Πόνος: Φάρμακα και παρενέργειες

ponos farmakaΤα παυσίπονα (αναλγητικά) είναι τα πιο διαδεδομένα φάρμακα για τη διαχείριση του πόνου. Ελέγχουν τον οξύ και χρόνιο πόνο επεμβαίνοντας στην εκδήλωση των μηνυμάτων πόνου, τη συχνότητα τους, τη διαδρομή τους ή τον τρόπο ερμηνείας τους. Υπάρχουν πολλά είδη παυσίπονων από αυτά άλλα δεν απαιτούν και άλλα απαιτούν ιατρική συνταγή. Να σημειωθεί ωστόσο ότι μερικά φάρμακα, εκτός από τις παρενέργειες που μπορεί να έχουν, οδηγούν σε εξάρτηση και εθισμό.

Παρακεταμόλη

Η παρακεταμόλη είναι πιο αποτελεσματική για τον ήπιο μέχρι και μέτριο πόνο που δε συνοδεύεται από φλεγμονή. Η παρακεταμόλη δεν επεμβαίνει στα ένζυμα του σώματος που λειτουργούν σαν καταλύτης για τη φλεγμονή. Όμως αυτό το φάρμακο είναι συχνά αποτελεσματικό στον έλεγχο άλλων ειδών πόνου.

Υπάρχουν διάφορα προϊόντα που είναι διαθέσιμα χωρίς συνταγή. Παυσίπονα φάρμακα που περιέχουν παρακεταμόλη (χωρίς ασπιρίνη) είναι:

  • Apotel
  • Depon
  • Lonarid
  • Panadol

Όταν λαμβάνεται περιστασιακά και σύμφωνα με τη συνιστώμενη δοσολογία, η παρακεταμόλη είναι σε γενικές γραμμές ασφαλής. Όμως, αν ληφθεί περισσότερη από τη συνιστώμενη δοσολογία που αναγράφεται στις οδηγίες του προϊόντος, μπορεί να οδηγήσει σε παρενέργειες: να προκαλέσει βλάβες στο ήπαρ. Το αλκοόλ φαίνεται να ενισχύει αυτόν το κίνδυνο.

Η παρακεταμόλη συνδυάζεται μερικές φορές με ένα ναρκωτικό, για να παρέχει πιο ισχυρή παυσίπονη δράση (Lonarid-N). Αυτή η μορφή του φαρμάκου είναι διαθέσιμη μόνο με ιατρική συνταγή. Είναι γενικά αποτελεσματική, αλλά μπορεί να αποδειχθεί εθιστική, αν λαμβάνεται τακτικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα

Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) είναι πιο αποτελεσματικά στον ήπιο μέχρι μέτριο πόνο που συνοδεύεται από οίδημα και φλεγμονή. Αυτά τα φάρμακα ανακουφίζουν τον πόνο αναστέλλοντας την παραγωγή χημικών ουσιών που αυξάνουν τον πόνο και ενεργοποιούνται από την καταστροφή των ιστών. Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για την αρθρίτιδα και τον πόνο που προέρχεται από θλάσεις μυών, διαστρέμματα, τραυματισμούς στη μέση και στον αυχένα ή για τις κράμπες.

Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα που δε χρειάζονται συνταγή είναι:

  • Ασπιρίνη (Aspirin, Egicalm)
  • Δικλοφενάκη (Voltaren)
  • Ετοδολάκη (Lonine)
  • Ιβουπροφαίνη (Brufen)
  • Ινδομεθακίνη (Indocid)
  • Κετοπροφαίνη (Oruvail)
  • Κετορολάκη (Toradol)
  • Λορνοξικάμη (Xefo)
  • Μελοξικάμη (Movatec)
  • Μεφαιναμικό οξύ (Ponstan)
  • Ναβουμετόνη (Relifex)
  • Ναπροξένη (Naprosyn)
  • Νιμεσουλίδη (Mesulid)
  • Νιφλουμικό οξύ (Niflamol)
  • Πιροξικάμη (Feldene)
  • Τενοξικάμη (Tilcitin)
  • Τολφαιναμικό οξύ (Gantil, Clotam)
  • Φαινοπροφαίνη (Expron)
  • Φλουρβιπροφαίνη (Flurofen)

Όταν λαμβάνονται περιστασιακά και σύμφωνα με τις οδηγίες τους, τα ΜΣΑΦ είναι συνήθως ασφαλή. Όμως, αν λαμβάνονται συχνά για μήνες ή για χρόνια ή αν λαμβάνονται πάνω από τη συνιστώμενη δόση, τα ΜΣΑΦ μπορεί να προκαλέσουν κυρίως τις εξής παρενέργειες: ναυτία, στομαχικό πόνο, αιμορραγία και έλκη στομάχου.

Οι μεγάλες δόσεις μπορεί να οδηγήσουν επίσης σε νεφρική ανεπάρκεια, κατακράτηση υγρών και καρδιακή ανεπάρκεια. Οι κίνδυνοι αυτών των παθήσεων αυξάνουν με την ηλικία, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Αν λαμβάνετε συχνά ΜΣΑΦ, ρωτήστε το γιατρό σας για την ανάγκη παρακολούθησης για πιθανές παρενέργειες.

Τα ΜΣΑΦ μπορεί να έχουν επίσης περιορισμούς στην αποτελεσματικότητα, συγκεκριμένα όρια στην ποσότητα του πόνου που μπορούν να διαχειριστούν. Μετά από κάποια δοσολογία δεν έχουν επιπλέον οφέλη στη διαχείριση του πόνου. Αν έχετε μέτριο μέχρι σοβαρό πόνο, τα ΜΣΑΦ μπορεί να μην είναι ικανά να σας ανακουφίσουν από τον πόνο.

Αναστολείς COX-2

Οι αναστολείς COX-2 είναι ένας νεότερος τύπος ΜΣΑΦ που είναι σχεδιασμένα να σας ανακουφίζουν από τον πόνο με λιγότερες παρενέργειες από τα παραδοσιακά ΜΣΑΦ.

Τα ΜΣΑΦ περιορίζουν τον πόνο αναστέλλοντας ένα ένζυμο στο σώμα που ονομάζεται κυκλοξυγενάση (COX). Το ένζυμο αυτό συμμετέχει στην παραγωγή ουσιών που μοιάζουν με ορμόνες και ονομάζονται προσταγλανδίνες, οι οποίες συμβάλλουν στην εκδήλωση του πόνου και της φλεγμονής.

Τα παραδοσιακά ΜΣΑΦ επιδρούν ενάντια και στις δύο μορφές κυκλοξυγενάσης που υπάρχουν στο σώμα: την COX-1 και την COX-2. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι η καταστολή της COX-1 μπορεί να προκαλέσει στομαχικά και αιμορραγικά προβλήματα, επειδή η COX-1 είναι το ένζυμο που προστατεύει τον υμένα του στομάχου και επιτρέπει στα αιμοπετάλια να σχηματίσουν θρόμβους αίματος.

Οι αναστολείς COX-2 καταστέλλουν κυρίως το ένζυμο COX-2. Επειδή δεν επηρεάζουν τόσο πολύ την COX-1, τα φάρμακα θεωρείται ότι έχουν λιγότερες παρενέργειες για το πεπτικό σύστημα. Ωστόσο, οι αναστολείς COX-2 δεν προστατεύουν από το σχηματισμό θρόμβων στο αίμα, όπως κάνει η ασπιρίνη και άλλα ΜΣΑΦ, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τα άτομα με καρδιαγγειακή νόσο.

Παραδείγματα φαρμάκων που αναστέλλουν την COX-2 είναι:

  • Βαλντεκοξίμπη (Bextra)
  • Ροφεκοξίμπη (Vioxx)
  • Σελεκοξίμπη (Celebrex)

Σε μελέτες για τους αναστολείς COX-2 οι συμμετέχοντες αναφέρουν 30 έως 70% μείωση του πόνου χωρίς τις συνηθισμένες παρενέργειες που σχετίζονται με τα παραδοσιακά ΜΣΑΦ. Οι αναστολείς COX-2 είναι συνήθως πιο ακριβοί από τα παραδοσιακά ΜΣΑΦ. Οι πιθανές παρενέργειες είναι διάρροια, δυσπεψία, αέρια, ναυτία και πονοκέφαλος. Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις των αναστολέων COX-2 είναι άγνωστες.

Τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά

Κάποια φάρμακα που αναπτύχθηκαν για την αντιμετώπιση άλλων καταστάσεων, όπως η κατάθλιψη και οι επιληπτικές κρίσεις, χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία του χρόνιου πόνου. Μια τέτοια ομάδα φαρμάκων είναι τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά. Αν και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά δεν είναι αναλγητικά, μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματικά στη μείωση κάποιων μορφών πόνου. Τα φάρμακα παρεμβαίνουν σε ορισμένες χημικές διεργασίες στον εγκέφαλο που προκαλούν την αίσθηση του πόνου.

Τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά είναι:

  • Αμιτριπτυλίνη (Saroten)
  • Κλομιπραμίνη (Anafranil)
  • Δεσιπραμίνη
  • Δοξεπίνη (Sinequan)
  • Ιμιπραμίνη (Tofranil)
  • Νορτριπτυλίνη (Nortrilen)
  • Προτριπτυλίνη (Vivactil)
  • Τριμιπραμίνη (Surmontil)

Σε αντίθεση με τα ναρκωτικά, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά δεν οδηγούν σε εξάρτηση ή εθισμό. Μπορούν, ωστόσο, να προκαλέσουν υπνηλία, οπότε συνιστάται να λαμβάνονται πριν από την ώρα του ύπνου.

Επιπλέον, τα φάρμακα αυτά μπορεί να προκαλέσουν ξηροστομία, δυσκοιλιότητα, αύξηση του βάρους και δυσκολία στην ούρηση. Για τη μείωση ή την πρόληψη αυτών των συμπτωμάτων ο γιατρός θα σας ξεκινήσει με χαμηλή δόση και θα αυξήσει σταδιακά τη δοσολογία του φαρμάκου. Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορεί να λαμβάνουν τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά με μικρές μόνο παρενέργειες.

Αντιεπιληπτικά φάρμακα

Τα αντιεπιληπτικά φάρμακα, που έχουν αναπτυχθεί κυρίως για να μειώσουν ή να ελέγξουν τις επιληπτικές κρίσεις, μπορεί επίσης να βοηθήσουν στον έλεγχο του πόνου (σαν μαχαιριά, σαν σουβλιά ή σαν κεντρίσματα) που συνοδεύει τις βλάβες των νεύρων. Αυτά τα φάρμακα φαίνεται να δουλεύουν καθυστερώντας ή προλαμβάνοντας την αποστολή ανεξέλεγκτων σημάτων πόνου από τα τραυματισμένα νεύρα.

Τα αντιεπιληπτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για χρόνιους πόνους είναι:

  • Καρβαμαζεπίνη (Tegretol)
  • Γαβαπεντίνη (Neurontin)
  • Λαμοτριγίνη (Lamictal)
  • Φαινυτοΐνη (Epanutin)
  • Τοπιραμάτη (Topamac)

Αν και αυτά τα φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν ζαλάδες, ναυτία και δυσκοιλιότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι που τα λαμβάνουν ενοχλούνται ελάχιστα από αυτές τις παρενέργειες. Οι πιο σοβαρές αλλά λιγότερο συχνές παρενέργειες είναι διαταραχές του αίματος, της καρδιάς και του ήπατος.

Για να μειωθούν οι πιθανότητες παρενεργειών, ο γιατρός μπορεί να χορηγήσει αρχικά μικρή ποσότητα του φαρμάκου και να αυξήσει σταδιακά τη δόση σε μια περίοδο αρκετών εβδομάδων πιθανότατα παρακολουθώντας την εξέλιξη με εξετάσεις αίματος.

Ναρκωτικά

Κάποια ναρκωτικά αποτελούν φυσικές ουσίες που προέρχονται από το όπιο. Άλλα είναι συνθετικά φάρμακα που δρουν με παρόμοιο τρόπο. Αυτά τα ισχυρά παυσίπονα, που είναι γνωστά ως οπιοειδή ή οπιούχα, επεμβαίνουν στη μετάδοση των μηνυμάτων του πόνου και λαμβάνονται συνήθως για την ανακούφιση του πόνου από σοβαρό τραυματισμό, εγχείρηση, καρκίνο ή κάποια μοιραία ασθένεια.

Τα ναρκωτικά είναι τα ακόλουθα (αυτά που έχουν αστερίσκο διατίθενται μόνο από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας):

  • Κωδεΐνη + παρακεταμόλη (Lonalgal, Lonarid-N)
  • Φαιντανύλη (Durogesic)
  • Ναλβουφίνη (Nubain)
  • Πενταζοκίνη (Fortal)
  • Πεθιδίνη ή Μεπεριδίνη
  • Μεθαδόνη
  • Μορφίνη
  • Προποξυφαίνη (Zideron, Romidon)

Η βραχυπρόθεσμη χρήση των ναρκωτικών προκαλεί συνήθως μικρές παρενέργειες, όπως ναυτία, δυσκοιλιότητα, ελαφριά νάρκωση και συγκεχυμένη σκέψη. Αν λαμβάνονται για αρκετές εβδομάδες έως μήνες, αυτές οι παρενέργειες μπορεί να γίνουν πολύ ενοχλητικές. Ένα ναρκωτικό φάρμακο μπορεί να χάσει την αποτελεσματικότητα του, καθώς το σώμα αναπτύσσει ανοχή σε αυτό.

Η μεγαλύτερη ανησυχία με τα ναρκωτικά είναι ο κίνδυνος εθισμού. Τα ναρκωτικά τείνουν να γίνουν συνήθεια και γι’ αυτό οι γιατροί συνήθως περιορίζουν τη χρήση τους στον έντονο οξύ πόνο. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, έχουν προκύψει διαφωνίες σχετικά με τη χρήση αυτών των φαρμάκων. Περισσότεροι γιατροί έχουν ξεκινήσει τη συνταγογράφηση ναρκωτικών για κάποιες μορφές χρόνιου πόνου μετά από ενδείξεις ερευνών ότι ο κίνδυνος εθισμού είναι μικρότερος από αυτόν που πίστευαν.

Διάφορες έρευνες δείχνουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που παίρνουν ένα ναρκωτικό για μεγάλο χρονικό διάστημα αποκτούν σωματική εξάρτηση από αυτό και βιώνουν κάποια στερητικά συμπτώματα, αν σταματήσουν απότομα τη λήψη του. Όμως μόνο ένα μικρό ποσοστό ατόμων κάνουν στην πράξη κατάχρηση του φαρμάκου ή εθίζονται σε αυτό. Αν και ο εθισμός αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα, η ίδια η σωματική εξάρτηση μπορεί να μην οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα με την προϋπόθεση ότι το φάρμακο λαμβάνεται σύμφωνα με τις οδηγίες.

Ωστόσο, οι πιθανοί κίνδυνοι που σχετίζονται με τη μακροχρόνια χρήση των ναρκωτικών καθιστούν δύσκολη την επαρκή δικαιολόγηση της χρήσης των ναρκωτικών για πολλές μορφές χρόνιου πόνου.

Τραμαδόλη

Η τραμαδόλη (Ultram) είναι ένα παυσίπονο που χορηγείται με ιατρική συνταγή και δρα με δύο τρόπους. Παρεμβαίνει στη μετάδοση των μηνυμάτων του πόνου, όπως ένα ναρκωτικό, και πυροδοτεί την απελευθέρωση των εγκεφαλικών νευροδιαβιβαστών νορεπινεφρίνη και σεροτονίνη, που βοηθούν στη μείωση του πόνου.

Η τραμαδόλη χρησιμοποιείται κυρίως για τη μείωση του μέτριου έως σοβαρού οξέος πόνου. Η χρήση της για χρόνιους πόνους δεν έχει μελετηθεί τόσο καλά. Σε μερικές έρευνες κατά τις οποίες το φάρμακο χορηγήθηκε για χρόνιους πόνους κάποια άτομα είχαν σημαντική ανακούφιση από τους πόνους και κάποια άλλα δεν είδαν διαφορά.

Επειδή πρόκειται για ένα αδύναμο ναρκωτικό, ο κίνδυνος σωματικής εξάρτησης και εθισμού είναι μικρός. Οι παρενέργειες από την τραμαδόλη είναι ζαλάδες, ελαφριά υπνηλία, πονοκέφαλος, ναυτία και δυσκοιλιότητα. Η μακροχρόνια επίδραση από το φάρμακο είναι άγνωστη.

Eθισμός και φάρμακα για τον πόνο

Η χημική εξάρτηση μπορεί να εμφανιστεί με τρεις μορφές: αυξημένη ανοχή, σωματική εξάρτηση και εθισμός. Συχνά οι άνθρωποι περιλαμβάνουν και τις τρεις μορφές κάτω από τον όρο εθισμός- όμως ο εθισμός έχει πολύ συγκεκριμένη σημασία. Αν και ο εθισμός αποτελεί πολύ σημαντικό κίνδυνο για την υγεία, οι άλλες δύο μορφές εξάρτησης δεν είναι απαραίτητα «βλαβερές».

Αυξημένη ανοχή. Καθώς το σώμα συνηθίζει ένα φάρμακο, το φάρμακο μπορεί να χάσει την αποτελεσματικότητα του. Για να υπάρχει η ίδια ανακούφιση, μπορεί να απαιτούνται υψηλότερες δόσεις. Η δόση δεν πρέπει να αυξάνεται, εκτός αν γίνεται υπό την επίβλεψη γιατρού, ο οποίος συστήνει κάτι τέτοιο.

Σωματική εξάρτηση. Για τον έλεγχο του πόνου πρέπει να λαμβάνει κανείς τα φάρμακα του σε τακτά χρονικά διαστήματα. Όταν η χρήση του φαρμάκου σταματήσει απότομα ή μειωθεί σημαντικά η δόση του, εμφανίζονται σωματικά στερητικά συμπτώματα. Τα στερητικά συμπτώματα μπορούν να αποφευχθούν με τη σταδιακή μείωση της δοσολογίας. Αν λαμβάνονται συχνά ναρκωτικά φάρμακα, πρέπει να απευθυνθεί κανείς στο γιατρό του για καθοδήγηση, πριν μειώσει τη δόση.

Εθισμός. Ο εθισμός περιλαμβάνει σωματική και ψυχολογική εξάρτηση από κάποιο φάρμακο. Μπορεί η εξάρτηση αυτή να αναπτυχθεί με κάποιο συνταγογραφούμενο φάρμακο, με τη νικοτίνη, το αλκοόλ και τα παράνομα ναρκωτικά, όπως η μαριχουάνα και η κοκαΐνη. Στις περιπτώσεις της ψυχολογικής εξάρτησης λαχταρά κανείς τις ψυχολογικές επιδράσεις του φαρμάκου, που οδηγούν στην ανεξέλεγκτη χρήση του. Το φάρμακο λαμβάνεται, παρά το ότι δε βοηθάει, και στην πραγματικότητα η συνήθεια οδηγεί σε επιπτώσεις επαγγελματικές, κοινωνικές και ψυχολογικές.

Δείτε επίσης