Γάγγραινα (gangrene) είναι η νέκρωση ενός ιστού, συνήθως λόγω μειωμένης αιματικής παροχής, δηλαδή όταν αποφράσσονται οι αρτηρίες. Συμβαίνει πιο συχνά στα κάτω άκρα αλλά αφορά οποιοδήποτε μέρος του σώματος.
Όταν έχει εξασθενήσει η παροχή αίματος σε οποιοδήποτε ιστό, περιορίζεται και η παροχή οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών. Αν η ροή του αίματος δεν αποκατασταθεί, ο ιστός μπορεί σταδιακά να νεκρωθεί. Αυτή η πάθηση ονομάζεται γάγγραινα (μεταφορικά χρησιμοποιούμε τη λέξη, όταν αναφερόμαστε σε δυσάρεστες καταστάσεις που χειροτερεύουν). Στη γάγγραινα οι ιστοί ξηραίνονται και αποπίπτουν. Αυτό μπορεί να συνεχίζεται για εβδομάδες ή και για μήνες. Η πάθηση μπορεί να προχωρήσει πολύ γρήγορα. Η μη έγκαιρη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει τον ασθενή σε σηπτικό σοκ.
Η εμβολή μεγάλων αρτηριών σε οποιαδήποτε περιοχή του οργανισμού μπορεί να προκαλέσει γάγγραινα της περιοχής που εκτείνεται περιφερικά του σημείου αυτού. Η πάθηση αποτελεί συχνά επιπλοκή λοιμώξεων, κρυοπαγημάτων συνθλιπτικών κακώσεων ή παθήσεων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η νόσος Raynaud.
Συχνά η γάγγραινα συνέβαινε στα πόδια στρατιωτών οι οποίοι πολεμούσαν στα χιόνια και πάθαιναν κρυοπαγήματα. Ο όρος κρυοπαγήματα περιλαμβάνει το πάγωμα των ιστών. Πρόκειται για τοπικές βλάβες, συνήθως των κάτω άκρων, από το ψύχος. Παγοκρύσταλλοι σχηματίζονται στον μεσοκυττάριο χώρο και η προκαλούμενη αφυδάτωση σε συνδυασμό με την ισχαιμία λόγω αγγειοσύσπασης μπορεί να οδηγήσει σε γάγγραινα. Η πάθηση μπορεί να περιορίζεται σε μια μικρή περιοχή π.χ. σε ένα δάκτυλο αλλά είναι δυνατό να καταλαμβάνει σημαντικό τμήμα του ποδιού. Υπάρχουν περιπτώσεις που η ροή αίματος στα πόδια μπορεί να σταματήσει απότομα ή σταδιακά. Και στις δύο περιπτώσεις το πόδι γίνεται ωχρό και παγωμένο ενώ ο πόνος ποικίλλει.
Μορφές και συμπτώματα
Οι δύο βασικές μορφές γάγγραινας είναι η ξηρή και η υγρή. Στην ξηρή γάγγραινα ο ιστός έχει νεκρωθεί, αλλά δεν έχει μολυνθεί. Αυτή η μορφή γάγγραινας δεν εξαπλώνεται και σε άλλους ιστούς. Με την υγρή γάγγραινα ο ιστός έχει νεκρωθεί και έχει μολυνθεί από βακτήρια.
Στην ξηρή γάγγραινα ο ιστός που έχει προσβληθεί είναι κρύος στην αφή και σταδιακά μαυρίζει. Αρχικά είναι επώδυνο, αλλά, καθώς ο ιστός νεκρώνεται, ο πόνος υποχωρεί. Με τον καιρό ο ιστός ξεραίνεται και πέφτει, αλλά η γάγγραινα συνήθως δεν εξαπλώνεται. Ωστόσο, υπάρχει κίνδυνος εκδήλωσης υγρής γάγγραινας. Η ξηρή γάγγραινα είναι πιο πιθανό να εκδηλωθεί σε άτομα με μακροχρόνιο διαβήτη, σκλήρυνση των αρτηριών (αρτηριοσκλήρυνση) ή μία πρόσφατη εκδήλωση κρυοπαγήματος.
Η υγρή γάγγραινα συνοδεύεται από βακτηριακή λοίμωξη. Αρχικά ο προσβεβλημένος ιστός μπορεί να είναι κόκκινος και ζεστός λόγω της φλεγμονής. Με τον καιρό οι ιστοί παγώνουν και γίνονται μπλε (μελανιάζουν) και μπορεί να τρέχει πύον από την περιοχή. Τελικά οι ιστοί αρχίζουν να αποβάλλονται. Η υγρή γάγγραινα τείνει να εξαπλώνεται γρήγορα, καθώς τα βακτήρια συμβάλλουν στην καταστροφή του ιστού.
Αν τα βακτήρια, καθώς καταστρέφουν τον ιστό, παράγουν ένα αέριο που έχει έντονη, δυσάρεστη οσμή, η πάθηση ονομάζεται αεριογόνος γάγγραινα. Αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ένα άτομο με αεριογόνο γάγγραινα μπορεί να πεθάνει μέσα σε μερικές ημέρες. Η αεριογόνος γάγγραινα συνήθως προκαλείται από μόλυνση με το βακτήριο Clostridium perfringens, το οποίο αναπτύσσεται ύστερα από έναν τραυματισμό ή μια χειρουργική πληγή. Η βακτηριακή λοίμωξη παράγει τοξίνες που αποδεσμεύουν ένα αέριο. Όπως και η υγρή γάγγραινα, η αεριογόνος γάγγραινα μπορεί να γίνει απειλητική για τη ζωή.
Εσωτερική γάγγραινα. Πρόκειται για τη γάγγραινα που επηρεάζει ένα ή περισσότερα εσωτερικά όργανα, συνήθως το έντερο ή τη χοληδόχο κύστη. Αυτό το είδος της γάγγραινας συμβαίνει όταν η ροή του αίματος σε ένα εσωτερικό όργανο έχει αποκλειστεί. Τα συμπτώματα είναι συχνά πυρετός και έντονος πόνος. Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία μπορεί να αποβεί μοιραία.
Γάγγραινα Φουρνιέ (Fournier). Η γάγγραινα Fournier είναι ένα ασυνήθιστο είδος που περιλαμβάνει τα γεννητικά όργανα. Οι άνδρες πιο συχνά επηρεάζονται, αλλά και οι γυναίκες μπορούν να αναπτύξουν αυτό το είδος της γάγγραινας. Η γάγγραινα Φουρνιέ συνήθως οφείλεται σε μια μόλυνση στην περιοχή των γεννητικών οργάνων ή του ουροποιητικού συστήματος. Τα συμπτώματα είναι πόνος, ευαισθησία, ερυθρότητα και οίδημα.
Πρόληψη
Αν έχετε διαβήτη ή προχωρημένη αρτηριοσκλήρυνση, η κατάλληλη φροντίδα των άκρων, ιδιαίτερα των ποδιών, είναι ζωτικής σημασίας. Ακόμα και μικροί τραυματισμοί των κάτω άκρων πρέπει να αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη φροντίδα. Ο προσεκτικός έλεγχος των επιπέδων ζαχάρου (γλυκόζης) είναι σημαντικός, αν έχετε διαβήτη. Αν καπνίζετε, πάρετε την απόφαση να σταματήσετε. Κάθε τσιγάρο προκαλεί επιπλέον βλάβες στα αιμοφόρα αγγεία.
Αν αποκτήσετε μια πληγή ή έναν τραυματισμό, βεβαιωθείτε ότι αντιμετωπίστηκε σωστά. Αν υπάρχουν λοιμογόνα βακτήρια, η υγρή γάγγραινα μπορεί να ξεκινήσει ακόμα και από ένα μικρό τραυματισμό άκρων, όπου η ροή αίματος είναι μειωμένη.
Θεραπεία – αντιμετώπιση
Η γάγγραινα είναι μια σοβαρή πάθηση και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Καλέστε το γιατρό σας αμέσως εάν έχετε επίμονη, ανεξήγητο πόνο σε οποιαδήποτε περιοχή του σώματός σας, μαζί με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα σημεία και συμπτώματα:
- Επίμονο πυρετό
- Δερματικές αλλοιώσεις, συμπεριλαμβανομένου του αποχρωματισμού, αίσθημα καύσου, οίδημα, φυσαλίδες ή βλάβες
- Ξαφνικό πόνο σε κάποιο σημείο του σώματος ύστερα από πρόσφατη χειρουργική επέμβαση ή τραύμα
- Δέρμα που είναι απαλό, σκληρό, κρύο και μούδιασμα (ένδειξη για κρυοπαγήματα)
Αν έχετε υποψίες γάγγραινας, συμβουλευτείτε αμέσως το γιατρό σας. Η θεραπεία πρέπει να ξεκινήσει αμέσως. Ο κατάλληλος γιατρός για την γάγγραινα είναι ο γενικός χειρουργός.
Η ξηρή γάγγραινα αντιμετωπίζεται με έγκαιρη βελτίωση της κυκλοφορίας στην ισχαιμική περιοχή. Σε περίπτωση λοίμωξης των ιστών χορηγούνται αντιβιοτικά ώστε να προληφθεί η εγκατάσταση υγρής γάγγραινας. Μπορεί να είναι δυνατή η εγχείρηση για τη διάνοιξη ή την παράκαμψη των φραγμένων αρτηριών. Οι ιστοί που προσβάλλονται από ξηρή γάγγραινα μπορεί να συρρικνωθούν και να μην αποτελέσουν πρόβλημα, αλλά η χειρουργική αφαίρεση του νεκρού ιστού είναι συνήθως απαραίτητη για τη θεραπεία της.
Η διάγνωση υγρής γάγγραινας μπορεί να οδηγήσει στον ακρωτηριασμό του πάσχοντος μέρους του σώματος, συνήθως των κάτω άκρων. Πρέπει να αφαιρεθεί ταυτόχρονα και τμήμα των γειτονικών υγιών ιστών.