Οι άντρες χρειάζονται την τεστοστερόνη για να έχουν δυνατούς μυς, γερά οστά, καλή ψυχική διάθεση, ενέργεια και καλή ερωτική ζωή. Όμως, τεστοστερόνη δεν παραμένει σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής στους άνδρες. Μετά τα 40 αρχίζει να μειώνονται κατά 1-2% ετησίως. Έτσι μετά την ηλικία των 55-60 ετών, ο 25-30% των ανδρών έχουν πλέον χαμηλή τεστοστερόνη και πάσχουν από το επονομαζόμενο σύνδρομο ανεπάρκειας τεστοστερόνης, το οποίο μπορεί να δημιουργήσει αρκετά προβλήματα.
Κατά τον Χιου Τζόουνς, ομότιμο καθηγητή Ανδρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, όταν η τεστοστερόνη είναι μειωμένη στον άνδρα μπορεί να προκαλέσει αύξηση του σωματικού βάρους, απώλεια τριχών από το πρόσωπο και από το σώμα, μείωση της μυϊκής μάζας, πόνους στις αρθρώσεις, εξάψεις και προβλήματα στην ερωτική ζωή. Όπως εξηγεί ο Τζόουνς πολλοί άντρες κατηγορούν την ηλικία τους ή τη γυναίκα τους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν με το σεξ, αλλά αυτά μπορεί κάλλιστα να οφείλονται στη μείωση της τεστοστερόνης.
Σύμφωνα με οδηγίες που εξέδωσε πέρυσι η Βρετανική Εταιρεία Σεξουαλικής Ιατρικής (BSSM), η μειωμένη ερωτική επιθυμία και δραστηριότητα, η κακή πρωινή στύση (ο άνδρας βρίσκεται σε στύση αρκετές ώρες κατά τη διάρκεια του ύπνου του) και η στυτική δυσλειτουργία είναι τρία από τα κριτήρια που πρέπει να εγείρουν υπόνοιες για σύνδρομο ανεπάρκειας τεστοστερόνης. Άλλα ύποπτα συμπτώματα είναι η μείωση των αυτόματων στύσεων, η γυναικομαστία, η ολιγοσπερμία ή ασπερμία (σ.σ. η μείωση του αριθμού των σπερματοζωαρίων) και το μικρό μέγεθος των όρχεων.
Όταν αυτά τα συμπτώματα συνδυάζονται και με χαμηλές τιμές της τεστοστερόνης σε αναλύσεις αίματος που γίνονται το πρωί, τότε είναι πολύ πιθανό ο άντρας να πάσχει από ανεπάρκεια τεστοστερόνης.
Η χαμηλή τεστοστερόνη μπορεί να έχει και σοβαρότερες, μακροπρόθεσμες συνέπειες. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, λ.χ., πραγματοποίησαν μελέτη με 800 άνδρες, διαπιστώνοντας πως όταν η τεστοστερόνη είναι πολύ χαμηλά στο αίμα μπορεί να αυξηθεί κατά 35% ο κίνδυνος θανάτου μέσα σε μια 20ετία. Η ανεπάρκεια τεστοστερόνης αυξάνει επίσης τον κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (αυξημένο “ζάχαρο” στο αίμα) ο οποίος όμως με τη σειρά του μειώνει ακόμα περισσότερο τη τεστοστερόνη. Το περίπου 40% των ανδρών με διαβήτη τύπου 2 έχουν και χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, σύμφωνα με μελέτη που δημοσίευσε πέρυσι ο δρ Τζόουνς. Γι’ αυτό και οι διαβητικοί έχουν πιο συχνά στυτική δυσλειτουργία από τους υγιείς άνδρες. Ωστόσο, οι ειδικοί δεν γνωρίζουν ακόμα ποια διαταραχή προηγείται και ποια έπεται, καθώς σε μερικούς άντρες η χαμηλή τεστοστερόνη μπορεί να προκάλεσε τον διαβήτη και σε άλλους ο διαβήτης να οδήγησε στην χαμηλή τεστοστερόνη.
Οι αιτίες της μειωμένης τεστοστερόνης
Η ηλικία είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση του συνδρόμου ανεπάρκειας τεστοστερόνης, αλλά πολλές μελέτες δείχνουν πως καθοριστικό ρόλο παίζουν και η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης και η κατάχρηση αλκοόλ, κατά τον καθηγητή Τομ Τρίνικ, ειδικό στην ανεπάρκεια από το Πανεπιστήμιο του Ούλστερ, στο Μπέλφαστ.
Όπως εξηγείο καθηγητής, τα περιττά κιλά, το υψηλό “ζάχαρο” στο αίμα και το αλκοόλ οδηγούν σε συσσώρευση λίπους γύρω από τη μέση – δηλαδή στην ανδρικού τύπου παχυσαρκία, η οποία διεγείρει την παραγωγή της των οιστρογόνων (ορμόνες του γυναικείου φύλου) που με τη σειρά τους εξουδετερώνουν την τεστοστερόνη. Δεν χρειάζεται να πίνει κανείς πολύ για να πληγεί η τεστοστερόνη του. «Μόλις δυο-τρία ποτηράκια κρασί την ημέρα μπορεί να ελαττώσουν τα επίπεδά της, ιδίως στους άντρες που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι», λέει ο καθηγητής Τρίνικ.
Να σημειωθεί ότι μια πρόσφατη μελέτη για τη τεστοστερόνη βρήκε ότι αυτό που την κάνει να μειώνεται δεν είναι τόσο η ηλικία όσο ο τρόπος ζωής.
Άλλοι παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τα επίπεδα της τεστοστερόνης είναι οι τραυματισμοί στους όρχεις (εξαιτίας λ.χ. της χημειοθεραπείας για καρκίνο), το στρες και διάφορες χειρουργικές επεμβάσεις. Το στρες μπορεί να μειώσει την τεστοστερόνη, επειδή αυξάνει τα επίπεδα της κορτιζόλης – της κύριας ορμόνης του στρες. Ακόμα και η λήψη κοινών φαρμάκων μπορεί να παίξει ρόλο, κατά τον καθηγητή Τρίνικ, με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση των αναλγητικών που περιέχουν οπιοειδή.
Το δυνατό ροχαλητό και η άπνοια στη διάρκεια του ύπνου επίσης είναι παράγοντες κινδύνου, κατά τον δρα Σαχράντ Ταχέρι, λέκτορα Ενδοκρινολογίας στη Σχολή Κλινικής & Πειραματικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ. «Με την άπνοια, διακόπτεται η αναπνοή αρκετές φορές μέσα στη νύχτα, δίχως να το αντιλαμβάνεται ο πάσχων και η διακοπή αυτή μειώνει τα επίπεδα οξυγόνου στον οργανισμό, με συνέπεια να μπλοκάρεται ο κύριος αδένας του εγκεφάλου, η υπόφυση, και να μην δίνει το μήνυμα στους όρχεις για να παράξουν τεστοστερόνη».
Χορήγηση τεστοστερόνης
Το ερώτημα είναι τι μπορεί να κάνει ένας άντρας όταν έχει χαμηλή τεστοστερόνη. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι γιατροί συνιστούν θεραπεία με χορήγηση τεστοστερόνης για τρεις έως έξι μήνες, η οποία συνήθως γίνεται με ειδικά τζελ ή εγχύσεις.
Πολλοί γιατροί, πάντως, είναι επιφυλακτικοί στη χρήση αυτής της θεραπείας και προτείνουν πρώτα αλλαγές στον τρόπο ζωής. «Οι παχύσαρκοι ασθενείς λ.χ. συχνά διαπιστώνουν πως τα ορμονικά επίπεδά τους επανέρχονται στο φυσιολογικό όταν αδυνατίσουν», λέει ο καθηγητής Μπουλού. «Συνεπώς, δεν πρέπει να βιαστεί κανείς να χορηγήσει θεραπεία υποκατάστασης».