Οι διατροφολόγοι εδώ και καιρό προτείνουν την κατανάλωση περισσότερων φυτικών ινών. Βοηθούν στην πέψη και συγκρατούν την όρεξη.
Τώρα, μια νέα με μελέτη Βρετανών επιστημόνων που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications δείχνει ότι ένας λόγος που οι φυτικές ίνες ίσως μάς κάνουν λιγότερο πεινασμένους είναι επειδή μετά το φαγητό, το σώμα παράγει μια λιπαρή ουσία που ονομάζεται οξικό οξύ – βρίσκονται επίσης στο ξύδι – η οποία κάνει τον εγκέφαλο να αισθάνεται λιγότερη πείνα.
Το οξικό οξύ είναι ένα λιπαρό βραχείας αλύσου που παράγεται από βακτήρια που έχουμε στο παχύ έντερο. Στα θηλαστικά, οι φυτικές ίνες χωνεύεται από τα βακτήρια του παχέος εντέρου και απελευθερώνονται διάφορες χημικές ουσίες. Ένα από τα κυριότερα λιπαρά οξέα που παράγονται στο παχύ έντερο κατά τη διάσπαση των φυτικών ινών είναι το οξικό οξύ.
Υπάρχει σήμερα ένα μεγάλο σώμα βιβλιογραφίας που δείχνει τη μεταβολική δραστηριότητα του εντέρου [από βακτήρια του εντέρου] και το ρόλο του στην καταστολή της πείνας, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης Γκάρι Φροστ, καθηγητής διατροφής και διαιτολογίας στο Imperial College του Λονδίνου. Μερικές προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι οι φυτικές ίνες επηρεάζουν την πείνα αλλάζοντας τα επίπεδα κάποιων ορμονών που παράγονται στο έντερο.
Η νέα μελέτη
Πειράματα από ερευνητές του Imperial College του Λονδίνου σε ποντίκια, έδειξαν ότι οι φυτικές ίνες – οι οποίες περιέχονται στα λαχανικά και τα φρούτα καθώς και στα δημητριακά ολικής άλεσης – «φρενάρουν» τη συσσώρευση παραπανίσιων κιλών.
Συγκεκριμένα, τα τρωκτικά ακολουθούσαν μια διατροφή με αρκετά λιπαρά αλλά κάποια από αυτά κατανάλωναν – μεταξύ άλλων – και τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες. Φάνηκε λοιπόν ότι τα ποντίκια που μαζί με το παχυντικό γεύμα τους κατανάλωναν φυτικές ίνες, έπαιρναν βάρος με πιο αργούς ρυθμούς συγκριτικά με τα υπόλοιπα.
Οι φυτικές ίνες που κυρίως κατανάλωναν τα ποντίκια ήταν η ινουλίνη η οποία βρίσκεται σε τρόφιμα όπως είναι οι μπανάνες και το σκόρδο. Μετά από δύο μήνες, τα ποντίκια με τη δίαιτα υψηλής ινουλίνης είχαν αποκτήσει λιγότερο βάρος, και μία ανάλυση του περιεχομένου του παχέος εντέρου τους έδειξε ότι είχαν περισσότερο οξικό οξύ σε σύγκριση με τα ποντίκια που ακολουθούσαν δίαιτα χαμηλής ινουλίνης.
Οξικό οξύ και όρεξη
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν απεικονιστικές τεχνικές προκειμένου να διαπιστώσουν τι ακριβώς συμβαίνει με το οξικό οξύ.
Μέχρι τώρα οι επιστήμονες πίστευαν ότι τα συγκεκριμένα λιπαρά οξέα «ταξίδευαν» μέχρι το συκώτι όπου και μεταβολίζονταν. Προς έκπληξή τους όμως, ανακάλυψαν ότι ένα μέρος αυτών των λιπαρών οξέων «μετανάστευαν» στον εγκέφαλο και μάλιστα στον υποθάλαμο – την περιοχή που σχετίζεται με τον έλεγχο της όρεξης.
Σε μια δεύτερη σειρά πειραμάτων, οι ερευνητές έδωσαν σε ποντίκια και αρουραίους οξικό οξύ ενδοφλεβίως και μέσω του παχέος εντέρου. Περίπου το 3% του οξικού οξέος έμεινε στην κυκλοφορία του αίματος και επηρέασε μ’ αυτό τον τρόπο τους εγκεφάλους των ποντικών.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι αν το ίδιο συμβαίνει και στον άνθρωπο, τότε το μυστικό στο αδυνάτισμα ενδεχομένως να κρύβεται στις φυτικές ίνες.
Ο Φροστ υπογραμμίζει ωστόσο ότι «η ποσότητα φυτικών ινών που θα πρέπει να καταναλώνουμε για να έχουμε επιτυχή περιορισμό της όρεξης είναι μεγάλη – δεν μιλάμε απλώς για ένα μπολ με δημητριακά ολικής άλεσης». Οι φυτικές ίνες στα ποντίκια έφταναν στο 11% της συνολικής διατροφής.
«Ίσως ένα χάπι αδυνατίσματος με βάση το οξικό οξύ, ή η εξεύρεση ενός τρόπου για τη διαχείριση της διάσπασης των φυτικών ινών ώστε να απελευθερώνεται περισσότερο οξικό οξύ στο έντερο να αποτελούσαν πιο αποδοτικούς τρόπους για έλεγχο του βάρους», καταλήγει ο Φροστ.