Η χολίνη είναι μια θρεπτική ουσία απαραίτητη για τη λειτουργία της καρδιάς και του εγκεφάλου, καθώς και για την επισκευή των κυτταρικών μεμβρανών. Περιέχεται κυρίως στα αυγά (στον κρόκο), στο βοδικό συκώτι, στο κοτόπουλο, στα φασόλια, στη σόγια, στα σιτηρά, στα καρύδια τα ψάρια και στο μπρόκολο. Υπάρχει επίσης και στο ανθρώπινο μητρικό γάλα.
Η χολίνη είναι απαραίτητη για την κατασκευή ενός σημαντικού νευροδιαβιβαστή που ονομάζεται ακετυλοχολίνη και ορισμένων βασικών συστατικών των κυτταρικών μεμβρανών, όπως είναι η φωσφατιδυλοχολίνη (λεκιθίνη) και η σφιγγομυελίνη. Απαιτείται επίσης για τον σωστό μεταβολισμό των λιπών. Χωρίς την χολίνη, τα λίπη δεν μπορούν να μεταβολιστούν και εγκλωβίζονται στο συκώτι.
Σε περίπτωση ανεπάρκειας χολίνης στο σώμα παρουσιάζεται αύξηση του λιπώδους ιστού, αύξηση της πίεσης, έλκος στομάχου, δυσλειτουργία του ήπατος και των νεφρών ενώ στα έμβρυα έχει δυσμενή επίδραση στην ανάπτυξη του. Κάποιες μελέτες έχουν δείξει ότι η χολίνη συμμετέχει και στο μεταβολισμό της ομοκυστεϊνης, επομένως είναι ευεργετική και για την πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Παρόλο που η χολίνη μπορεί να παραχθεί από το σώμα συντίθεται σε μικρές ποσότητετς (στο συκώτι με τη βοήθεια της βιταμίνης Β12, του φυλλικού οξέος και του αμινοξέος μεθειονίνη) έχει θεωρηθεί «απαραίτητο» διατροφικό στοιχείο που σημαίνει ότι πρέπει να λαμβάνεται από τη διατροφή.
Οι καθημερινές απαιτήσεις του ανθρώπου σε χολίνη είναι από 125 mg (για μωρά) μέχρι 550 mg για τους ενήλικες και τις έγκυες ή θηλάζουσες μητέρες.
Χολίνη, μνήμη και στρες
Πρόσφατα, ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βοστόνης θεώρησαν ότι μπορούν να βοηθήσουν στο να παραμείνει νέος ο εγκέφαλός μας μέσω μιας διατροφής που περιέχει αρκετή χολίνη. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι άτομα που λάμβαναν στο πλαίσιο της διατροφής τους ικανοποιητικές ποσότητες χολίνης είχαν καλύτερες επιδόσεις σε τεστ μνήμης ενώ αντιμετώπιζαν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν στον εγκέφαλο αλλαγές που συνδέονται με άνοια. Τα συμπληρώματα χολίνης αυξάνουν την συσσώρευση της ακετυλοχολίνης στον εγκέφαλο. Η ακετυλοχολίνη είναι ένα μόριο που χρησιμεύει σε αρκετές εγκεφαλικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης και της μνήμης. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυξάνοντας την περιεκτικότητα ακετυλοχολίνης στον εγκέφαλο με συμπληρώματα χολίνης προκύπει βελτιωμένη μνήμη, ιδιαίτερα σε ασθενείς με την νόσο του Alzheimer.
Τώρα ειδικοί από το Πανεπιστήμιο Κορνέλ πιστεύουν ότι μελλοντικά οι έγκυες γυναίκες θα μπορούν να λαμβάνουν συμπληρώματα χολίνης, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το φυλλικό οξύ. Με τον τρόπο αυτόν εκτιμούν ότι θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά ο κίνδυνος εμφάνισης διαφόρων προβλημάτων υγείας όπως π.χ. η δισχιδής ράχη.
Σε κάποιες από τις εγκύους που έλαβαν μέρος στη μελέτη, χορηγήθηκαν 480 mg χολίνης ημερησίως με συμπληρώματα αλλά και μέσω της διατροφής τους, ενώ σε άλλες χορηγήθηκαν 930 mg χολίνης. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι μεγαλύτερες δόσεις χολίνης οδηγούσαν στη μεγαλύτερη πρόσδεση ουσιών στο DNA της μητέρας, γεγονός που προκαλούσε αλλαγές σε γονίδια που σχετίζονταν με τη ρύθμιση της ορμονικής δραστηριότητας στον οργανισμό της.
Μάλιστα η δραστηριότητα γονιδίων που θεωρούνται υπεύθυνα για την παραγωγή της ορμόνης κορτιζόλης – η ορμόνη αυτή έχει συνδεθεί με το στρες– ήταν τόσο μειωμένη, ώστε το έμβρυο να εμφανίζει πτώση των επιπέδων καρτιζόλης στο αίμα του κατά 33% (αφού όπως είπαμε η χολίνη υπάχει και στο μητρικό γάλα).
Δεν έχει παρενέργειες σε μέτριες δόσεις
Η επικεφαλής της μελέτης, δρ Ίβα Πρέσμαν ανέφερε ότι οι μητέρες που ταλαιπωρούνται από αυξημένο στρες και κατάθλιψη – καταστάσεις δηλαδή που αυξάνουν τα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό – θα μπορούσαν να ωφεληθούν από την προστατευτική δράση της χολίνης.
«Μια μέρα ενδεχομένως να μπορούμε να συνταγογραφούμε χολίνη με τον ίδιο τρόπο που σήμερα συνταγογραφούμε φυλλικό οξύ σε όλες τις εγκύους. Είναι οικονομική και δεν εμφανίζει παρενέργειες τουλάχιστον στις δόσεις που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη» λέει η ίδια.
«Μπορεί τα ευρήματά μας να μην αλλάξουν κάτι στην παρούσα φάση, ωστόσο η ιδέα ότι η πρόσληψη χολίνης θα μπορούσε να προκαλέσει αλλαγές στη γονιδιακή έκφραση από την εβρυική έως την ενήλικη ζωή είναι κάτι σχετικά νέο», καταλήγει η Πρέσμαν.