Οι πολύποδες του παχέος εντέρου (colon polyps) είναι συνήθως καλοήθη ογκίδια του εντέρου. Το παχύ έντερο ή κόλον, αποτελεί το κατώτερο τμήμα του πεπτικού σωλήνα. Είναι υπεύθυνο για την απορρόφηση του νερού και τη μετατροπή των υπολειμμάτων των άπεπτων τροφών σε κόπρανα.
Οι πολύποδες του παχέος εντέρου είναι εξαιρετικά συχνοί.Η πιθανότητα ένα άτομο να εμφανίσει πολύποδες στο έντερο, αυξάνεται με την ηλικία και είναι 30% σε άτομα 50 ετών, 40% σε άτομα 60 ετών, 50% στα 70 και 55% στα 80 χρόνια. Υπολογίζεται ότι το 50% των ανθρώπων ηλικίας άνω των 60 ετών έχει τουλάχιστον ένα πολύποδα (πολυποδίαση είναι η παρουσία πολλών πολυπόδων στο παχύ έντερο).
Η παρουσία πολυπόδων στο παχύ έντερο είναι σημαντική δεδομένου ότι μερικοί από αυτούς μπορεί να εξελιχθούν σε καρκίνο (σχεδόν κάθε καρκίνος παχέος εντέρου δημιουργείται από πολύποδα). Έτσι επιβάλλεται να γίνεται κολονοσκόπηση (διαρκεί περίπου 20 – 30 λεπτά) κατά την οποία μπορεί να γίνει η αφαίρεση ορισμένων πολυπόδων και άρα να υπάρξει θεραπεία.
Η αιτία της δημιουργίας πολυπόδων στο παχύ έντερο δεν είναι διευκρινισμένη, φαίνεται, όμως, ότι γενετικοί παράγοντες, καθώς και διατροφή φτωχή σε φυτικές ίνες, δηλαδή σε φρούτα, λαχανικά και όσπρια, προδιαθέτουν στην ανάπτυξή τους. Τα ωμέγα-3 λιπαρά στα ψάρια μπορεί ενδεχομένως να βοηθούν στην προστασία έναντι της ανάπτυξης πολυπόδων στο παχύ έντερο.
Υπάρχουν ορισμένα οικογενειακά σύνδρομα (όπως η οικογενής πολυποδίαση του παχέος εντέρου) τα οποία είναι κληρονομικά και χαρακτηρίζονται από ανάπτυξη μεγάλου αριθμού πολυπόδων στο παχύ έντερο ήδη από πολύ νεαρή ηλικία. Τα σύνδρομα αυτά όμως είναι σπάνια.
Τύποι πολυπόδων
Υπάρχουν διάφορα είδη πολυπόδων. Οι περισσότεροι έχουν ένα μίσχο και μοιάζουν με μανιτάρια και ονομάζονται έμμισχοι, άλλοι είναι απλά εξογκώματα δηλαδή άμισχοι και άλλοι είναι σχεδόν επίπεδοι.
Αδενώματα. Οι συχνότεροι καλοήθεις όγκοι του εντέρου είναι οι αδενωματώδεις πολύποδες. Πρόκειται για μικρά συνήθως κρεμαστά μορφώματα σαν κρεατοελιές που βρίσκονται μέσα στο παχύ έντερο προκαλώντας από κανένα σύμπτώμα μέχρι πολλά συμπτώματα. Ξεκινούν πάντα ως καλοήθεις όγκοι. Τα αδενώματα χωρίζονται σε σωληνώδη, σε λαχνωτά και σωληνολαχνωτά (μεικτά) ανάλογα με την υφή τους. Κατατάσσονται επίσης ανάλογα με τον βαθμό της δυσπλασίας που παρουσιάζουν τα κύτταρά τους, δηλαδή τον βαθμό της εκτροπής αυτών από το φυσιολογικό, σε ήπιας, μέτριας και υψηλόβαθμης δυσπλασίας. Σε γενικές γραμμές όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος και όσο μεγαλύτερου βαθμού η δυσπλασία, τόσο πιθανότερη είναι η εξέλιξη σε κακοήθη μορφή. Για τον λόγο αυτό, είναι πρωταρχικής σημασίας να εντοπιστούν και να απομακρυνθούν προληπτικά.
Οι αδενωματώδεις πολύποδες μπορεί να προκαλούν λίγο πόνο, φουσκώματα, μικρές ή μεγαλύτερες αιμορραγίες και έχουν πιθανότητα 10% (κατά μέσο όρο να εξαλλαγούν σε καρκίνο. Πιο συγκεκριμένα, η πιθανότητα να αναπτυχθεί καρκίνος πάνω σε έναν αδενωματώδη πολύποδα αυξάνεται όσο αυξάνει το μέγεθος του. Ένα αδένωμα μικρότερο του ενός εκατοστού έχει 1% πιθανότητα να έχει καρκίνο, σε μέγεθος 1-2 εκατοστά η πιθανότητα είναι 10%, ενώ αδένωμα μεγαλύτερο από 2 εκατοστά έχει 45% πιθανότητα να έχει καρκίνο ήδη την στιγμή της διάγνωσης. Οι λαχνωτοί πολύποδες είναι οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και με πολύ υψηλή πιθανότητα κακοήθειας που φτάνει το 40-50%.
Το 30% των αδενωματώδων πολυπόδων εάν δεν αντιμετωπιστούν ιατρικά σε μία 10ετία θα οδηγήσουν στον καρκίνο. Γι’ αυτό το λόγο οι ειδικοί θεωρούν αναγκαίο να υποβάλλονται όλοι οι πολίτες σε κολονοσκόπηση μετά την ηλικία των 50 ετών και κάθε 5-10 χρόνια.
Υπερπλαστικοί πολύποδες. Οι υπερπλαστικοί πολύποδες είναι αρκετά συχνοί, και είναι συνήθως μικροί. Είναι επίπεδοι και ανοικτόχρωμοι και δεν εξελίσσονται σε καρκίνο. Επομένως, οι ασθενείς με υπερπλαστικούς πολύποδες δεν διατρέχουν κάποιο ιδιαίτερο κίνδυνο και δεν χρειάζονται ιδιαίτερη παρακολούθηση.
Οδοντωτοί πολύποδες. Αυτοί αν και έχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με τους υπερπλαστικούς πολύποδες, δυνητικά μπορεί να εκτραπούν σε καρκίνο. Συνήθως βρίσκονται στο δεξιό τμήμα του παχέος εντέρου και εντοπίζονται σχετικά δύσκολα.
Φλεγμονώδεις πολύποδες. Αυτοί παρατηρούνται συνήθως σε χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου όπως η ελκώδης κολίτιδα ή η νόσος Crohn. Oι φλεγμονώδεις πολύποδες είναι καλοήθεις και δεν προκαλούν καρκίνο.
Συμπτώματα – πρόληψη
Οι πολύποδες του παχέος εντέρου, ιδιαίτερα όταν είναι μικροί σε μέγεθος, μπορεί να μη δίνουν απολύτως κανένα σύμπτωμα. Οι πιθανότητες να εμφανισθούν συμπτώματα αυξάνουν όσο μεγαλύτερος είναι ο πολύποδας και όσο πλησιέστερα βρίσκεται στο πρωκτό ή στο τέλος του εντέρου. Πιο συχνά παρουσιάζεται αιμορραγία από το ορθό ή σιδηροπενική αναιμία. Κάποιοι μεγάλοι επίπεδοι λαχνωτοί πολύποδες, μπορεί να προκαλέσουν διάρροια. Σπάνια προκαλείται πόνος από πολύποδες. Δυστυχώς, η έλλειψη συμπτωμάτων σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχουν σημαντικοί πολύποδες, ιδιαίτερα στη δεξιά πλευρά του παχέος εντέρου χωρίς κανένα σύμπτωμα. Για τον λόγο αυτό, ο προληπτικός έλεγχος του παχέος εντέρου είναι πρωταρχικής σημασίας.
Ξεκινώντας από την ηλικία των 50 χρόνων και αν ο γιατρός μας δεν κρίνει διαφορετικά, θα πρέπει να κάνουμε προληπτικό έλεγχο με κολονοσκόπηση ανά πενταετία. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο έλεγχος πρέπει να ξεκινά ενωρίτερα όπως π.χ. επί παρουσίας ιδιαίτερου οικογενειακού ιστορικού. Να σημειωθεί ότι πρόσφατα άρχισαν να χρησιμοποιούνται εξειδικευμένα ενδοσκόπια που αλλάζουν το μήκος κύματος του φωτός και μεγεθύνουν έως 115 φορές την ενδοσκοπική εικόνα. Με τον τρόπο αυτό και σε συνδυασμό με τον ψεκασμό του τοιχώματος του εντέρου με ειδικές χρωστικές (χρωμοενδοσκόπηση) οι γιατροί μπορούν να δουν πολύποδες που ήταν ‘αθέατοι’ με την κλασσική κολονοσκόπηση.
Διάγνωση και θεραπεία
Τις περισσότερες φορές, η διάγνωση των πολυπόδων στο παχύ έντερο γίνεται τυχαία στα πλαίσια κάποιου προληπτικού ελέγχου. Ωστόσο, εάν υπάρχει υποψία για παρουσία πολύποδα στο έντερο, ο γιατρός θα διενεργήσει εξετάσεις όπως εξέταση κοπράνων και κολονοσκόπηση, δηλαδή προώθηση ενός εύκαμπτου σωλήνα στο άκρο του οποίου υπάρχει μικροκάμερα διαμέσου του πρωκτού, με σκοπό την άμεση επισκόπηση του εσωτερικού του παχέος εντέρου.
Σε περίπτωση που, κατά τη διάρκεια της κολονοσκόπησης, διαπιστωθεί η παρουσία πολύποδα στο έντερο, αυτός πρέπει να αφαιρείται και να αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση, κάτι που είναι δυνατό να γίνει στα πλαίσια της κολονοσκόπησης. Οι μισχωτοί πολύποδες αφαιρούνται εύκολα με την κολονοσκόπηση. Αν ο πολύποδας που αφαιρέθηκε με την ενδοσκόπηση αποδειχθεί αδενοκαρκίνωμα πρέπει να ληφθεί απόφαση εάν χρειάζεται περαιτέρω εκτομή του εντέρου ή απλά παρακολούθηση.
Αν ο πολύποδας είναι μεγάλος και επίπεδος δεν μπορεί να αφαιρεθεί με κολονοσκόπηση γιατί υπάρχει κίνδυνος αιμορραγικής διάτρησης. Υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια γι’ αυτό τον τύπο πολυπόδων σχετικά με το πότε είναι ασφαλές να αφαιρεθούν ενδοσκοπικά και πότε πρέπει ο ασθενής να οδηγηθεί στο χειρουργείο. Η εγχείρηση περιλαμβάνει την εκτομή του τμήματος του εντέρου, που περιέχει τον πολύποδα. Αν όλο το παχύ έντερο είναι έχει πολύποδες και υπάρχει αυξημένος κίνδυνος κακοήθειας (οικογενειακό ιστορικό) πρέπει να γίνει κολεκτομή και ειλεορθική αναστόμωση.