Οι πολυκυστικές ωοθήκες (Polycystic Ovaries) είναι, ως κάποιο βαθμό, ένα κληρονομικό σύνδρομο το οποίο χαρακτηρίζεται από δυσλειτουργία ορισμένων ορμονών.
Σ’ αυτή την ενδοκρινολογική διαταραχή συμμετέχει η υπόφυση, ένας αδένας του βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου και παράγει σημαντικές ορμόνες μεταξύ των οποίων είναι η ωοθηλακιοποιητική ορμόνη (FSH) και η ωχρινοποιητική ορμόνη (LH). Όταν οι ορμόνες αυτές, αλλά και άλλες, δεν βρίσκονται στα σωστά επίπεδα, προκαλούνται προβλήματα στην παραγωγή των ωαρίων, την ωορρηξία και την περίοδο της γυναίκας με αποτέλεσμα να προκύπτει το λεγόμενο σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών (ΣΠΩ) ή Polycystic Ovary Syndrome.
Η αιτία του συνδρόμου δεν είναι γνωστή. Έχει πάντως παρατηρηθεί ότι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες παράγουν αυξημένη ποσότητα ινσουλίνης. Θεωρείται ότι η ινσουλίνη συμβάλει στη διαταραχή των ορμονών, γι’ αυτό και για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου προτείνεται μια διατροφή χωρίς πολλούς υδατάνθρακες και με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη.
Το ΣΠΩ
Οι ωοθήκες είναι δύο όργανα τοποθετημένα στη γυναικεία λεκάνη δεξιά και αριστερά από τη μήτρα, τα οποία κατά τη γέννηση περιέχουν χιλιάδες ωάρια. Στις ωοθήκες υπάρχουν ωοθυλάκια δηλαδή μικρές κύστες με υγρό. Κάθε ωάριο περιβάλλεται από πολλά κύτταρα και όλη αυτή η συνάθροιση κυττάρων μαζί με το ωάριο σχηματίζουν το ωοθυλάκιο. Κάθε μήνα ένα από αυτά τα ωοθυλάκια, κάτω από την επίδραση της ωοθηλακιοποιητικής ορμόνης (FSH) θα μεγαλώσει μέχρι 20 χιλιοστά μαζεύοντας κυρίως υγρό μέσα σ’ αυτό και παίρνοντας σχήμα φουσκάλας.
Περίπου 20 ωάρια ξεκινούν να ωριμάζουν στο ωοθυλάκιο αλλά μόνο ένα, σπάνια δύο, ‘κυριαρχεί’ έναντι των άλλων. Όταν το ωοθυλάκιο γίνει περίπου 2 εκατοστά, σπάει και απελευθερώνει το ωάριο, ένα συμβάν που ονομάζεται ωορρηξία. Μετά τη ωορρηξία, το ωάριο περνάει από τις σάλπιγγες και μεταφέρεται στη μήτρα. Εκεί εμφυτεύεται στο ενδομήτριο, (στην εσωτερική επιφάνεια της μήτρας) και είναι έτοιμο για γονιμοποίηση.
Όταν υπάρχει το ΣΠΩ, η υπόφυση δεν παράγει τις σωστές αναλογίες ωοθηλακιοποιητικής ορμόνης (FSH) και ωχρινοποιητικής ορμόνης (LH). Οι ορμόνες αυτές ρυθμίζουν την ανάπτυξη των ωοθυλακίων και την ωορρηξία (η LH είναι υπεύθυνη για την πρόκληση της ωορρηξίας). Επειδή η δράση των ορμονών δεν είναι σωστή, το ωοθυλάκιο δεν σπάει με αποτέλεσμα να παραμένει πάνω στην ωοθήκη σαν κύστη. Αρχίζουν να μεγαλώνουν μέσα στο ωοθυλάκιο περίπου 20 ωάρια και να συσσωρεύεται υγρό, αλλά κανένα δεν μεγαλώνει αρκετά για να υπάρξει ωορρηξία. Αυτό συμβαίνει κάθε μήνα με αποτέλεσμα να έχουμε τη δημιουργία μιας πολυκυστικής ωοθήκης. Μια γυναίκα μπορεί να έχει τη μία ή και τις δύο ωοθήκες με κύστες μεγέθους περίπου 5-9 χιλιοστών.
Το αποτέλεσμα είναι οι γυναίκες που έχουν το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών να παρουσιάζουν πρόβλημα με την περίοδο τους κάτι που δημιουργεί υπογονιμότητα (σχεδόν οι μισές περιπτώσεις υπογονιμότητας μπορούν να αποδοθούν στο σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών). Η περίοδος μπορεί να έρχεται έπειτα από μεγάλα διαστήματα, 40 ημερών και πλέον, ή μπορεί και να συμβαίνει ακόμα και ανά 3 ή 6 μήνες.
Εκτός από την υπογονιμότητα, οι πολυκυστικές ωοθήκες επηρεάζει και την έκβαση της εγκυμοσύνης. Ο κίνδυνος αποβολής είναι υψηλότερος σε γυναίκες με ΣΠΩ, ανεξαρτήτως εάν η εγκυμοσύνη έχει επιτευχθεί μετά από θεραπεία ή όχι.
Η ορμονική διαταραχή που χαρακτηρίζει το σύνδρομο στις γυναίκες επιδεινώνεται με την αύξηση του σωματικού βάρους και παρατηρείται πολύ πιο συχνά σ’ αυτές που είναι παχύσαρκες από εκείνες που έχουν το σωστό βάρος για το ύψος τους.
Συμπτώματα
Στα κλασικά συμπτώματα του συνδρόμου περιλαμβάνονται η αυξημένη τριχοφυία, η ακμή, η παχυσαρκία, η ασταθής εμμηνορρυσία και η υπογονιμότητα.
Οι κύστες που παραμένουν στη μήτρα, παράγουν τεστοστερόνη που παρεμβαίνει στην επόμενη ωορρηξία, εμποδίζοντάς την. Η τεστοστερόνη δεν παράγεται μόνο από τους όρχεις άλλα από τις ωοθήκες και τα επινεφρίδια (μικροί αδένες πάνω από τα νεφρά). Στις γυναίκες το μεγαλύτερο μέρος της τεστοστερόνη χρησιμοποιείται για να παραχθούν οι γυναικείες ορμόνες τα οιστρογόνα. Όμως το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών χαρακτηρίζεται από υπερβολική παραγωγή τεστοστερόνη από τον οργανισμό της γυναίκας. Αυτός είναι ο λόγος που σε γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες προκαλείται ακμή στο πρόσωπο και στην πλάτη και έντονη τριχοφυΐα (πηγούνι, «μουστάκι», στήθος, βραχίονες, γάμπες, επιγάστριο).
Τα κυριότερα συμπτώματα του συνδρόμου είναι:
- Αραιομηνόρροια. Η γυναίκα δεν έχει σταθερό κύκλο. Είναι μεγαλύτερος των 35 μερών και μπορεί να φτάνει και τους 6 μήνες.
- Η διαταραχή της ισορροπίας των ορμονών μεταξύ της ωοθηλακιοποιητικής ορμόνης (FSH) και ωχρινοποιητικής ορμόνης (LH). Φυσιολογικά τα επίπεδα της FSH είναι μεγαλύτερα από την LH. Στο σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών η LH γίνεται σχεδόν διπλάσια από την FSH.
- Υπογονιμότητα .
- Υπερβολική ποσότητα ανδρογόνων (ανδρικών ορμονών όπως είναι η τεστοστερόνη).
- Τριχοφυΐα. Κυρίως στο πρόσωπο, στο στήθος και την πλάτη.
- Λιπαρότητα του δέρματος.
- Ακμή.
- Αυξημένο βάρος.
- Διαβήτης τύπου 2.
- Τριχόπτωση.
Τα συμπτώματα αυτά δεν είναι πάντα ιδιαίτερα εμφανή και συχνά μπορεί να είναι παραπλανητικά. Είναι σημαντικό να ξέρετε ότι εξαιτίας της ανισορροπίας των ορμονών δημιουργούνται προβλήματα υπογονιμότητας ενώ γίνεσαι πιο επιρρεπής σε πολύποδες, ινομυώματα και ενδομητρίωση. Μάλιστα η έλλειψή της προγεστερόνης προκαλεί παχύ ενδομήτριο που αιμορραγεί ενώ υπάρχει πιθανότητα υπερπλασίας του ενδομητρίου ή καρκίνου.
Διάγνωση, αιτίες και επιπλοκές
Η εξέταση που δείχνει με βεβαιότητα την ύπαρξη μικρών κυστών δεν είναι άλλη από το υπερηχογράφημα κοιλίας που δείχνει ακόμη και τις μικρές κύστεις στις ωοθήκες μεγέθους 5-9 χιλιοστών που αδυνατούν να εξελιχθούν. Η πολυκυστική εμφάνιση των ωοθηκών συνήθως είναι τυχαίο εύρημα κατά την υπερηχογραφική εξέταση.
Το υπερηχογράφημα θα δείξει πώς ακριβώς είναι οι ωοθήκες, αν είναι φυσιολογικές ή αν υπάρχουν πολλές μικρές κύστεις. Η διάγνωση μπορεί να συμπληρωθεί με ορμονικές εξετάσεις στις οποίες μετρώνται τα επίπεδα της LH, FSH, προλακτίνης, τα βασικά ανδρογόνα, SHBG και DHEAS. Το κατεξοχήν χαρακτηριστικό του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών είναι τα αυξημένα επίπεδα LH ορμόνης στο πλάσμα και τα ελαττωμένα επίπεδα FSH ορμόνης.
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών υπολογίζεται ότι αφορά τουλάχιστον το 10-15% των γυναικών ηλικίας 20-40 χρόνων. Δεν είναι γνωστοί οι ακριβείς αιτίες που δημιουργούν τις πολυκυστικές ωοθήκες. Συνήθως υπάρχει κληρονομική προδιάθεση με μητέρα ή αδερφή που πάσχει από αυτό.
Πολλές γυναίκες με με πολυκυστικές ωοθήκες έχουν υπερβολικό βάρος. Έτσι οι έρευνες προσπαθούν να δείξουν τη σχέση μεταξύ του συνδρόμου και της ινσουλίνης (της ορμόνης που ρυθμίζει το «ζάχαρο» στο αίμα).
Η ινσουλίνη, η βασικότερη ορμόνη που ρυθμίζει τα επίπεδα γλυκόζης στό αίμα, φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στη παθογένεια των πολυκυστικών ωοθηκών. Μελέτες έχουν δείξει ότι μεγάλο ποσοστό των γυναικών με το σύνδρομο πάσχει και από το μεταβολικό σύνδρομο. Και είναι πια γνωστό ότι περίπου 40% των γυναικών θα αναπτύξει ήπια αυξημένο σάκχαρο ή διαβήτη τύπου 2 μετά τα σαράντα έτη. Η υπερινσουλιναιμία σημαίνει ότι υπάρχει αντίσταση στην ινσουλίνη και προδιαθέτει σε διαταραχή της τεστοστερόνης.
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία βασίζεται στα συμπτώματα και στην επιθυμία ή όχι για εγκυμοσύνη στο κοντινό μέλλον. Αλλά εφόσον μια γυναίκα έχει κάθε μήνα περίοδο δεν χρειάζεται να ακολουθήσει καμία θεραπεία.
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από τα συμπτώματα που το συνοδεύουν. Βασικές αρχές της θεραπείας είναι η διατήρηση σωστού σωματικού βάρους, άσκηση και σωστή διατροφή.
Ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι κλειδί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των πολυκυστικών ωοθηκών είναι η ελάττωση των επιπέδων της ινσουλίνης. Περιορισμός των υδατανθράκων (ζυμαρικά, ψωμί, πατάτες, γλυκά κλπ) και της ζάχαρης στη διατροφή θα βοηθήσει στην ελάττωση των επιπέδων ινσουλίνης και βελτίωση των συμπτωμάτων του ΣΠΩ.
Η καθημερινή άσκηση βοηθά στη καύση της γλυκόζης από τα μυικά κύτταρα χωρίς την ανάγκη ινσουλίνης ελαττώνοντας έτσι τα επίπεδα της.
Η απώλεια βάρους επίσης μπορεί να συμβάλει στη μείωση των επιπέδων ινσουλίνης βοηθώντας την ωορρηξία να ξαναρχίσει. Οι περισσότερες γυναίκες χάνοντας το 10% του βάρους τους επανέρχονται σε φυσιολογικούς κύκλους.
Σε περιπτώσεις διαταραχής της περιόδου δίνονται αντισυλληπτικά φάρμακα.
Για την ακμή και τη λιπαρότητα δίνονται αντισυλληπτικά χάπια σε συνδυασμό με αντιανδρογόνα.
Για τις γυναίκες που επιθυμούν εγκυμοσύνη δίνονται χάπια, ή ενέσιμα φάρμακα που προκαλούν διέγερση της ωοθήκης και ωοθηλακιορρηξία.