Βραδυκαρδία: Συμπτώματα και αιτίες

heart2Η κυρία Ευαγγελία είναι 72 ετών και άρχισε να αισθάνεται έντονη κόπωση πριν από δύο εβδομάδες. Κάθε καθημερινή της δραστηριότητα την κούραζε πολύ και της προκαλούσε αόριστη δύσπνοια. Σήμερα πήγε στο γιατρό γιατί ξαφνικά «ξύπνησε στο πάτωμα της κουζίνας» την ώρα που μαγείρευε. Η νοσοκόμα μετρά το σφυγμό της: είναι 32 παλμοί το λεπτό.

Αν ο καρδιακός ρυθμός πέσει κάτω από 50 χτύπους το λεπτό θεωρείται αργός. Κάθε αργός ρυθμός, ανεξάρτητα από την αιτία, ονομάζεται βραδυκαρδία (bradycardia).

Ωστόσο, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συνθήκες κατά τις οποίες προκλήθηκε βραδυκαρδία. Για παράδειγμα, την ώρα του ύπνου δεν είναι αφύσικο να έχουμε αργό καρδιακό ρυθμό, ακόμα και 40 ή 30 παλμούς το λεπτό.

Πράγματι, ο αργός καρδιακός ρυθμός, αν το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) είναι φυσιολογικό και η καρδιά υγιής, θεωρείται σημάδι καλής γενικής κατάστασης.  Έτσι, ο αργός ρυθμός ονομάζεται φλεβοκομβική βραδυκαρδία γιατί οι καρδιακοί χτύποι ξεκινούν από το φλεβόκομβο, το φυσικό βηματοδότη της καρδιάς.

Συμπτώματα

Παρόλο που ο αργός καρδιακός παλμός στους αθλητές και στη διάρκεια του ύπνου δεν αποτελεί λόγο ανησυχίας, δεν είναι παθολογικός και δε δείχνει καρδιοπάθεια, άλλοι τύποι βραδυκαρδίας είναι παθολογικοί.

Αυτού του είδους η βραδυκαρδία σημαίνει είτε σταδιακή επιβράδυνση της καρδιάς για παρατεταμένη περίοδο ή παύσεις ανάμεσα στους παλμούς. Και οι δύο παθήσεις προκαλούν συμπτώματα ή αυξάνουν τον κίνδυνο μελλοντικών συμπτωμάτων.

Τα συμπτώματα του αργού καρδιακού ρυθμού είναι η κόπωση, η δύσπνοια και η ζαλάδα (παρόλο που μπορεί να οφείλονται και σε πολλές άλλες αιτίες). Όταν η καρδιά χτυπά πολύ αργά, δε στέλνει στο σώμα αρκετό αίμα ώστε να λειτουργεί αποτελεσματικά. Οι περιστασιακές παύσεις ανάμεσα στους παλμούς μπορεί να μην προκαλέσουν συμπτώματα αν είναι σύντομες (λιγότερο από τρία δευτερόλεπτα), ειδικά αν την ώρα που συμβαίνουν είστε ξαπλωμένοι ή κάθεστε. Οι παύσεις των τριών με πέντε δευτερολέπτων προκαλούν συνήθως το αίσθημα λιποθυμίας. Οι μεγαλύτερες παύσεις προκαλούν έντονη ζαλάδα και απώλεια αισθήσεων.

Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων διαφέρει από άτομο σε άτομο και εξαρτάται από το αν ο πάσχων είναι ξαπλωμένος ή κοιμάται τη στιγμή εκείνη.

Αιτίες

Η βραδυκαρδία διαφοροποιείται ανάλογα με την αιτία του προβλήματος. Υπάρχουν τρία βασικά σημεία: τα νεύρα που ελέγχουν την ταχύτητα του καρδιακού παλμού (το αυτόνομο νευρικό σύστημα), ο φλεβόκομβος που ενεργοποιεί τον καρδιακό παλμό (η «σπίθα» της καρδιάς κατά κάποιο τρόπο) και το ερεθισματαγωγό σύστημα που διανέμει τα ηλεκτρικά σήματα σε όλο τον καρδιακό μυ. Η ανεπαρκής λειτουργία ενός εκ των τριών μηχανισμών προκαλεί βραδυκαρδία.

Προβλήματα ελέγχου από το νευρικό σύστημα: Η ανεπαρκής λειτουργία του αυτόνομου νευρικού συστήματος προκαλεί ανώμαλη βραδυκαρδία ή, συχνότερα, παύσεις. Τα αντανακλαστικά που κανονικά ελέγχουν τον καρδιακό παλμό προσωρινά υπολειτουργούν σε ορισμένα άτομα. Ένα από αυτά τα αντανακλαστικά φαίνεται πως έχει τη βάση του στην εξέλιξη: Σε ορισμένα ζώα, όπως στις φώκιες, ο καρδιακός παλμός επιβραδύνεται ξαφνικά σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό όταν βουτούν στα παγωμένα νερά. Έτσι, μειώνεται ο ρυθμός με τον οποίο χρησιμοποιούν ενέργεια και οξυγόνο και καταφέρνουν να μένουν κάτω από το νερό για περισσότερο χρόνο.

Σε ορισμένα άτομα οι παύσεις (και τα συμπτώματα) συμβαίνουν επειδή ένα μέρος του αυτόνομου νευρικού συστήματος που συμβάλλει στην επιβράδυνση της καρδιάς λειτουργεί υπερβολικά καλά. Πολλές φορές αυτό προκαλείται από κάτι που κάνουμε εμείς. Για παράδειγμα, η σφιχτή γραβάτα μπορεί να πιέζει μια περιοχή της καρωτίδας.

Και άλλοι παράγοντες ενεργοποιούν το μηχανισμό επιβράδυνσης του αυτόνομου νευρικού συστήματος, όπως το σφίξιμο στην τουαλέτα, η ούρηση, το γέλιο ή η πίεση στα μάτια.

Οι γιατροί εξετάζοντας το ηλεκτροκαρδιογράφημα ψάχνουν για στοιχεία δυσλειτουργίας του αυτόνομου νευρικού συστήματος στα άτομα που αναφέρουν συγκοπή την ώρα που πιέζουν (ή κάνουν μασάζ) τον κόμβο καρωτίδας. Ο γιατρός βεβαιώνεται πρώτα ότι δεν υπάρχει ένδειξη απόφραξης της καρωτίδας αρτηρίας, γιατί το μασάζ την επιδεινώνει και προκαλεί εγκεφαλικό.

Μερικές φορές ο πόνος, ο φόβος, η εξάντληση ή η υπόταση προκαλούν βραδυκαρδία καθώς και επιπλέον μείωση της πίεσης. Όταν συμβαίνει αυτό, ακολουθεί λιποθυμία. Η «απλή λιποθυμία» (που αναφέρεται και ως αγγειονευρική ή νευροκαρδιογενική συγκοπή) διαχωρίζεται από άλλες σοβαρές αιτίες απώλειας αισθήσεων βάσει των συνθηκών και των σχετικών συμπτωμάτων.

Κανονικά, πριν τη λιποθυμία προηγείται εφίδρωση, ναυτία, μούδιασμα του δέρματος και λίγα δευτερόλεπτα όπου όλα τα βλέπετε γκρίζα πριν μαυρίζουν. Συνήθως περνούν ώρες για να επανέλθει ο οργανισμός στη φυσιολογική του κατάσταση. Αυτή η αντίδραση διαφέρει από την υπερευαισθησία του καρωτιδικού κόλπου και άλλα είδη συγκοπής στα οποία η λιποθυμία είναι ξαφνική, με ελάχιστη ή καθόλου προειδοποίηση.

Προβλήματα στο φλεβόκομβο: Μερικές φορές ο φλεβόκομβος δε λειτουργεί επαρκώς ως φυσικός βηματοδότης της καρδιάς και αυτό μπορεί να είναι αιτία της βραδυκαρδίας. Παρά τα σωστά σήματα από το αυτόνομο νευρικό σύστημα, αυτός απλώς ενεργοποιεί αργά τους χτύπους, κάνει μεγάλες παύσεις ανάμεσα τους ή απλώς σταματά να τους παράγει. Αν σταματήσει να παράγει χτύπους, το ρόλο του βηματοδότη πρέπει να αναλάβει ένα άλλο τμήμα της καρδιάς, κάτι που γίνεται συνήθως αλλά σε σημαντικά πιο αργό ρυθμό. Οι διάφοροι τρόποι δυσλειτουργίας του φλεβόκομβου ονομάζονται «σύνδρομο νοσούντος φλεβόκομβου».

Τα πράγματα από εδώ και πέρα περιπλέκονται. Ο φλεβόκομβος με ανωμαλία, όταν δε χτυπά αργά, έχει την τάση να χτυπά πολύ γρήγορα. Έτσι, τα συμπτώματα του συνδρόμου φλεβόκομβου είναι παρόμοια με αυτά της βραδυκαρδίας (κόπωση, ζαλάδα και συγκοπή) και εναλλάσσονται με τα συμπτώματα της ταχυκαρδίας (όπως το αίσθημα παλμών). Τόσο ο αργός όσο και ο γρήγορος ρυθμός προκαλούν δύσπνοια, ζαλάδα, συγκοπή ή κόπωση.

Αυτό το ηλεκτροκαρδιογράφημα δείχνει σύνδρομο φλεβόκομβου. Κατά διαστήματα η καρδιά χτυπά γρήγορα και δημιουργεί αίσθημα παλμών, ενώ άλλες φορές κάνει σύντομες παύσεις. Οι κύκλοι (που στην πραγματικότητα δε φαίνονται στο ηλεκτροκαρδιογράφημα) δείχνουν ότι κάποιοι χτύποι είναι δυνατότεροι και ταχύτεροι από το φυσιολογικό.

Το γεγονός ότι το σύνδρομο φλεβόκομβου συνδυάζει αργό και γρήγορο ρυθμό καθιστά τη θεραπεία πολύπλοκη. Μερικές φορές ο βηματοδότης πρέπει να προκαλεί αργό ρυθμό. Αλλά επειδή δεν μπορεί να αποτρέψει τον γρήγορο, απαιτούνται πρόσθετα φάρμακα για την επιβράδυνση του ρυθμού. Δυστυχώς, αν δοθούν τα φάρμακα χωρίς το βηματοδότη, ο ρυθμός μπορεί να επιβραδυνθεί ακόμα περισσότερο και να προκληθούν χειρότερα συμπτώματα.

Προβλήματα του ερεθισματαγωγού συστήματος: Βραδυκαρδία παρουσιάζεται όταν το ηλεκτρικό ερέθισμα που παράγεται από τη σωστή λειτουργία του φλεβόκομβου αποτυγχάνει να φτάσει στις κοιλότητες άντλησης της καρδιάς (κολποκοιλιακή απόφραξη), είτε λόγω διακεκομμένης είτε λόγω συνεχούς απόφραξης του ηλεκτρικού σήματος ανάμεσα στους κόλπους, το σημείο από όπου ξεκινά στο φλεβόκομβο, και στις κοιλίες.

Και πάλι μην μπερδεύετε την «απόφραξη» με τη στεφανιαία απόφραξη, που είναι πρόβλημα της ροής του αίματος μέσα στις στεφανιαίες αρτηρίες. Επίσης μην την μπερδεύετε με το σκελικό αποκλεισμό, που είναι απόφραξη ή καθυστέρηση του ηλεκτρικού σήματος σε ένα μόνο κλάδο του ερεθισματαγωγού συστήματος. Η κολποκοιλιακή απόφραξη είναι η απόφραξη της μίας και μοναδικής οδικής αρτηρίας ανάμεσα στους κόλπους και στις κοιλίες. Η κολποκοιλιακή απόφραξη αναφέρεται απλά και ως «καρδιακή απόφραξη».

Η απόφραξη μπορεί να είναι συχνή (παλμό παρά παλμό), λιγότερο συχνή (κάθε τρίτο, τέταρτο ή πέμπτο παλμό) ή πολύ σπάνια. Αν είναι συχνή, έχει ως αποτέλεσμα τη συνολική επιβράδυνση του καρδιακού ρυθμού. Ο φλεβόκομβος μπορεί να στέλνει σήματα ώστε η καρδιά να χτυπά 80 φορές το λεπτό, αλλά αν υπάρχει απόφραξη σε κάθε δεύτερο σήμα, η καρδιά συστέλλεται με ρυθμό 40 χτύπους το λεπτό.

Όμως, αν η απόφραξη γίνεται λιγότερο συχνά, ο συνολικός ρυθμός δεν επιβραδύνεται τόσο πολύ. Ωστόσο, υπάρχουν περιστασιακές μικρές παύσεις ανάμεσα στους παλμούς όταν το σήμα φράζεται. Έτσι, η κολποκοιλιακή απόφραξη δευτέρου βαθμού μπορεί να θεωρηθεί και τύπος αρρυθμίας.

Η κολποκοιλιακή απόφραξη τρίτου βαθμού είναι ο πιο σοβαρός τύπος κολποκοιλιακής απόφραξης, που συχνά προκαλεί σοβαρή και συμπτωματική βραδυκαρδία. Σε αυτή την περίπτωση, κανένα σήμα από το φλεβόκομβο δεν περνά από τις κοιλίες. Μια άλλη ονομασία της κολποκοιλιακής απόφραξης τρίτου βαθμού είναι ολική καρδιακή απόφραξη.

Ευτυχώς, τις περισσότερες φορές το ερεθισματαγωγό σύστημα των κοιλιών ή του ίδιου του κοιλιακού μυός μπορεί να ξεκινήσει τα ερεθίσματα, ώστε η καρδιά να μη σταματήσει εντελώς. Αυτοί όμως οι βηματοδότες δεύτερης κατηγορίας παραείναι αργοί για να επιτρέπουν την αποτελεσματική λειτουργία του καρδιαγγειακού συστήματος. Είναι απλώς εφεδρικά συστήματα που επιτρέπουν την επιβίωση. Ωστόσο, δεν είναι πάντα αξιόπιστα, και αν αποτύχουν, οι συνέπειες είναι μοιραίες.

Επομένως, η κολποκοιλιακή απόφραξη τρίτου βαθμού αποτελεί επείγον περιστατικό, που τις περισσότερες φορές απαιτεί την τοποθέτηση βηματοδότη. Η μόνη εξαίρεση είναι στα άτομα που γεννιούνται με κολποκοιλιακή απόφραξη τρίτου βαθμού (συγγενή ολική καρδιακή απόφραξη). Μπορεί να μην έχουν πρόβλημα μέχρι τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης, αλλά μετά απαιτείται η τοποθέτηση βηματοδότη.

Δείτε επίσης