Ενώ η σχέση μεταξύ της προγεννητικής έκθεσης στον καπνό του τσιγάρου και των αρνητικών επιπτώσεων στην μετέπειτα υγεία του παιδιού έχουν μελετηθεί αρκετά, οι έρευνες για τις πιθανές παρενέργειες που εμμένουν μέχρι και την ενηλικίωση των απογόνων μιας καπνίστριας εγκύου είναι ελάχιστες και τα αποτελέσματα ανάμεικτα.
Τώρα, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia, το κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη αυξάνει τον κίνδυνο παχυσαρκίας και διαβήτη κύησης στις κόρες τους.
Η Δρ Κριστίνα Ματτσον και οι συνεργάτες της στο Πανεπιστήμιο του Λουντ στην Σουηδία, συνεργάστηκαν με τον Δρ Μάθιου Λονγκνεκερ από το Εθνικό Ινστιτούτο Επιστημών Περιβαλλοντικής Υγείας των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, χρησιμοποίησαν στοιχεία από το Σουηδικό Μητρώο Γεννήσεων για να μελετήσουν τη σχέση που έχει το κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη με την πιθανότητα η κόρη μετέπειτα να εκδηλώσει διαβήτη κύησης και παχυσαρκία.
Διαβήτης κύησης και παχυσαρκία
Τα στοιχεία αφορούσαν γυναίκες που είχαν γεννηθεί το 1982 (όταν ξεκίνησε και η καταγραφή του καπνίσματος) ή μετέπειτα και είχαν αποκτήσει τουλάχιστον έναν παιδί. Στο δείγμα εντοπίστηκαν 80.189 κυήσεις. Τα στοιχεία για το μητρικό κάπνισμα χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες: μη καπνίστριες, μετριοπαθείς καπνίστριες (1-9 τσιγάρα/ημέρα) και βαρείς καπνίστριες (πάνω από 9 τσιγάρα/ημέρα). Μεταξύ των θηλέων απογόνων που εξετάστηκαν, οι 7.300 τελικά είχαν εξελιχθεί σε παχύσαρκες και 291 εκδήλωσαν διαβήτη κύησης, όταν οι ίδιες κυοφόρησαν.
Ο κίνδυνος διαβήτη κύησης ήταν αυξημένος κατά 62% μεταξύ των γυναικών (θυγατέρων) που είχαν μετρίως εκτεθεί στον καπνό του τσιγάρου κατά την κύηση και 52% για όσες είχαν εκτεθεί πολύ. Οι γυναίκες που είχαν μέτρια έκθεση στο κάπνισμα είχαν 36% περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκες και όσες είχαν εκτεθεί πολύ στον καπνό είχαν 58% μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκες.
Οι συσχετισμοί εξακολούθησαν να ισχύουν ακόμη και μετά την συνεκτίμηση της ηλικίας, του ΔΜΣ (Δείκτης Μάζας Σώματος), του τρόπου γέννησης, της ηλικίας κυοφορίας, του σωματικού βάρους γέννησης και της ισοτιμίας.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι πιθανοί μηχανισμοί πίσω από τον συσχετισμό αυτό μπορεί να αφορούν τις τροποποιήσεις στην ρύθμιση της όρεξης και του κορεσμού, που έχουν εντοπιστεί σε ζωικά μοντέλα.
Τα βήτα κύτταρα του παγκρέατος
Άλλες επιδράσεις τις έκθεσης στην μητρική νικοτίνη είναι: το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας των βήτα κυττάρων του που παράγουν ινσουλίνη (από στο πάγκρεας) και η αυξημένη γονιδιακή έκφραση των παραγόντων μεταγραφής που προκαλούν τον σχηματισμό των λιποκυττάρων (διαφοροποίηση λιποκυττάρων), που ενδεχομένως να εμπλέκονται στην εκδήλωση του διαβήτη και της παχυσαρκίας, αντίστοιχα.
Επίσης, οι επιστήμονες επικαλούνται πρόσφατα στοιχεία που δείχνουν επιγενετικές αλλαγές στην γονιδιακή έκφραση στο κυοφορούμενο έμβρυο που μπορεί να το προδιαθέτουν σε μετέπειτα παχυσαρκία ή διαβήτη. Υπογραμμίζουν ωστόσο ότι αστάθμιστες διαφορές στην διατροφή ή άλλοι παράγοντες μεταξύ των οικογενειών με και χωρίς καπνιστές μπορεί να παίζουν τον ρόλο τους.
Σε κάθε περίπτωση η μελέτη αποδεικνύει ότι οι γυναίκες που εκτίθενται στο τσιγάρο σε εμβρυϊκή ηλικία διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη κύησης, κατά την αναπαραγωγική ηλικία. Κι ενώ οι μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις του καπνίσματος στην καπνίστρια και τους απογόνους της είναι επαρκώς τεκμηριωμένες, τώρα διαπιστώνεται ότι εκτείνονται και μετά την ενηλικίωση των απογόνων, κάνοντας επιτακτικότερη την ανάγκη προληπτικών μέτρων, καθώς τα στατιστικά δείχνουν μια αύξηση του αριθμού νεαρών γυναικών που υιοθετούν το κάπνισμα, στον τρόπο ζωής τους.