Ξέρουμε ότι o άνθρωπος παχαίνει επειδή τρώει πολύ και κινείται λίγο. Αυτό φυσικά είναι σωστό και δεν μπορεί ποτέ να ανατραπεί. Το παραπανίσιο βάρος προκύπτει όταν οι θερμίδες που παίρνουμε από το φαγητό είναι περισσότερες από αυτές που ξοδεύουμε. Πρόκειται για μια εφαρμογή του δεύτερου θερμοδυναμικού αξιώματος.
Το ερώτημα όμως είναι τι κρύβεται πίσω από αυτή την ανισορροπία των θερμίδων που παρατηρείται στους παχύσαρκους αλλά και σε ανθρώπους που ξεκίνησαν με κανονικό βάρος αλλά στη διάρκεια της ζωής τους έγιναν υπέρβαροι.
Οι παχύσαρκοι άνθρωποι τρώνε πολύ όχι επειδή αυτή έτσι θέλουν (αν ήταν θέμα βούλησης δεν θα υπήρχε παχυσαρκία γιατί οποιαδήποτε δίαιτα θα είχε άμεσα αποτελέσματα) αλλά επειδή υπάρχει ένας μηχανισμός που τους ωθεί να έχουν μεγάλη όρεξη και να παίρνουν περισσότερες θερμίδες από όσες χρειάζονται.
Αυτός ο μηχανισμός βρίσκεται στον εγκέφαλο και συνδέεται με τον λιπώδη ιστό μέσω της μιας ορμόνης, της λεπτίνης. Τώρα, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν ανακάλυψαν ότι ο εγκέφαλος των παχύσαρκων δεν αντιδρά σωστά στην λεπτίνη.
Δύο είναι βασικές ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη.
Η πρώτη είναι η λεπτίνη (leptin) η οποία παράγεται κυρίως από τα κύτταρα του λίπους και δίνει στον εγκέφαλο το μήνυμα ότι πρέπει να σταματήσει την πρόσληψη της τροφής, διότι έχουμε φάει αρκετά και άρα δεν πεινάμε άλλο. Η λεπτίνη ενεργοποιεί επίσης τις καύσεις του λίπους και συνεπώς είναι αυτή που μπορεί να μας αδυνατίσει, εξ’ ου και το όνομά της. Αρκεί βέβαια ο εγκέφαλος να λειτουργεί σωστά και να αντιλαμβάνεται το μήνυμα που του στέλνει η λεπτίνη.
Η δεύτερη βασική ορμόνη που ρυθμίζει το σωματικό βάρος είναι η γκρελίνη (ghrelin), η οποία παράγεται κυρίως το στομάχι για να αυξήσει το αίσθημα της πείνας, να επιβραδύνει τον μεταβολισμό και να μειώσει την ικανότητα του οργανισμού να καίει τα λίπη.
Παχυσαρκία: Αντίσταση στη λεπτίνη
Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως όσοι δεν παράγουν αρκετή λεπτίνη, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν προβλήματα με το βάρος τους.
Όμως το πρόβλημα των παχύσαρκων δεν είναι ότι δεν παράγουν αρκετή λεπτίνη. Το πρόβλημα φαίνεται ότι είναι πως ο εγκέφαλος δεν αντιλαμβάνεται το μήνυμα της λεπτίνης με αποτέλεσμα να μην δίνει σήμα κορεσμού της πείνας. Έτσι μερικοί άνθρωποι τρώνε παραπάνω από όσο χρειάζεται για να διατηρήσουν το κανονικό βάρος.
Μπορεί να πει κανείς ότι η κατάσταση αυτή είναι μια ασθένεια ανάλογη με αυτή που παρουσιάζεται στην περίπτωση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Ο διαβήτης τύπου 2 οφείλεται στο γεγονός ότι η ινσουλίνη, παρότι μπορεί να παράγεται σε σημαντικές ποσότητες στο σώμα, δεν μπορεί να δώσει το ορμονικό μήνυμα της εισόδου της γλυκόζης στα μυικά κύτταρα. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται αντίσταση στην ινσουλίνη και υπάρχει σε όλους τους διαβητικούς τύπου 2.
Φαίνεται λοιπόν ότι, κατά ανάλογο τρόπο, η παχυσαρκία είναι αποτέλεσμα της αδρανοποίησης του υποδοχέα της λεπτίνης στον εγκέφαλο οποίος δεν αντιλαμβάνεται ότι έχει ήδη εισαχθεί αρκετή τροφή στο στομάχι και δεν προκαλεί το αίσθημα του κορεσμού. Με άλλα λόγια ο εγκέφαλος έχει αποκτήσει αντίσταση στη λεπτίνη (leptin resistance).
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν εντόπισαν το λόγο για τον οποίο αδρανοποιείται ο υποδοχέας της λεπτίνης. Όπως εξηγούν στην διαδικτυακή έκδοση της επιθεώρησης «Molecular Cell», το κλειδί είναι δύο απολήξεις (σαν μαστίγια) που διαθέτει ο υποδοχέας της λεπτίνης οι οποίες περιστρέφονται μέσα στον εγκέφαλο έως ότου εντοπίσουν τα μόρια της λεπτίνης με τα οποία θα ενωθούν.
Φαίνεται ότι οι υποδοχείς της λεπτινης στον εγκέφαλο όσων αντιμετωπίζουν πρόβλημα βάρους δεν διαθέτουν αυτές τις απολήξεις, με συνέπεια να μην μπορεί η λεπτίνη να ενωθεί με αυτούς. Δίχως αυτή τη συνένωση, όμως, δεν ενεργοποιείται το αίσθημα κορεσμού της πείνας και έτσι οι άνθρωποι αυτοί τρώνε ακατάσχετα γιατί είναι μόνιμα πεινασμένοι. Επιπλέον, δεν διεγείρεται η καύση του λίπους στο σώμα τους και έτσι να συσσωρεύουν περιττά κιλά γύρω από τη μέση τους.
Η αντίσταση στην λεπτίνη μπορεί να είναι μια εξήγηση γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι παίρνουν βάρος κατά τη διάρκεια της ζωής τους: για τον ίδιο λόγο που αυξάνεται το ζάχαρο του αίματος 5% ανά δεκαετία. Φαίνεται πως με το πέρασμα των δεκαετιών ο εγκέφαλος αποκτά σταδιακά αντίσταση στην λεπτίνη και αυτό οδηγεί σε παραπανίσια κιλά.
Από την άλλη μεριά, η δίαιτα δεν μπορεί να μας αδυνατίσει εύκολα γιατί ο εγκέφαλος δημιουργεί αυξημένη πείνα. Φυσικά αν κάποιος δεν τρώει αρκετά αδυνατίζει αλλά καθώς χάνει κιλά ο εγκέφαλος προκαλεί ολοένα και μεγαλύτερη πείνα, κάτι που υποσκάπτει την αποτελεσματικότητα οποιαδήποτε δίαιτας.
Η ανακάλυψή για τον τρόπο που λειτουργεί ο υποδοχέας της λεπτίνης αποτελεί μια σημαντική ένδειξη ότι η παχυσαρκία (τουλάχιστον κατά ένα ποσοστό της) είναι αποτέλεσμα αντίστασης του εγκεφάλου στη λεπτίνη κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε στοχευμένες θεραπείες και πιο αποτελεσματικές δίαιτες για την παχυσαρκία αλλά και για άλλες ορμονοεξαρτώμενες ασθένειες -αρκετοί ειδικοί πιστεύουν ότι η παχυσαρκία οφείλεται σε ορμονική διαταραχή.
«Επειδή η λεπτινη αποτελεί τον κύριο ρυθμιστή της όρεξης, η κατανόηση των αιτιών της αντοχής σε αυτήν αποτελούσε μεγάλο εμπόδιο στην επινόηση νέων φαρμάκων για την παχυσαρκία», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Άλαν Σάλτιελ, διευθυντής στο Ίδρυμα Επιστημών Ζωής του πανεπιστημίου. «Αποκτώντας μια σαφή εικόνα για το πως ενώνεται η λεπτίνη με τον υποδοχέα της, κάνουμε το πρώτο βήμα προς την καταπολέμηση της αντοχής του οργανισμού στην ορμόνη αυτή».
Τόσο η αντίσταση στην ινσουλίνη όσο και η αντίσταση στη λεπτίνη είναι τα πιο “καυτά” θέματα έρευνας γύρω από την παχυσαρκία. Ο λόγος είναι ότι αυτές οι δύο ορμόνες εμπλέκονται στο μηχανισμό ρύθμισης του σωματικού βάρους μέσω του κορεσμού της πείνας.