Αμερικανοί ερευνητές με επικεφαλής τον καθηγητή Μπρους Σπίγκελμαν ανακάλυψαν ότι η αύξηση των επιπέδων μιας ορμόνης που ανακαλύφθηκε πρόσφατα και ονομάζεται ιριζίνη (irisin) παρέχει τα ίδια οφέλη με αυτά της άσκησης με αποτέλεσμα να βοηθάει στην απώλεια του βάρους. Το νέο εύρημα προέκυψε μετά από πειράματα σε ποντίκια και εκτιμάται ότι μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπείες για την παχυσαρκία και τον διαβήτη τύπου 2.
Ιριζίνη, ένα ελληνικό όνομα
Η συγκεκριμένη ορμόνη που ονομάστηκε ιριζίνη (από την Ιριδα που κατά τη μυθολογία ήταν η γοργοπόδαρη αγγελιαφόρος των θεών) εντοπίζεται τόσο στα ποντίκια όσο και στον άνθρωπο. Ελαβε το συγκεκριμένο όνομα επειδή δρα και εντός του οργανισμού ως αγγελιαφόρος μεταφέροντας ένα μήνυμα από τους μυς στον λιπώδη ιστό. Για την ακρίβεια η ιριζίνη, η οποία αυξάνεται κατά τη διάρκεια της άσκησης, μετατρέπει το “λευκό λίπος” του σώματος (αυτό που βρίσκεται κάτω από το δέρμα) σε ένα άλλο λίπος που ονομάζεται “καφέ λίπος” το οποίο χρησιμεύει για να αυξάνει τη θερμοκρασία του σώματος και οδηγεί σε κατανάλωση ενέργειας.
Μέχρι το 2009 οι ειδικοί πίστευαν ότι μόνο τα βρέφη διαθέτουν αρκετό καφέ λίπος. Ερευνητικά στοιχεία που ήλθαν στο φως εκείνη τη χρονιά από τρεις διαφορετικές ομάδες έδειξαν όμως ότι και οι ενήλικες διαθέτουν αυτόν τον «καλό» τύπο λίπους, σε ποσότητες μεγαλύτερες από αυτές που πιστευόταν μέχρι τότε.
Οι αμερικανοί ειδικοί εντόπισαν την ιριζίνη μελετώντας μυς ποντικών αλλά και ανθρώπων – συγκεκριμένα τα ανθρώπινα δείγματα αφορούσαν αθλητές που συμμετείχαν σε αγώνες αντοχής.
Η ιριζίνη μειώνει το βάρος
Όταν οι ερευνητές εισήγαγαν το γονίδιο που κωδικοποιεί για την παραγωγή ιριζίνης σε παχύσαρκα ποντίκια που έπασχαν από προ-διαβήτη και ακολουθούσαν διατροφή πλούσια σε λιπαρά, τα ζώα έχασαν βάρος και παρουσίασαν βελτίωση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα τους. Και όλα αυτά χωρίς να εμφανιστεί τοξικότητα ή παρενέργειες, σημειώνεται στη μελέτη.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Σπίγκελμαν τα νέα ευρήματα αναμένεται να οδηγήσουν σε καινούργιες θεραπείες για την παχυσαρκία και τον διαβήτη. Εκτιμάται επίσης ότι θα αποδειχθούν πολύτιμα για ασθενείς με διαταραχές που δεν τους επιτρέπουν να ασκούνται.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι μια εκδοχή της ιριζίνης θα δοκιμαστεί σε ανθρώπους σε περίπου δύο χρόνια από σήμερα.