Ο δεύτερος πιο συνήθης τύπος ακράτειας ούρων (μετά την ακράτεια από προσπάθεια) είναι η ακράτεια από έπειξη. Έπειξη ονομάζεται η αιφνίδια και ανεξέλεγκτη επιθυμία για ούρηση. Αν η ασθενής δεν προλάβει να πάει εγκαίρως στην τουαλέτα, μπορεί να σημειωθεί διαφυγή ούρων. Πρόκειται για την κατάσταση, «Θέλω να πάω στην τ… ωχ, μου έφυγαν». Βέβαια, μια περιστασιακή έπειξη είναι φυσιολογική και θεωρείται πρόβλημα μόνο όταν τα συμπτώματα επηρεάζουν τον τρόπο ζωής σας ή αν πάσχετε από υποτροπιάζουσες λοιμώξεις.
Η θεραπεία μπορεί να επιτευχθεί μέσω της θεραπείας της συμπεριφοράς ή με τη χρήση φαρμάκων. Και οι δύο αυτές μέθοδοι αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα και όχι το αίτιο του προβλήματος και καμία δεν οδηγεί σε ίαση.
ΑΙΤΙΑ
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η ακράτεια ούρων από έπειξη οφείλεται σε μία αστάθεια του μυός στα τοιχώματα της ουροδόχου κύστης (του εξωστήρα μυός). Η πάθηση αυτή είναι γνωστή ως αστάθεια εξωστήρα. Ο εξωστήρας μυς συσπάται για να ωθήσει τα ούρα έξω από τον αυχένα της κύστης κατά τη διάρκεια της ούρησης. Αν είναι, όμως, ασταθής ή υπερδραστήριος, μπορεί να συσπαστεί ακούσια, προκαλώντας έπειξη για ούρηση και συχνουρία.
Ο ασταθής εξωστήρας μυς μπορεί να προκαλέσει ακράτεια όταν ο αυχένας της κύστης είναι εξασθενημένος ή όταν ανοίξει λόγω της σύσπασης. Το πρόβλημα τείνει να γίνεται άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο έντονο και επιδεινώνεται συχνά κατά τη διάρκεια των κρύων μηνών του χειμώνα.
Οι ακούσιες συσπάσεις μπορεί να προκληθούν από μία ποικιλία αιτίων. Ένα από αυτά είναι ο βήχας και ως εκ τούτου ένα άτομο με ασταθή εξωστήρα μπορεί να επισκεφθεί τον γιατρό του με συμπτώματα όμοια με εκείνα της ακράτειας από έπειξη (διότι εμφανίζουν διαφυγή ούρων όταν βήχουν).
Ένας άλλος εκλυτικός παράγοντας μπορεί να είναι η εικόνα και ο ήχος ενός τρεχούμενου νερού. Όσο πιο γεμάτη είναι η κύστη τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να συσπαστεί ακούσια ο μυς. Η αστάθεια του εξωστήρα με ακούσιες συσπάσεις είναι γνωστή ως κινητική έπειξη.
Ο άλλος βασικός τύπος της επιτακτικής ακράτειας ούρων είναι η αισθητική έπειξη, στην οποία η ουροδόχος κύστη προκαλεί ενόχληση αλλά δεν παρατηρείται διαφυγή ούρων. Η διάκριση μεταξύ αυτών των δύο τύπων του προβλήματος (της κινητικής έπειξης και της αισθητικής έπειξης) προϋποθέτει τη διεξαγωγή ουροδυναμικού ελέγχου (τρόπος διάγνωσης), παρ’ όλο που υπάρχουν και άλλα χαρακτηριστικά που μπορεί να υποδηλώνουν ποιο είναι το πρόβλημα.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα αίτια της επιτακτικής ακράτειας ούρων παραμένουν άγνωστα. Η αστάθεια του εξωστήρα μπορεί να σχετίζεται με την απώλεια του φυσιολογικού ελέγχου επί της αντανακλαστικής κένωσης της κύστης ή με μία ανάλογη υπερδραστηριότητα ενός από τα νεύρα που τροφοδοτούν την κύστη.
Η βλάβη των νεύρων και οι νευρολογικές παθήσεις, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο ή η σκλήρυνση κατά πλάκας, μπορεί να κάνουν την κύστη να συσπάται με ασταθή τρόπο. Αν η αστάθεια έχει κάποιο γνωστό νευρολογικό αίτιο, η πάθηση ονομάζεται αύξηση των αντανακλαστικών του εξωστήρα.
Συχνά, τα άτομα που εκδηλώνουν αυτή την πάθηση έβρεχαν, ως παιδιά, το κρεβάτι τους ή είχαν ανέκαθεν «αδύναμη κύστη». Αυτό μπορεί να οφείλεται στην ελλιπή εκπαίδευση της κύστης κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Αρκετά συχνά, αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα και άλλα μέλη της οικογένειας. Επιρρεπείς στην πάθηση αυτή μπορεί να είναι και οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για την ακράτεια ούρων από προσπάθεια. Η αρχική επέμβαση μπορεί να έχει αποφράξει εν μέρει τον αυχένα της κύστης ώστε να σταματήσει η διαφυγή. Η αντίδραση της κύστης είναι να κάνει τον μυ πιο χονδρό και σε ορισμένες περιπτώσεις ο φυσιολογικός μηχανισμός ελέγχου χάνεται, προκαλώντας αστάθεια της κύστης.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Η θεραπεία της συμπεριφοράς δρα εκπαιδεύοντας εκ νέου τον εγκέφαλο να ελέγχει την κύστη πιο αποτελεσματικά, καταστέλλοντας, συγκεκριμένα, τις ακούσιες συσπάσεις που προκαλούν την ακράτεια από έπειξη.
Ο στυλοβάτης της θεραπείας της συμπεριφοράς είναι η εκγύμναση της κύστης. Κατ’ αρχάς, η κύστη κενώνεται. Στη συνέχεια, ορίζεται ένα χρονικό διάστημα-στόχος, συνήθως μία ώρα, κατά τη διάρκεια του οποίου η γυναίκα δεν έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα (ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει διαφυγή ούρων). Μετά το πέρας μιας ώρας, η γυναίκα πρέπει να ουρήσει. Αυτό επαναλαμβάνεται συχνά, ώστε να εδραιωθεί ένα μοντέλο τακτικής ούρησης. Το χρονικό διάστημα αυξάνεται σταδιακά καθώς επιτυγχάνεται ο ένας στόχος μετά τον άλλο. Ο απώτερος στόχος είναι να φθάσει να γίνεται η ούρηση μία φορά κάθε τρεις ώρες.
Η εκγύμναση της κύστης έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική στη θεραπεία της ακράτειας από έπειξη όταν διδάσκεται στις ασθενείς κατά την παραμονή τους στο νοσοκομείο, με το 85% των γυναικών να παρουσιάζουν θεαματική βελτίωση. Απαιτεί, ωστόσο, μεγάλη θέληση και αφοσίωση στον στόχο, καθώς και ενθάρρυνση από το προσωπικό.
Ως εκ τούτου, υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό υποτροπής μετά την έξοδο των γυναικών από το νοσοκομείο και την επάνοδο στον φυσιολογικό τρόπο ζωής τους, που δεν τους επιτρέπει συχνά να ακολουθούν ένα αυστηρό πρόγραμμα ούρησης.
Συνήθως, εκτός του νοσοκομείου η γυναίκα δέχεται λιγότερη ενθάρρυνση και υποστήριξη, αν και η εκγύμναση της κύστης διδάσκεται και επιβλέπεται και από τους φυσικοθεραπευτές της κοινότητας, τους συμβούλους ακράτειας και τις νοσοκόμες. Παρά τα προβλήματα που υπάρχουν, η εκγύμναση της κύστης παραμένει ένα σημαντικό μέσο για την αντιμετώπιση της ασταθούς κύστης.
Σε συνδυασμό με την εκγύμναση της κύστης ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί και η βιοανάδραση. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν ηλεκτρικοί αισθητήρες για να ανιχνεύσουν τη δραστηριότητα της κύστης, κάτι που θα βοηθήσει την ασθενή να συνειδητοποιήσει την αίσθηση της σύσπασης της κύστης, ώστε να μπορεί να την καταστείλει πιο εύκολα. Η ίδια αρχή πάνω στην οποία βασίζεται η εκγύμναση της κύστης μπορεί να εφαρμοστεί και για το βρέξιμο του κρεβατιού. Στην περίπτωση αυτή, υπολογίζεται η χρονική στιγμή που το άτομο βρέχει το κρεβάτι του και χρησιμοποιείται ένα ξυπνητήρι που τίθεται σε λειτουργία προτού συμβεί αυτό. Όταν η ακράτεια ούρων αποφεύγεται συστηματικά, η χρήση του ξυπνητηριού μπορεί σταδιακά να μειωθεί.
ΦΑΡΜΑΚΑ
Ο πιο συνηθισμένος τύπος φαρμακευτικής αγωγής που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ασταθούς κύστης είναι τα αντιχολινεργικά φάρμακα. Τα σκευάσματα αυτά δρουν αναστέλλοντας τις ωθήσεις ανάμεσα στα νεύρα που ελέγχουν την κύστη και τον κυστικό μυ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μειώνεται η ανταπόκριση του μυός στη διέγερση, και τα φάρμακα δρουν σχεδόν ως αποσβεστήρας κραδασμών.
Καθώς αυτό θεραπεύει τα συμπτώματα και όχι το αίτιο του προβλήματος, η θεραπεία μπορεί να χρειαστεί να είναι μακροπρόθεσμη ή ακόμα και να α-κολουθείται εφ’ όρου ζωής. Γενικά, το φάρμακο που δοκιμάζεται πρώτα είναι η οξυβουτινίνη (Cystrin ή Ditropan).
Το κύριο πρόβλημα με τα αντιχολινεργικά φάρμακα είναι οι παρενέργειες, διότι μπορεί να επηρεάσουν άλλα μέρη του σώματος. Οι πλέον συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η ξηροστομία, η αμβλυωπία, η δυσκοιλιότητα, ο καύσος στομάχου, η ταχυκαρδία και, αν τα φάρμακα δράσουν με υπερβολική επιτυχία, η δυσκολία στην ούρηση. Τα φάρμακα δεν πρέπει να χορηγούνται σε ασθενείς με γλαύκωμα και ορισμένοι θεωρούν ότι τα δισκία τους προκαλούν νωθρότητα ή κόπωση. Παρ’ όλο, όμως, που τα περισσότερα άτομα παρουσιάζουν κάποιες παρενέργειες (και, μέχρις ενός σημείου, αυτές πρέπει να αναμένονται, εφόσον θέλουμε να φέρει η αγωγή αποτέλεσμα) τα οφέλη είναι σαφώς περισσότερα.
Αν οι ανεπιθύμητες ενέργειες δημιουργούν πραγματικό πρόβλημα, τότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αντί των αντιχολινεργικών, κάποιο τρικυκλικό αντικαταθλιπτικό (αμιτριπτυλίνη ή ιμιπραμίνη). Τα φάρμακα αυτά διαθέτουν ανάλογες αντιχολινεργικές ιδιότητες, αλλά προκαλούν λιγότερο σοβαρές παρενέργειες.
Πρόσφατα, κυκλοφόρησαν στην αγορά κάποια νεώτερα αντιχολινεργικά όπως, για παράδειγμα, η τολτεροδίνη και η προπιβερίνη, που προκαλούν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.
Ένας άλλος τρόπος αντιμετώπισης της πάθησης είναι η χρήση μιας συνθετικής ορμόνης που ονομάζεται δεσμοπρεσίνη. Η ορμόνη αυτή διαμηνύει στους νεφρούς να επιβραδύνουν την παραγωγή ούρων, μειώνοντας τον ρυθμό της πλήρωσης της κύστης. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο τη νύχτα, όταν η παραγωγή ούρων πρέπει, ούτως ή άλλως, να μειώνεται, επιτρέποντας στον ασθενή να κοιμηθεί χωρίς διαλείμματα.
Το πρόβλημα με αυτόν τον τύπο θεραπείας είναι ότι δεν μπορεί να εφαρμόζεται συνέχεια. Αν οι νεφροί παράγουν λιγότερα ούρα τη νύχτα, πρέπει να αναπληρώσουν και να παράγουν μεγαλύτερη ποσότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Κατά συνέπεια, η δεσμοπρεσίνη χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον στα παιδιά που βρέχουν το κρεβάτι τους ή σε ενηλίκους, τα συμπτώματα των οποίων επιδεινώνονται τη νύχτα. Δεν χορηγείται συνήθως σε άτομα που μπορεί να κινδυνεύσουν σε περίπτωση κατακράτησης υγρών όπως, για παράδειγμα, εκείνα που πάσχουν από υπέρταση ή καρδιακά προβλήματα. Στις μετεμμηνοπαυσικές γυναίκες μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν οιστρογόνα, ως μέρος της στρατηγικής αντιμετώπισης.
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ
Είναι γνωστό ότι το κάπνισμα ερεθίζει την ουροδόχο κύστη και επιδεινώνει την αστάθεια της. Η καφεΐνη και το αλκοόλ έχουν διπλά επιβλαβές αποτέλεσμα, διότι όχι μόνο διαγείρουν την κύστη, αλλά διεγείρουν επίσης και τους νεφρούς να παράγουν περισσότερα ούρα.
Ως εκτούτου, η αστάθεια της κύστης γίνεται μεγαλύτερη και, επιπλέον, υποχρεώνεται να αντιμετωπίσει αυξημένο φόρτο εργασίας. Η καφεΐνη δεν υπάρχει μόνο στον καφέ αλλά και στο τσάι και σε ορισμένα ανθρακούχα αναψυκτικά, τα οποία μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα.
Ένας πιθανός συμβιβασμός σε ό,τι αφορά το αλκοόλ, είναι η αντικατάσταση της μπίρας ή των κοκτέιλ με δυνατά οινοπνευματώδη ποτά ή κρασί, ώστε να μειωθεί ο όγκος των υγρών που περνούν μέσα από την κύστη. Για ορισμένα άτομα, μερικές απλές αλλαγές στη διάταξη του σπιτιού τους μπορεί να είναι αρκετές. Για παράδειγμα, μία γυναίκα μειωμένης κινητικής ικανότητας μπορεί να αντιμετωπίζει το πρωί πρόβλημα διαφυγής ούρων, διότι η ουροδόχος κύστη της είναι γεμάτη και δεν μπορεί να περπατήσει μέχρι την τουαλέτα χωρίς να καταβάλει σημαντική προσπάθεια. Η τοποθέτηση ενός δοχείου νυκτός πλάι στο κρεβάτι της ενδέχεται να λύσει το πρόβλημα της.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ
Σε σχετικά σπάνιες περιπτώσεις πραγματοποιείται μία επέμβαση που καλείται αυξητική κυστεοπλαστική. Πρόκειται για την ύστατη λύση, καθώς είναι μία περίπλοκη επέμβαση που ενέχει υψηλό κίνδυνο συνεχιζόμενων προβλημάτων. Η επέμβαση περιλαμβάνει τη ραφή τμήματος εντέρου μέσα στην κύστη, το οποίο μπορεί στη συνέχεια να λειτουργήσει ως αποσβεστήρας κραδασμών για τις συσπάσεις της μήτρας.