Αρκετές μελέτες την τελευταία 20ετία έχουν δείξει ότι η ποιότητα του σπέρματος μειώνεται – γεγονός που αποδίδεται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες (όπως η έκθεση σε τοξίνες) και στο κάπνισμα. Τώρα, μια νέα μελέτη δείχνει ότι οι γιοι των γυναικών οι οποίες καπνίζουν στην εγκυμοσύνη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να έχουν χαμηλό αριθμό σπερματοζωαρίων όταν μεγαλώσουν, αναφέρουν επιστήμονες από την Αυστραλία.
Τη μελέτη πραγματοποίησε ομάδα επιστημόνων υπό τον δρα Ρότζερ Χαρτ, καθηγητή Αναπαραγωγικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας και παρουσιάσθηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής & Εμβρυολογίας (ESHRE) στο Λονδίνο. Βασίσθηκε σε στοιχεία από 2.900 μέλλουσες μητέρες, οι οποίες δήλωσαν συμμετοχή το 1989.
Οι επιστήμονες αξιολογούσαν επί δεκαετίες ανά τακτά χρονικά διαστήματα την υγεία των παιδιών που απέκτησαν αυτές οι γυναίκες.
Σε ηλικία 20-22 ετών, οι γιοι αυτών των γυναικών υποβλήθηκαν σε αξιολόγηση των όρχεων, κατά την οποία μετρήθηκε ο όγκος τους, αναλύθηκε η ποιότητα του σπέρματός τους και κατεγράφη το ορμονικό προφίλ τους.
Μορφολογία και κινητικότητα σπερματοζωαρίων
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως ο ένας στους έξι είχαν αριθμό και κινητικότητα σπερματοζωαρίων κάτω από τα όρια που θέτει ως φυσιολογικά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), ενώ το 25% είχαν μορφολογία σπερματοζωαρίων η οποία επίσης δεν πληρούσε τα κριτήρια του ΠΟΥ.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, για να θεωρηθεί το σπέρμα ικανό για αναπαραγωγή πρέπει να πληροί τρεις προϋποθέσεις:
* Να διαθέτει τουλάχιστον 15 εκατομμύρια σπερματοζωάρια ανά ml σπέρματος
* Το τουλάχιστον 50% των σπερματοζωαρίων να έχουν πολύ καλή κινητικότητα
* Το τουλάχιστον 30% των σπερματοζωαρίων να έχουν καλή μορφολογία
Όταν οι ερευνητές συνέκριναν αυτά τα αποτελέσματα με την εμβρυϊκή ζωή των ανδρών, διαπίστωσαν πως όσοι ήταν λιποβαρή έμβρυα είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να έχουν φτωχή ποιότητα σπέρματος.
Το ίδιο ίσχυε και για όσους είχαν γεννηθεί από μητέρες που κάπνιζαν στην εγκυμοσύνη.