Η αναισθησία (anaesthesia) είναι η απώλεια ευαισθησίας στον πόνο που επέρχεται με διάφορα φάρμακα (αναισθητικά). Σήμερα οι παρενέργειες ή οι επιπλοκές της αναισθησίας τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά είναι σπάνιες.
Η αναισθησία χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια πολλών ιατρικών διαδικασιών και εγχειρήσεων. Αναισθητικά φάρμακα μπορούν να χορηγήσουν οι ειδικοί στην αναισθησία, όπως οι αναισθησιολόγοι και οι εξειδικευμένοι διπλωματούχοι νοσηλευτές αναισθησίας.
O τύπος της αναισθησίας που λαμβάνετε κατά τη διάρκεια της εγχείρησης εξαρτάται από την επέμβαση που πραγματοποιείται και από τη σωματική και συναισθηματική σας κατάσταση.
Για τις περισσότερες εγχειρήσεις είναι σημαντικό να αποφύγετε τα στερεά φαγητά για τουλάχιστον 8 ως 10 ώρες, πριν λάβετε αναισθησία. Αυτή η πρόληψη βοηθά στην αποτροπή της εισπνοής (εισρόφησης) γαστρικού περιεχομένου μέσα στους πνεύμονες σας κατά τη διάρκεια ή μετά την εγχείρηση.
Μπορεί επίσης να σας δοθούν οδηγίες για το πότε θα σταματήσετε να πίνετε υγρά πριν την επέμβαση. Στις περισσότερες περιπτώσεις θα πρέπει να πάρετε τα συνηθισμένα σας φάρμακα με λίγο νερό το πρωί της εγχείρησης σας.
Την δεκαετία του 1970 η πιθανότητα σοβαρής επιπλοκής (π.χ. θάνατος, εγκεφαλική βλάβη, καρδιακή ανακοπή) ήταν περίπου 1 στις 10.000. Σήμερα με τις σύγχρονες τεχνικές παρακολούθησης, ο κίνδυνος είναι μικρότερος από 1 στις 250.000. Είναι πάντως τεκμηριωμένο ότι το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο των επιπλοκών από το αναπνευστικό σύστημα π.χ. όπως λοιμώξεις και κρίση άσθματος. Συνιστάται αποφυγή του καπνίσματος πριν από την εγχείρηση για τουλάχιστον 6 βδομάδες.
Να σημειωθεί ότι μια μελέτη βρήκε ότι στη περίπτωση των παιδιών που έχουν κάνει γενική αναισθησία πριν από την ηλικία των 2 ετών υπάρχει μια πολύ μικρή πιθανότητα να προκληθούν μαθησιακές δυσκολίες αργότερα.
Οι τύποι αναισθησίας περιλαμβάνουν:
Καταστολή (αναισθησία με μέθη)
Όταν οι επεμβάσεις είναι πολύ σύντομες ή επιφανειακές δίνονται κάποια κατασταλτικά, ηρεμιστικά ή παυσίπονα, ούτως ώστε η διαδικασία της επέμβασης να μπορεί να γίνει ανεκτή από τον ασθενή. Η καταστολή ή ενδοφλέβια ύπνωση χρησιμοποιείται για να σας χαλαρώσει και να σας κάνει να νιώσετε νυσταγμένοι, παρόλο που παραμένετε ξυπνητοί. Η χορήγηση των φαρμάκων αυτών περιγράφεται μερικές φορές με τον ξεπερασμένο όρο «μέθη».
Αυτός ο τύπος αναισθησίας χρησιμοποιείται για επεμβάσεις όπως η κολονοσκόπηση, μία εξέταση για το έντερο. Περιλαμβάνει γενικώς ενδοφλέβια χορήγηση φαρμάκων για τον πόνο και ένα ήπιο υπνωτικό, για να ελαχιστοποιήσει οποιαδήποτε ανησυχία.
Ένας ασθενής σε αυτήν την κατάσταση, είναι ήρεμος, ακίνητος, δεν πονά, αναπνέει φυσιολογικά μόνος του, αλλά ακούει και καταλαβαίνει αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Δεν είναι σπάνιο μιά «μέθη» να μεταπέσει σε γενική αναισθησία όταν η βαρύτητα της επέμβασης αποδειχθεί σοβαρότερη της αναμενομένης.
Τοπική αναισθησία
Η τοπική αναισθησία χρησιμοποιείται, για να σταματήσει τον πόνο σε ένα τμήμα του σώματος σας, ενώ σας επιτρέπει να παραμένετε σε πλήρη εγρήγορση. Κανονικά το τοπικό αναισθητικό χρησιμοποιείται σε επεμβάσεις όπως οι οδοντικές εργασίες, οι βιοψίες δέρματος ή η συρραφή ενός κοψίματος. Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται τοπικό αναισθητικό και για πιο παρατεταμένη εργασία σε ανθρώπους στους οποίους αντενδείκνυται η περιοχική ή η γενική αναισθησία.
Κατά την τοπική αναισθησία χορηγείται με ένεση αναισθητικό πάνω ή κοντά στην περιοχή της επέμβασης. Η ένεση μουδιάζει την περιοχή και αναστέλλει τον πόνο και οποιαδήποτε άλλη αίσθηση. Για πιο εκτεταμένη επέμβαση μπορεί να σας τοποθετήσουν ένα καθετήρα μέσα σε μία φλέβα σας, συνήθως στο χέρι, ώστε να μπορείτε να λάβετε ενδοφλεβίως υγρά. Αυτός ο καθετήρας παρέχει πρόσβαση, για να χορηγηθούν, αν χρειαστεί, υπνωτικά και άλλα φάρμακα.
Τα τοπικά αναισθητικά είναι γενικώς μικρής διάρκειας. Κυκλοφορούν σε διάφορες μορφές, όπως ενέσεις, σπρέι και αλοιφές. Σπανίως προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις.
Περιοχική αναισθησία
Η περιοχική αναισθησία χρησιμοποιείται, για να αναστείλει την αισθητικότητα σε συγκεκριμένη περιοχή του σώματος.
Όπως και στην τοπική αναισθησία, κατά τη διάρκεια της περιοχικής αναισθησίας παραμένετε ξυπνητοί. Ορισμένες φορές χορηγείται και υπνωτικό ενδοφλεβίως πριν από την επέμβαση, ώστε να σας χαλαρώσει. Το υπνωτικό μπορεί να σας κάνει να αισθάνεστε νυσταγμένοι, παρόλο που παραμένετε ξυπνητοί.
Το αναισθητικό χορηγείται με ένεση γύρω από ένα μόνο νεύρο ή δίκτυο νεύρων που νευρώνουν την περιοχή στην οποία γίνεται η χειρουργική επέμβαση. Η ένεση, η οποία είναι γενικώς ανώδυνη, γίνεται, ενώ είστε ξαπλωμένος στα πλάγια ή καθιστός. Κατά τη σπονδυλική, επισκληρίδια και υπαραχνοειδή αναισθησία το αναισθητικό χορηγείται με ένεση κοντά στη σπονδυλική στήλη.
Αυτό εξαλείφει τον πόνο στο κατώτερο ήμισυ του σώματος. Αυτές οι μορφές αναισθησίας χρησιμοποιούνται συχνά στις γυναικολογικές επεμβάσεις και σε εγχειρήσεις στα ισχία και στα κάτω άκρα. Η επισκληρίδια αναισθησία χρησιμοποιείται συχνά κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Οι παρενέργειες, οι οποίες περιλαμβάνουν ναυτία και εμετό, αναπνευστική δυσχέρεια, ζάλη ή κεφαλαλγία, είναι σπάνιες και υποχωρούν εύκολα. Μετέπειτα ενδέχεται να έχετε κάποια ήπια ενόχληση στο σημείο της ένεσης. Γενικά, οι περιοχικές τεχνικές είναι ασφαλείς όταν εκτελούνται από ιατρούς κατάλληλα εκπαιδευμένους. Μπορούν όμως να παρουσιάσουν επιπλοκές. Ο συνήθης φόβος για παράλυση μετά από ραχιαία ή επισκληρίδιο αναισθησία είναι πολύ συχνός αλλά η πιθανότητα να συμβεί αυτό είναι στην πραγματικότητα εξαιρετικά μικρή (1 στο εκατομμύριο).
Η περιοχική αναισθησία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στο ένα χέρι ή σε άλλο σημείο του σώματος. Αυτός ο τύπος αναφέρεται συχνά ως περιοχικός νευρικός αποκλεισμός. Ο αναισθησιολόγος τοποθετεί μια μικρή βελόνα στην περιοχή μέσα από την οποία περνά το νεύρο. Συνήθως νιώθετε στιγμιαία μια αίσθηση σαν να σας διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα. Αυτό μαρτυρά στον ειδικό πως η βελόνα βρίσκεται στη σωστή θέση. Χορηγεί τότε ένα τοπικό αναισθητικό φάρμακο, ώστε η προεπιλεγμένη περιοχή να μουδιάσει και να ακινητοποιηθεί.
Το βασικό προτέρημα της περιοχικής αναισθησίας είναι πως είναι χρήσιμη για πιο εκτεταμένες επεμβάσεις από αυτές που απαιτούν μόνο τοπική αναισθησία, αλλά επηρεάζει μόνο την περιοχή του σώματος σας που χρειάζεται. Έχει μικρή επίδραση σε άλλες περιοχές, όπως η καρδιά, οι πνεύμονες και ο εγκέφαλος σας. Η περιοχική αναισθησία μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί, για να παρέχει αναλγησία μετά από την επέμβαση.
Γενική αναισθησία
Η γενική αναισθησία χρησιμοποιείται για πιο εκτεταμένες επεμβάσεις, που απαιτούν να είστε αναίσθητοι. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη γενική αναισθησία χορηγούνται ενδοφλεβίως ή με εισπνοή μέσω μάσκας. Τα φάρμακα μεταφέρονται με την κυκλοφορία του αίματος σας προς όλες τις περιοχές του οργανισμού σας, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου. Δρουν ως υπνωτικά, αναλγητικά και μυοχαλαρωτικά και εμποδίζουν την ανάμνηση της εγχείρησης. Η ηλικία σας, η κατάσταση σας και ο τύπος της εγχείρησης που κάνετε καθορίζουν τον τύπο του φαρμάκου ή των φαρμάκων που θα λάβετε.
Επειδή τα γενικά αναισθητικά επηρεάζουν όλες τις περιοχές του οργανισμού σας, όπως η καρδιά και οι πνεύμονες, οι επιδράσεις από τα φάρμακα είναι πιο συχνές. Παρόλα αυτά, οι περισσότερες είναι προσωρινές και εύκολες στο χειρισμό τους από το ιατρικό προσωπικό. Για να αποφευχθούν τα προβλήματα, η αρτηριακή σας πίεση, οι καρδιακοί σας παλμοί και ο καρδιακός ρυθμός, η αναπνοή και η θερμοκρασία παρακολουθούνται συνεχώς καθόλη τη διάρκεια της επέμβασης.
Στο τέλος της εγχείρησης, για την οποία απαιτείται γενική αναισθησία, ο αναισθησιολόγος αντιστρέφει τις επιδράσεις των αναισθητικών φαρμάκων. Καθώς επανέρχεται η συνείδηση σας, θα παρακολουθείστε προσεκτικά από ιατρικό προσωπικό εκπαιδευμένο στη μετεγχειρητική ανάνηψη. Αν νιώσετε πόνο, ενημερώστε το γιατρό ή το νοσηλευτή σας, ώστε να σας δοθεί κάτι, για να ελεγχθεί ο πόνος. Το να ανέχεστε τον υπερβολικό πόνο μετά το χειρουργείο δεν προσφέρει κάτι και μάλιστα μπορεί να είναι επιβλαβές.
Οι παρενέργειες από τη γενική αναισθησία μετά από την επέμβαση περιλαμβάνουν ναυτία, εμετούς και μυαλγίες. Αυτές είναι συνήθως μικρής διάρκειας και μπορούν να θεραπευτούν. Πιο σοβαρές επιπλοκές, όπως η καρδιακή προσβολή, η βλάβη των νεφρών και το εγκεφαλικό, είναι εξαιρετικά σπάνιες. Η κατάλληλη παρακολούθηση και θεραπεία οποιασδήποτε σοβαρής ιατρικής ασθένειας πριν από την επέμβαση καθώς επίσης και η προσεκτική παρακολούθηση των ζωτικών σας σημείων κατά τη διάρκεια της επέμβασης ελαττώνουν τέτοιους κινδύνους.