Οι έγκυες γυναίκες που λαμβάνουν κοινά παυσίπονα τα οποία περιέχουν παρακεταμόλη μπορούν να προκαλέσουν στα νεογέννητα παιδιά τους σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς, διαπίστωσε μια μελέτη. Έρευνα σε μητέρες δείχνει ότι η λήψη του φαρμάκου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνει τον κίνδυνο ένα παιδί να αναπτύξει ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητας (attention-deficit hyperactivity disorder, ADHD).
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Παιδιατρικής Εταιρίας και κατέληξε σε συμπεράσματα της με βάση τα στοιχεία της έρευνας σε περισσότερες από 64.000 έγκυες γυναίκες από τη Δανία στο διάστημα 1996-2002.
Η παρακεταμόλη
Η παρακεταμόλη που περιέχεται σε γνωστά παυσίπονα και αντιπυρετικά χάπια, όπως το ντεπόν και το παναντόλ, και η οποία έως τώρα θεωρείται ασφαλής για τις εγκύους, συσχετίστηκε για πρώτη φορά με αυξημένο κίνδυνο να γεννηθούν παιδιά με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Ζεγιάν Λιού του Τμήματος Επιδημιολογίας του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια – Λος ‘Αντζελες (UCLA) μελέτησαν στοιχεία για πάνω από 64.000 γυναίκες, από τις οποίες οι μισές ανέφεραν ότι πήραν παρακεταμόλη τουλάχιστον μια φορά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους.
Οι γυναίκες αυτές είχαν κατά μέσο όρο 37% μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννήσουν παιδί με τη ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα, μια νευροσυμπεριφορική διαταραχή άγνωστης αιτιολογίας, από την οποία πάσχει έως το 5% των παιδιών, με συμπτώματα από πιο απλά έως πιο σοβαρά.
Σε σχέση με τις γυναίκες που δεν είχαν πάρει παρακεταμόλη κατά την εγκυμοσύνη, όσες είχαν πάρει, είχαν 29% μεγαλύτερη πιθανότητα να αποκτήσουν παιδί που αργότερα θα έκανε φαρμακευτική αγωγή για ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα και 13% μεγαλύτερη πιθανότητα το παιδί τους έως την ηλικία των 7 ετών να είχε εμφανίσει συμπεριφορές τύπου ΔΕΠΥ.
Προηγούμενη έρευνα παρείχε ενδείξεις ότι η εν λόγω φαρμακευτική ουσία μπορεί να διαταράξει την φυσιολογική ορμονική λειτουργία και να επιδράσει αρνητικά στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο του εμβρύου.
«Τα ευρήματα από αυτή τη μελέτη πρέπει να ερμηνευθούν με επιφυλακτικότητα και δεν πρέπει να επιφέρουν αλλαγές στην καθιερωμένη πρακτική», δήλωσαν σε σχόλιο τους, στο ίδιο ιατρικό περιοδικό, ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Κάρντιφ της Ουαλίας, με επικεφαλής την Μίριαμ Κούπερ. «Όμως δείχνουν την σημασία που έχει να μην θεωρούμε δεδομένη την ασφάλεια ενός φαρμάκου στη διάρκεια της εγκυμοσύνης», τόνισαν, ενώ πρόσθεσαν ότι οι λόγοι για τους οποίους οι έγκυες γυναίκες έπαιρναν τα παυσίπονα (και όχι αυτά τα ίδια), μπορεί να έπαιξαν ρόλο για την αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ΔΕΠΥ στα παιδιά τους.