοκάροντας ένα ένζυμο στο συκώτι, το οποίο βοηθά στη δημιουργία των μορίων των λιποπρωτεϊνών που συσσωρεύονται στα τοιχώματα των αρτηριών.

Οι στατίνες που έχουν χαρακτηρισθεί ως ”οι ασπιρίνες του 21ου αιώνα”, ξεπερνούν σε πωλήσεις τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια.

Δείτε επίσης