Μέχρι σήμερα οι επιστήμονες πίστευαν ότι σε αυξημένα επίπεδα προλακτίνης (prolactin) μείωναν την επιθυμία για σεξ στους άνδρες και προκαλούσαν στυτική δυσλειτουργία. Και πράγματι είναι γνωστό ότι η πατρότητα αυξάνει την προλακτίνη και καταστέλλει την ερωτική επιθυμία.
Αλλά μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό JSM βρήκε ότι οι άνδρες που έχουν μικρή ερωτική επιθυμία και παρουσιάζουν συμπτώματα στυτικής δυσλειτουργίας έχουν χαμηλά επίπεδα προλακτίνης, όχι υψηλά.
Η προλακτίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες κυρίως από την υπόφυση αλλά και ορισμένους άλλους ιστούς όπως είναι οι μαστοί, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, το δέρμα ο λιπώδης ιστός και ο προστάτης. Τα κανονικά επίπεδα στις μη έγκυες γυναίκες είναι 500 mIU/L (20 ng/mL) και στους άνδρες είναι κάτω από 450 mIU/L. Κατά την εγκυμοσύνη και την περίοδος της γαλουχίας, η προλακτίνη αυξάνεται 10-20 φορές στις γυναίκες.
Όταν η ορμόνη κυκλοφορεί σε μεγάλη ποσότητα στο γυναικεία αίμα α) προκαλεί την παραγωγή του μητρικού γάλακτος, β) μειώνει τη γονιμότητα αναστέλλοντας τη δράση των ορμονών FSH και GnRH που προκαλούν ωορρηξία και γ) μειώνει την επιθυμία για ερωτική επαφή. Συγχρόνως, οι γυναίκες που έχουν αυξημένη προλακτίνη έχουν μεγαλύτερη παραγωγή γάλακτος, μειωμένη τεστοστερόνη ή οιστρογόνα και προβλήματα με την περίοδο τους.
Στους άνδρες, οι μέχρι τώρα μελέτες έδειχναν ότι η υψηλή προλακτίνη μπορεί να έχει τις εξής επιπτώσεις: 1) στυτική δυσλειτουργία β) μειωμένη τριχοφυΐα στο σώμα και μυϊκή μάζα γ) μειωμένη ερωτική επιθυμία και δ) καθυστέρηση της εφηβείας και χαμηλή τεστοστερόνη. Σε όσους έχουν αυτά τα προβλήματα, οι γιατροί προβαίνουν σε μέτρηση των επιπέδων προλακτίνης στο αίμα τους.
Όμως η νέα μελέτη έδειξε ότι η χαμηλή προλακτίνη (και όχι η αυξημένη) στον ανδρικό σώμα συνδυάζεται με στυτική δυσλειτουργία και μειώνει την ερωτική επιθυμία.
Μειωμένη και αυξημένη προλακτίνη
Διεθνής ομάδα επιστημόνων, στα πλαίσια της μελέτης European Male Aging Study, υπέβαλλε 2.948 άνδρες ηλικίας 40-79 ετών σε εξετάσεις τεστοστερόνης, προλακτίνης, χοληστερίνης και σακχάρου, καταγράφοντας το Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) των εθελοντών. Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια για την κατάσταση της υγείας τους, πόσο αλκοόλ πίνουν, για το κάπνισμα και για την ερωτική τους λειτουργία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα χαμηλά επίπεδα προλακτίνης σχετίζονταν με αρκετές ενδείξεις στυτικής δυσλειτουργίας και ψυχολογικής υγείας. Οι άντρες με μειωμένη προλακτίνη (αλλά εντός φυσιολογικών ορίων) είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζουν σεξουαλική δυσλειτουργία σε σύγκριση με όσους είχαν υψηλότερα επίπεδα. Είχαν επίσης περισσότερα συμπτώματα κατάθλιψης. Τα χαμηλά επίπεδα προλακτίνης βρέθηκε να συνδέονται με υψηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος (παχυσαρκία), υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και χαμηλή φυσική δραστηριότητα.
Μια και μόνο μελέτη δεν μπορεί να ανατρέψει αυτό που ήταν αποδεκτό μέχρι σήμερα. Πάντως, δύο μελέτες σε ποντίκια βρήκαν παρόμοιο αποτέλεσμα: όταν τους δόθηκαν φάρμακα που αυξάνουν την προλακτίνη, τα ποντίκια αύξησαν την ερωτική δραστηριότητα.
Υπό το φως της νέας μελέτης, μπορεί τόσο τα χαμηλά όσο και υψηλά επίπεδα της ορμόνης να πλήττουν την ανδρική σεξουαλικότητα ή μπορεί αυτά που πιστευόταν μέχρι σήμερα να μην ήταν καλά τεκμηριωμένα. Σε κάθε περίπτωση χρειάζονται νέες μελέτες.
Πάντως, δεν είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός μέσω του οποίου η προλακτίνη επιδρά στην σεξουαλική λειτουργία των ανδρών και η μελέτη δεν αποδεικνύει μια αιτιώδη σχέση.
Είναι δυνατόν η μελέτη να βρήκε αυτή τη σχέση επειδή τα χαμηλά επίπεδα προλακτίνης αντανακλούν αλλαγές σε χημικά μηνύματα του εγκεφάλου όσων ήδη έχουν στυτική δυσλειτουργία και μειωμένη ερωτική επιθυμία. Δηλαδή, η χαμηλή προλακτίνη να είναι αποτέλεσμα και όχι αιτία των προβλημάτων στον άνδρα.