Οι περισσότεροι άνθρωποι το χειμώνα παίρνουν κιλά. Το πόσο, εξαρτάται. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες, η μέση αύξηση του βάρους στους τρεις χειμερινούς μήνες είναι μισό κιλό, αλλά για όσους ήδη διαθέτουν περιττά κιλά, είναι περισσότερο – εύκολα φτάνει κάποιος τα 3 ή και τα 4 ακόμα. Και αν αναλογιστεί κανείς πως περισσότεροι από έξι στους δέκα Έλληνες είναι πλέον υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, αντιλαμβάνεται πως για τους περισσότερους από εμάς τα 3-4 κιλά αποτελούν πιθανότερο σενάριο.
Το πιο σοβαρό, όμως, είναι πως τα χειμωνιάτικα κιλά μπορεί να μην είναι προσωρινά, κατά την διαιτολόγο Σάιαν Πόρτερ, από το Λονδίνο. «Τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνουν πως τα κιλά του χειμώνα έρχονται για να μείνουν», λέει. «Ακόμα και μισό κιλό να παίρνει κανείς κάθε χειμώνα, σε μια δεκαετία θα έχει αυξηθεί το σωματικό βάρος του κατά 5 κιλά, δίχως καν να το αντιληφθεί».
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Ο κλινικός διαιτολόγος-βιολόγος Χάρης Δημοσθενόπουλος, προϊστάμενος του Διαιτολογικού Τμήματος στο Λαϊκό Νοσοκομείο της Αθήνας, δίνει την απάντηση:
* Τρώμε περισσότερο για να μην κρυώνουμε. Πολλοί το πιστεύουν κι άλλοι τόσοι το κάνουν, αλλά η αλήθεια είναι πως αποτελεί πλάνη – για τον σύγχρονο άνθρωπο τουλάχιστον. Αν και πολλοί πιστεύουν πως είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι να προσπαθούμε κάθε φθινόπωρο να αυξήσουμε τα αποθέματα λίπους για να αντέξουμε τις επερχόμενες, δύσκολες καιρικές συνθήκες, η αλήθεια είναι πως στην σύγχρονη εποχή δεν χρειάζεται να αποθηκεύουμε λίπους: το φαγητό γύρω μας είναι άφθονο.
Επιπλέον, το πρόσθετο σωματικό λίπος όχι μόνο δεν μας «μονώνει» από το κρύο, αλλά αντιθέτως μας κάνει να… κρυώνουμε περισσότερο! Και αυτό, διότι το λίπος αυτό είναι λευκός λιπώδης ιστός που απλώς αποτελεί αποθήκη ενέργειας (θερμίδων) και όχι το θερμογόνο καφέ λίπος. Αυτό το διαθέτουν σε αφθονία μόνο τα μωρά, ενώ οι ενήλικες το φέρουν σε πολύ περιορισμένες ποσότητες.
* Πεινάμε περισσότερο. Είναι γεγονός πως το κρύο ανοίγει την όρεξη, επειδή κάνουμε περισσότερες καύσεις για να παραχθεί θερμότητα που θα διατηρήσει φυσιολογική τη σωματική θερμοκρασία μας παρά τις χαμηλές, περιβαλλοντικές θερμοκρασίες. Αν, όμως, δεν ελέγξουμε την πείνα μας, η ζυγαριά θα… κάνει πάρτυ!
* Πίνουμε περισσότερο για να ζεσταθούμε. Αν και πάρα πολλοί καταφεύγουν το ποτό όταν θέλουν να ζεσταθούν, το αίσθημα ζεστασιάς που μας παρέχει το αλκοόλ μια κρύα νύχτα του χειμώνα όχι μόνο είναι προσωρινό, αλλά τελικά λειτουργεί αντίστροφα.
Σύμφωνα με κάποιες μελέτες, το αλκοόλ αυξάνει τη ροή αίματος προς το δέρμα και ελαττώνει σημαντικά την εσωτερική θερμοκρασία του σώματος, ενώ αντιστρέφει τα αντανακλαστικά που ρυθμίζουν τη σωματική θερμοκρασία, περιορίζοντας έτσι την ικανότητα του ρίγους. Με άλλα λόγια, μας κάνει να κρυώνουμε και να μην το καλοκαταλαβαίνουμε κιόλας!
Επιπλέον, μελέτη του 2005, έδειξε ότι έπειτα από ένα και μόνο ποτό, ο οργανισμός προσπαθεί να αντισταθμίσει την αίσθηση ζεστασιάς που προκαλεί η αυξημένη ροή αίματος στο δέρμα διεγείροντας την εφίδρωση – και η εφίδρωση ελαττώνει τη σωματική θερμοκρασία.
* Τρώμε πιο παχυντικά φαγητά. Αν και το καλοκαίρι ενστικτωδώς απλώνουμε το χέρι μας σε οτιδήποτε μπορεί να μας δροσίσει (από σαλάτες και δροσερά φρούτα έως όσο το δυνατόν πιο ελαφρά φαγητά), το χειμώνα κάνουμε ακριβώς το αντίθετο: αναζητούμε λιπαρά και «πλούσια» εδέσματα.
Αυτό συμβαίνει για διάφορους λόγους, άλλοι εκ των οποίων άπτονται της φυσιολογίας του οργανισμού (όσο πιο βαρύ είναι ένα φαγητό, τόσο πιο έντονη η πέψη και η παραγωγή θερμότητας) και άλλοι της ψυχολογίας (ο βαρύς χειμώνας, με το περισσότερο σκοτάδι, το κλείσιμο στο σπίτι και την μελαγχολική διάθεση που επιφέρει, «τραβάει» οτιδήποτε μπορεί να δημιουργήσει αίσθημα ευφορίας στον εγκέφαλο – και τα πρώτα που το κάνουν είναι τα γλυκά και τα φαγητά με πολλούς υδατάνθρακες και σάκχαρα).
* Κινούμαστε λιγότερο. Το κολύμπι στη θάλασσα και οι περίπατοι στην εξοχή, δίνουν τη θέση τους στην… κουβέρτα στον καναπέ μπροστά από μια τηλεόραση ή στη βόλτα μέχρι την πλησιέστερη καφετέρια, όπου ένας καφές (συνοδευμένος με ένα ωραίο γλυκό) ή μια ζεστή σοκολάτα, θα μας «χαρίσουν» από 350 θερμίδες και πάνω!
Περιορίζοντας, όμως, την κίνηση – είτε λόγω κρύου, είτε λόγω περισσότερων υποχρεώσεων ή κακοδιαθεσίας – κάνουμε το ενεργειακό μας ισοζύγιο θετικό, διότι τρώμε περισσότερες θερμίδες από όσες καίμε.
* Είμαστε… ντυμένοι. Είναι γεγονός πως τα χειμωνιάτικα ρούχα καλύπτουν πολύ περισσότερες ατέλειες του σώματος, απ’ ό,τι τα άκρως αποκαλυπτικά ρούχα του καλοκαιριού ή, στους άντρες, τα μπλουζάκια και τα T-shirt. Έτσι, η «κοιλίτσα» από τα παραπανίσια κιλά, απλούστατα δεν μας ενοχλεί, διότι δεν την βλέπουμε!
* Τσιμπολογάμε πιο πολύ. Όταν κλεινόμστε στο σπίτι παρέα με το άγχος της δουλειάς και των συνεπειών της οικονομικής κρίσης, εκτονώνουμε την κακή ψυχική διάθεσή μας με ένα συνεχές τσιμπολόγημα. Συνήθως όμως δεν τσιμπολογάμε φρούτα ή γιαούρτια, όπως θα κάναμε το καλοκαίρι, αλλά οτιδήποτε νόστιμο και «ζεστό» βλέπουμε μπροστά μας. Έτσι, προσλαμβάνουμε αρκετές εκατοντάδες έξτρα θερμίδες, που «ξεχειλώνουν» αργά αλλά σταθερά το βάρος μας.
* Πίνουμε λιγότερο νερό. Όσο δελεαστικό κι αν είναι το δροσερό νερό το καλοκαίρι, άλλο τόσο αδιάφορους μας αφήνει τον χειμώνα. Μόνο που το νερό κόβει την όρεξη ή έστω την «ξεγελάει», κι ας μην το αντιλαμβανόμαστε, ενώ δίχως αυτό, η όρεξή μας αναζητά ακόρεστα πως θα ικανοποιηθεί.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ