Το γλαύκωμα ονομάζεται μερικές φορές σιωπηλός κλέφτης, γιατί μπορεί να κλέψει την όραση σας, πριν συνειδητοποιήσετε ότι κάτι δεν πάει καλά. Η πιο συνηθισμένη μορφή της νόσου αναπτύσσεται σταδιακά, χωρίς προειδοποιητικά σημεία και συμπτώματα. Τα περισσότερα άτομα δε συνειδητοποιούν καν ότι έχουν κάποιο πρόβλημα στο μάτι, μέχρι να έχει ήδη προκληθεί μεγάλη ζημιά στην όραση τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το γλαύκωμα είναι η πρώτη αιτία τύφλωσης και επηρεάζει περίπου 3 εκατομμύρια άτομα ετησίως.
Το γλαύκωμα είναι μία ομάδα παθήσεων. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών των ασθενειών είναι η αυξημένη πίεση μέσα στο μάτι. Ο χώρος μεταξύ του φακού και του κερατοειδούς είναι γεμάτος με ένα υγρό που ονομάζεται υδατοειδές υγρό.
Αυτό το υγρό κυκλοφορεί από πίσω από το χρωματιστό μέρος του ματιού (ίριδα), μέσα από το άνοιγμα, στο κέντρο του ματιού (κόρη) και στο χώρο μεταξύ της ίριδας και του κερατοειδούς. Το υδατοειδές υγρό παράγεται συνεχώς και έτσι πρέπει να αποχετεύεται συνέχεια. Η αποχέτευση βρίσκεται στο σημείο που συναντιούνται η ίριδα και ο κερατοειδής και είναι γνωστή ως γωνία αποχέτευσης. Από εκεί το υγρό κατευθύνεται σε ένα κανάλι (σωλήνας του Schlemm) που οδηγεί σε μικρές φλέβες έξω από το μάτι. Όταν η γωνία αποχέτευσης δε λειτουργεί σωστά, το υγρό δεν αποχετεύεται και αυξάνεται η πίεση του ματιού.
Η πίεση μεταδίδεται επίσης στο άλλο υγρό του ματιού, στο υαλοειδές σώμα πίσω από το φακό. Το υαλοειδές σώμα με τη σειρά του πιέζει τον αμφιβληστροειδή. Αυτή η αυξημένη πίεση επηρεάζει τις ίνες του οπτικού νεύρου. Το οπτικό νεύρο είναι μία ομάδα από περισσότερες από ένα εκατομμύριο νευρικές ίνες στο πίσω μέρος του ματιού. Όταν τραυματιστεί το οπτικό νεύρο, αναπτύσσονται τυφλά σημεία στο οπτικό πεδίο, που ξεκινάνε συνήθως από την περιφερική όραση. Με την πάροδο του χρόνου το αποτέλεσμα μπορεί να είναι σημαντική απώλεια όρασης.
Ευτυχώς, μόνο ένα μικρό ποσοστό ατόμων με γλαύκωμα χάνει την όραση του. Πρόσφατες εξελίξεις έχουν κάνει ευκολότερη τη διάγνωση και τη θεραπεία του γλαυκώματος. Αν ανιχνευτεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα, το γλαύκωμα δεν προκαλεί σημαντική απώλεια όρασης, αλλά πρέπει να παρακολουθείτε την ασθένεια για την υπόλοιπη ζωή σας.
Το γλαύκωμα μπορεί να χωριστεί σε δύο μορφές, το οξύ και το χρόνιο. Η χρόνια μορφή επηρεάζει περίπου το 95% των ατόμων με γλαύκωμα. Επιπλέον, υπάρχουν αρκετές σπάνιες μορφές που δεν ανήκουν σε αυτές τις δύο κύριες κατηγορίες.
Παράγοντες κινδύνου
Πολλά άτομα δεν εμφανίζουν συμπτώματα χρόνιου γλαυκώματος, μέχρις ότου συμβεί σημαντική μόνιμη βλάβη. Γι’ αυτόν το λόγο είναι ιδιαίτερα σημαντικό να είστε ενήμεροι για τους παράγοντες κινδύνου της ασθένειας.
Ηλικία. Το χρόνιο γλαύκωμα είναι σπάνιο πριν την ηλικία των 40. Ο κίνδυνος ανάπτυξης του σχεδόν διπλασιάζεται κάθε 10 χρόνια μετά την ηλικία των 50. Το χρόνιο γλαύκωμα είναι πιο συνηθισμένο στις μεγαλύτερες γυναίκες.
Φυλή. Οι μαύροι έχουν 3 με 4 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες από τους λευκούς να εμφανίσουν γλαύκωμα και 6 φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν λόγω αυτού μόνιμη τύφλωση. Οι λόγοι για αυτή τη διαφορά δεν είναι γνωστοί, αλλά μπορεί οι μαύροι να είναι πιο ευάλωτοι σε βλάβες του οπτικού νεύρου ή να μην ανταποκρίνονται τόσο καλά στις σημερινές θεραπείες. Οι Ασιάτες, ιδιαίτερα τα άτομα με βιετναμέζικη καταγωγή, διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο.
Οικογενειακό ιστορικό. Το γλαύκωμα είναι κληρονομικό. Αν ο ένας γονιός έχει γλαύκωμα, έχετε περίπου 20% πιθανότητα να αναπτύξετε την ασθένεια. Αν το έχει κάποιος αδελφός, οι πιθανότητες είναι 50%.
Ιατρικές παθήσεις. Αν έχετε διαβήτη, ο κίνδυνος να αναπτύξετε γλαύκωμα είναι περίπου 3 φορές μεγαλύτερος σε σχέση με τους ανθρώπους που δεν έχουν διαβήτη. Το ιστορικό αρτηριακής υπέρτασης ή καρδιοπάθειας μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο. Άλλα αίτια είναι φλεγμονές του ματιού, όπως χρόνια ραγοειδίτιδα και ιρίτιδα, όγκος στο μάτι και αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Οποιαδήποτε εγχείρηση στο μάτι αυξάνει επίσης τον κίνδυνο.
Μυωπία. Μια εκτεταμένη ερεύνα έδειξε ότι τα μυωπικά άτομα έχουν 2 με 3 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν γλαύκωμα σε σχέση με τα άτομα που δεν έχουν μυωπία.
Φυσικοί τραυματισμοί. Σοβαρά τραύματα, όπως αν κτυπήσετε στο μάτι, μπορούν να προκαλέσουν αύξηση της πίεσης του ματιού. Ο τραυματισμός μπορεί επίσης να μετατοπίσει το φακό φράζοντας την αποχετευτική γωνία.
Παρατεταμένη χρήση κορτικοστεροειδών. Τα κορτικοστεροειδή που χρησιμοποιούνται για μεγάλο διάστημα για τη θεραπεία κάποιας άλλης πάθησης σας βάζουν σε μεγαλύτερο κίνδυνο για γλαύκωμα.
Χρόνιο Γλαύκωμα
Το χρόνιο γλαύκωμα (ανοικτής γωνίας) συνήθως παραμένει κρυφό για χρόνια. Με αυτή την πάθηση η αποχετευτική γωνία που σχηματίζεται από τον κερατοειδή και την ίριδα παραμένει ανοιχτή, αλλά το υδατοειδές υγρό αποχετεύεται πολύ αργά. Αυτό οδηγεί σε σταδιακή αύξηση της πίεσης μέσα στο μάτι. Η βλάβη στο οπτικό νεύρο είναι τόσο αργή και ανώδυνη, που μπορεί να χαθεί μεγάλο μέρος της όρασης σας, πριν καν το καταλάβετε. Η αιτία του χρόνιου γλαυκώματος παραμένει άγνωστη. Ίσως ευθύνεται ότι το υδατοειδές υγρό αποχετεύεται ή απορροφάται λιγότερο αποτελεσματικά με τα χρόνια. Ωστόσο, δεν παθαίνουν γλαύκωμα όλοι οι ενήλικες προχωρημένης ηλικίας.
Σημεία και συμπτώματα. Σταδιακή απώλεια περιφερικής όρασης.
Διάγνωση. Το χρόνιο γλαύκωμα δεν έχει προειδοποιητικά σημάδια. Ο μόνος τρόπος, για να εντοπιστεί έγκαιρα το γλαύκωμα, είναι η τακτική εξέταση των ματιών, όταν φτάσετε στην ηλικία των 40. Αν διατρέχετε μεγαλύτερο κίνδυνο, ο γιατρός μπορεί να συστήσει ακόμα και πιο συχνές εξετάσεις. Οι εξετάσεις για το γλαύκωμα είναι:
- Μέτρηση της πίεσης και οφθαλμοσκόπηση. Η μέτρηση της πίεσης είναι μία φθηνή και ανώδυνη εξέταση που επιτρέπει στο γιατρό σας να μετρήσει την πίεση μέσα στο μάτι. Μία οφθαλμοσκοπική εξέταση του εσωτερικού του ματιού μπορεί να αποκαλύψει βλάβη στο οπτικό νεύρο που είναι σημείο γλαυκώματος.
- Εξέταση οπτικού πεδίου. Αυτή η εξέταση εκτιμά την περιφερική και την κεντρική σας όραση. Με ένα απλό και γρήγορο έλεγχο ο γιατρός μπορεί να εντοπίσει μεγάλες βλάβες στην περιφερική όραση ζητώντας σας να μετρήσετε τον αριθμό των δακτύλων που κρατάει ψηλά, ενώ κινεί το χέρι του στην περιφέρεια της όρασης σας. Τυπικά πιο αναλυτικός έλεγχο οπτικού πεδίου γίνεται με τη βοήθεια συσκευών που ελέγχονται από ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Θεραπεία. Δεν είναι πάντοτε αναγκαίο να αντιμετωπιστεί η ήπια αύξηση της πίεσης του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση). Αν δεν εντοπιστούν σημάδια βλάβης στο οπτικό νεύρο, ο γιατρός μπορεί να συστήσει προσεκτική παρακολούθηση της κατάστασης με αρκετές εξετάσεις του ματιού το χρόνο.
Αν έχετε αυξημένη πίεση του ματιού, το οπτικό νεύρο εμφανίζει σημεία βλάβης και έχετε χάσει την περιφερική όραση, η θεραπεία είναι γενικά απαραίτητη. Αν έχετε σημεία βλάβης στο οπτικό νεύρο και απώλεια οπτικού πεδίου, ακόμα και αν η πίεση του ματιού είναι σε φυσιολογικά επίπεδα, η θεραπεία γενικά συστήνεται, για να μειωθεί η πίεση ακόμα παρακάτω, ώστε να βοηθήσει στην καθυστέρηση του γλαυκώματος.
Το γλαύκωμα μπορεί να ελεγχθεί με σταγόνες, φάρμακα από το στόμα ή χειρουργικές επεμβάσεις.
Φάρμακα. Η θεραπεία για το χρόνιο γλαύκωμα συνήθως ξεκινάει με φάρμακα σε σταγόνες (κολλύρια), για να μειωθεί η πίεση του ματιού. Για πολλά χρόνια η πιο δημοφιλής θεραπεία του γλαυκώματος ήταν τα κολλύρια που περιείχαν αδρεναλίνη (επινεφρίνη) ή πιλοκαρπίνη, για να αυξήσουν την εκροή υγρού. Ωστόσο, αυτά τα φάρμακα προκαλούν μερικές φορές δυσάρεστες παρενέργειες. Ως αποτέλεσμα αναπτύχθηκαν άλλα φάρμακα σε σταγόνες που χορηγούνται σήμερα. Η ακόλουθη λίστα περιλαμβάνει κολλύρια και φάρμακα που λαμβάνονται από το στόμα:
- Β -Αναστολείς. Αυτά τα φάρμακα σε σταγόνες είναι εντυπωσιακά αποτελεσματικά και γενικά ασφαλή. Τρία φάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι η τιμολόλη (Nyolol, Temserin), η βηταξολόλη (Betoptic) και η λεβοβουνολόλη (Vistagan). Οι Β- αναστολείς μπορεί να μειώσουν τους παλμούς της καρδιάς και να επιδεινώσουν τα συμπτώματα του βρογχικού άσθματος. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να σας κάνουν να αισθάνεστε κόπωση, υπνηλία, κατάθλιψη ή σύγχυση. Μπορεί επίσης να προκαλέσουν προσωρινή ανικανότητα. Αν έχετε άσθμα, βρογχίτιδα ή εμφύσημα ή αν έχετε διαβήτη και χρησιμοποιείτε ινσουλίνη, οι Β- αναστολείς θα πρέπει γενικά να αποφεύγονται.
- Άλλα φάρμακα σε σταγόνες. Αυτά είναι οι Α-αδρενεργικοί διεγέρτες, όπως απρακλονιδίνη (Iopidine) και βριμονιδίνη (Alphagan), οι αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης, όπως η δορζολαμιδίνη (Trusopt), τα ανάλογα των προσταγλαδινών, όπως είναι η λατανοπρόστη (Xalatan), και οι προσταμίδες, όπως η βιματοπρόστη (Lumigan). Αυτά τα φάρμακα μειώνουν την πίεση του ματιού είτε αυξάνοντας την εκροή υγρού από το μάτι είτε μειώνοντας την παραγωγή υγρού. Όλα τους έχουν διάφορες παρενέργειες.
- Φάρμακα από το στόμα. Μία άλλη μορφή θεραπείας γίνεται με φάρμακα που λαμβάνονται από το στόμα. Ορισμένα φάρμακα, όπως είναι η ακεταζολαμιδίνη (Diamox), μπορούν να μειώσουν την πίεση στο μάτι σας μειώνοντας την παραγωγή του φυσιολογικού υγρού του ματιού. Αυτό το είδος του φαρμάκου μπορεί να προκαλέσει γενικά παρενέργειες. Η μακροχρόνια χρήση αυτών των φαρμάκων γενικά αποφεύγεται. Ο οφθαλμίατρος σας γνωρίζει τις πιθανές παρενέργειες των διάφορων φαρμάκων και θα σας ενημερώσει για το τι πρέπει να περιμένετε. Αν αντιμετωπίζετε προβλήματα με κάποιο από τα φάρμακα, η δοσολογία πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα ή μπορεί να αλλάξετε θεραπεία.
Εγχείρηση. Αν η φαρμακευτική αγωγή δεν είναι επιτυχής στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης, ο γιατρός μπορεί να συστήσει χειρουργική επέμβαση. Υπάρχουν διάφορες επιλογές. Στη μία επέμβαση χρησιμοποιείται μία ακτίνα λέιζερ, για να ανοίξει τα αποφραγμένα κανάλια αποχέτευσης στον πρόσθιο θάλαμο του ματιού. Για πιο σοβαρές περιπτώσεις μία επέμβαση, που είναι γνωστή ως επέμβαση διήθησης, μπορεί να συστηθεί. Σε αυτή την επέμβαση δημιουργείται χειρουργικά ένα αποχετευτικό κανάλι μεταξύ του εσωτερικού του ματιού και του επιπεφυκότα, για να μειώσει την πίεση μέσα στο μάτι.
Μέτρηση της Ενδοφθάλμιας Πίεσης
Το γλαύκωμα είναι μία από τις βασικές αιτίες τύφλωσης. Ο έγκαιρος εντοπισμός της πάθησης δε θα αποκαταστήσει τη χαμένη όραση, αλλά η έγκαιρη θεραπεία μπορεί να σταματήσει την περαιτέρω επιδείνωση και να καθυστερήσει την απώλεια όρασης.
Η τονομετρία είναι μία μέθοδος μέτρησης της πίεσης στο εσωτερικό του ματιού. Η φυσιολογική πίεση του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση) είναι περίπου 10 με 22 χλστ. στήλης υδραργύρου.
Αν η τονομετρία δείξει αυξημένη πίεση, απαιτούνται επιπλέον εξετάσεις, για να εξακριβωθεί αν έχετε γλαύκωμα.
- Τονόμετρο επιπέδωσης. Το τονόμετρο επιπέδωσης είναι μία πολύπλοκη συσκευή που προσαρμόζεται συνήθως σε μία σχισμοειδή λυχνία, το σύνηθες όργανο εξέτασης του ματιού. Γι’ αυτό τον υπερβολικά ακριβή έλεγχο ο γιατρός θα μουδιάσει τα μάτια σας με σταγόνες. Κάθεστε στη σχισμοειδή λυχνία και μία μικρή πλαστική κεφαλή πιέζει ελαφρώς το μάτι σας. Η δύναμη που απαιτείται για να γίνει επίπεδη (επιπεδωθεί) μία μικρή περιοχή του κερατοειδούς σας μεταφράζεται σε μέτρηση της πίεσης του ματιού. Μετά την εξέταση τα μάτια σας μπορεί να σας ενοχλούν για μικρό χρονικό διάστημα.
- Τονόμετρο ριπής αέρα. Ένα τονόμετρο ριπής αέρα χρησιμοποιεί μία ριπή αέρα, για να μετρήσει την πίεση που χρειάζεται, για να δημιουργήσει εσοχή στον κερατοειδή σας. Δεν είναι τόσο ακριβές, όσο το τονόμετρο επιπέδωσης, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι δε χρειάζεται αναισθητικές σταγόνες, γιατί το όργανο δεν έρχεται σε επαφή με το μάτι.
Οξύ γλαύκωμα
Το οξύ γλαύκωμα (κλειστής γωνίας) είναι λιγότερο συνηθισμένο από το χρόνιο γλαύκωμα. Αυτός ο τύπος γλαυκώματος συμβαίνει, όταν η γωνία αποχέτευσης που σχηματίζεται από τον κερατοειδή και την ίριδα κλείνει ή φράζει. Το υδατοειδές υγρό δεν μπορεί να εξέλθει με αποτέλεσμα την αύξηση της πίεσης του ματιού. Η αύξηση της πίεσης μπορεί να συμβεί ξαφνικά ή σταδιακά. Το οξύ γλαύκωμα αποτελεί επείγον περιστατικό που πρέπει να αντιμετωπίζεται αμέσως στο κοντινότερο κέντρο επειγόντων περιστατικών. Μπορεί να προκαλέσει απώλεια όρασης μέσα σε ώρες από την εμφάνιση του. Χωρίς θεραπεία η όραση στο μάτι μπορεί να καταστραφεί μέσα σε μία ή δύο ημέρες.
Σημεία και συμπτώματα
- Θολή όραση, συνήθως στο ένα μάτι.
- Εμφάνιση φωτοστέφανων γύρω από τα φώτα.
- Πόνος στο μάτι.
- Ερυθρότητα στο μάτι.
Τα περισσότερα άτομα με αυτό το είδος γλαυκώματος έχουν πολύ στενή γωνία αποχέτευσης, η οποία μπορεί να είναι ένα εκ γενετής ελάττωμα. Το οξύ γλαύκωμα είναι πιο συνηθισμένο στα άτομα που έχουν υπερμετρωπία. Η φυσιολογική γήρανση μπορεί επίσης να προκαλέσει απόφραξη της γωνίας. Καθώςμεγαλώνετε, ο φακός μεγαλώνει πιέζοντας την ίριδα προς τα εμπρός καν μειώνοντας το χώρο μεταξύ της ίριδας και του κερατοειδούς.
Ξαφνική αύξηση της πίεσης του ματιού μπορεί να προκληθεί από καταστάσεις που προκαλούν τη μεγάλη διαστολή της κόρης. Αυτές μπορεί να είναι:
- Σκοτάδι ή χαμηλός φωτισμός.
- Άγχος ή ενθουσιασμός.
- Ορισμένα φάρμακα, όπως τα αντιισταμινικά, τα τρικυκλικά, τα αντικαταθλιπτικά και τα κολλύρια που προκαλούν διαστολή της κόρης
Τα επεισόδια οξέος γλαυκώματος μπορεί ναεκδηλωθούν ξαφνικά ή μετά από προειδοποιητικά σημάδια (αρχικά στάδια) που έχουν εμφανιστεί εβδομάδες ή μήνες πριν. Τα επεισόδια συμβαίνουν συνήθως το βράδυ, όταν ο φωτισμός είναι χαμηλός και οι κόρες έχουν διασταλεί. Η όραση σας μπορεί να είναι θολή, μπορεί να βλέπετε φωτοστέφανα γύρω από τα φώτα, το μάτι σας γίνεται κόκκινο και μπορεί να πονάει. Αν και το οξύ γλαύκωμα συχνά επηρεάζει μόνο το ένα μάτι, κινδυνεύει επίσης και το άλλο μάτι.
Σε ένα σοβαρό επεισόδιο τα συμπτώματα είναι παρόμοια αλλά πιο σοβαρά και πιο επίμονα. Ο πόνος μπορεί να είναι έντονος και να προκαλεί έμετο. Ο κερατοειδής μπορεί να φαίνεται θολός, ακόμα και γκρίζος. Το μάτι μπορεί να πονάει και να δυσκολεύεστε να το αγγίξετε.
Πρόληψη. Είναι πολύ σημαντικό να χρησιμοποιείτε κολλύρια για το γλαύκωμα ακριβώς όπως σας συνταγογραφήθηκε, για να ελέγχεται η πίεση του ματιού. Η παράληψη ακόμα και λίγων δόσεων μπορεί να φέρει την επιδείνωση του γλαυκώματος. Μπορεί να χρειάζεται να βάζετε σταγόνες αρκετές φορές κάθε ημέρα, αν και κάποιες λαμβάνονται μόνο μία φορά την ημέρα. Αν χρησιμοποιείτε περισσότερα από ένα είδος κολλύρια, περιμένετε τουλάχιστον 5 με 10 λεπτά μεταξύ των εφαρμογών.
Για να απορροφηθούν στο ελάχιστο οι σταγόνες από την κυκλοφορία του αίματος και να μειωθεί η πιθανότητα παρενεργειών, κλείστε τα μάτια σας για ένα με δύο λεπτά, αφού βάλετε τις σταγόνες. Πιέστε ελαφρά στη γωνία του ματιού σας κοντά στη μύτη και σκουπίστε τα βλέφαρα σας.
Θεραπεία. Οι γιατροί μπορεί να χορηγήσουν διάφορα φάρμακα, για να μειώσουν την πίεση του ματιού το ταχύτερο δυνατό. Όταν η πίεση του ματιού τεθεί υπό έλεγχο, μπορεί να χρειαστεί μία επέμβαση που ονομάζεται ιριδεκτομή. Κατά την επέμβαση αυτή ο οφθαλμίατρος χρησιμοποιεί μία ακτίνα λέιζερ, για να δημιουργήσει μία μικρή τρύπα στην ίριδα που επιτρέπει στο υδατοειδές υγρό να ρέει πιο εύκολα μέσα στην υδατώδη κοιλότητα. Με αυτή την τεχνική ο χειρουργός μπορεί να δημιουργήσει μία αποχετευτική τρύπα χωρίς τη χρήση χειρουργικής τομής αποφεύγοντας έτσι πολλούς από τους κινδύνους που σχετίζονται με την παραδοσιακή χειρουργική.
Πολλοί γιατροί μπορεί μετά από λίγο χρόνο να εκτελέσουν επίσης ιριδεκτομή στο άλλο μάτι εξαιτίας του μεγάλου κινδύνου που διατρέχει να προσβληθεί από οξύ γλαύκωμα μέσα στα επόμενα χρόνια.