Κάταγμα οστού: Διάγνωση και θεραπεία

katagma ostou 4Τα κατάγματα οστών μπορούν να χωριστούν σε διάφορες κατηγορίες. Απλό κάταγμα είναι αυτό κατά το οποίο το οστό σπάει σε δύο μέρη. Συντριπτικό κάταγμα είναι αυτό κατά το οποίο το οστό σπάει σε πολλά μέρη. Όταν το οστό προβάλλει μέσα από το δέρμα, τότε το κάταγμα ονομάζεται ανοιχτό (επιπεπλεγμένο).

Τα κατάγματα ταξινομούνται επίσης ανάλογα με τον τρόπο που σπάει το οστό. Αν το οστό σπάσει πλήρως σε δύο ή περισσότερα μέρη, τότε ονομάζεται πλήρες κάταγμα. Αν το οστό σπάσει, αλλά δε διαχωρίζεται, τότε είναι ράγισμα. Αν ένα μέρος του οστού έχει εισέλθει μέσα σε κάποιο άλλο μέρος οστού, τότε πρόκειται για ενσφηνωμένο κάταγμα.

Ένα άλλο είδος κατάγματος συμβαίνει σε άτομα με οστά που έχουν εξασθενήσει από κάποια ασθένεια. Όταν νοσήσουν, τα οστά μπορεί να σπάσουν ξαφνικά ή αν τους ασκηθεί πολύ μικρή δύναμη. Αυτά τα σπασίματα ονομάζονται παθολογικά κατάγματα, επειδή το βασικό αίτιο είναι μια υποκείμενη πάθηση, όπως είναι η οστεοπόρωση ή καρκίνος που έχει εξαπλωθεί στα οστά.

Η σοβαρότητα των καταγμάτων συνήθως αυξάνει με τα χρόνια. Ο σκελετός των παιδιών είναι ελαστικός και έτσι τα οστά τους είναι πιθανότερο να λυγίσουν παρά να σπάσουν.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα περισσότερα κατάγματα στα παιδιά να μην είναι πλήρη. Αντιθέτως, πτώσεις ή ατυχήματα που συνήθως δεν επηρεάζουν τα οστά στους νέους μπορούν να προκαλέσουν πλήρη κατάγματα στους μεγαλύτερους ενήλικες, των οποίων τα οστά συνήθως είναι εύθραυστα.

Το κάταγμα από καταπόνηση, ένα ακόμα είδος κατάγματος, είναι στην πραγματικότητα μια πολύ μικρή ρωγμή που συχνά δε φαίνεται στην ακτινογραφία μέχρι και 6 εβδομάδες μετά από την εμφάνιση του πόνου.

Όταν σπάει το οστό, τα κατεστραμμένα αιμοφόρα αγγεία θρομβώνονται και αποτρέπεται έτσι η περαιτέρω αιμορραγία. Κύτταρα που ονομάζονται οστεοκλάστες απορροφούν το τραυματισμένο οστό. Ο μαλακός πόρος που σχηματίζεται από ινώδεις πρωτεΐνες (κολλαγόνο) αναπτύσσεται, καθώς το οστό ξεκινάει να αναπαράγεται με τη βοήθεια των κυττάρων που ονομάζονται οστεοβλάστες. Αυτά τα κύτταρα παράγουν ένα πλέγμα σπογγώδους οστού πάνω στο κολλαγόνο σχηματίζοντας έτσι έναν εσωτερικό νάρθηκα που ενώνει τα δύο σπασμένα άκρα του οστού. Τελικά, αυτό το πλέγμα αντικαθίσταται από πιο πυκνό οστό οδηγώντας στην αποκατάσταση του κατάγματος.

Σημεία και συμπτώματα
• Πρήξιμο ή μελάνιασμα πάνω από ένα οστό.
• Παραμόρφωση ενός άκρου.
• Τοπικός πόνος που επιδεινώνεται, όταν κινείται ή πιέζεται η συγκεκριμένη περιοχή.
• Απώλεια λειτουργιών στην περιοχή του τραυματισμού.
• Οστό που έχει τρυπήσει το δέρμα. Όταν ένα οστό δεν μπορεί να αντέξει τη δύναμη που του ασκείται, μπορεί να σπάσει (κάταγμα). Τα κατάγματα είναι συνηθισμένα. Οι περισσότεροι άνθρωποι παθαίνουν ένα ή περισσότερα στη ζωή τους.

katagma 41Διάγνωση

Όταν μέρος του οστού προεξέχει από το δέρμα, η διάγνωση είναι προφανής. Σε μερικές περιπτώσεις όμως η αναγνώριση ενός κατάγματος δεν είναι εύκολη. Οι τραυματισμοί των μαλακών ιστών και τα κατάγματα παράγουν πολλές φορές παρόμοια σημεία και συμπτώματα.

Μία ακτινογραφία που λαμβάνετε από δύο ή περισσότερες γωνίες βοηθάει στην επιβεβαίωση της διάγνωσης. Στην περίπτωση υποψίας για κάταγμα στο κρανίο ή σε κάποιο σπόνδυλο ο γιατρός μπορεί να ζητήσει αξονική ή μαγνητική τομογραφία. Η μαγνητική ή ένα σπινθηρογράφημα οστών χρησιμοποιούνται κάποιες φορές, για να εντοπίσουν ένα κάταγμα από καταπόνηση.

Η σοβαρότητα ενός κατάγματος εξαρτάται από τη θέση του και τη ζημιά στο οστό και στους γειτονικούς ιστούς. Μερικά κατάγματα απαιτούν μόνο προσωρινή προστασία, όπως πατερίτσες, για να στηρίζεστε, ή νάρθηκα για την ακινητοποίηση του σπασμένου οστού. Τα πιο σοβαρά κατάγματα μπορεί να προκαλέσουν επικίνδυνες επιπλοκές, αν δεν αντιμετωπιστούν ιατρικά.

Με οποιοδήποτε κάταγμα ο γιατρός θα πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τη γειτονική περιοχή, για να δει αν υπάρχει ζημιά στα νεύρα ή στα αιμοφόρα αγγεία. Οι τραυματισμοί στο κρανίο ή στη ραχοκοκαλιά είναι δυνατό να προκαλέσουν βλάβη στον εγκέφαλο ή στη σπονδυλική στήλη.

Ο χρόνος που απαιτείται για την ανάρρωση του σπασμένου οστού εξαρτάται από την ηλικία και την κατάσταση της υγείας του ατόμου αλλά και από τα χαρακτηριστικά και τη θέση του κατάγματος. Κάποιες φορές ένα κάταγμα που βελτιώνεται με αργούς ρυθμούς απαιτεί μία διαδικασία κατά την οποία λαμβάνεται ιστός από κάποιο άλλο κόκαλο και μεταμοσχεύεται στο σημείο του κατάγματος, για να γεμίσει το κενό και να βοηθήσει στην ίαση. Το σημείο απ’ όπου λαμβάνεται το μόσχευμα είναι συνήθως η λεκάνη (λαγόνιο οστό). Με την έγκαιρη και κατάλληλη θεραπεία και ένα καλό πρόγραμμα αποκατάστασης μπορείτε να αναμένετε πλήρη ίαση.

Θεραπεία

Όλες οι πιθανές περιπτώσεις καταγμάτων πρέπει να αντιμετωπίζονται με τις κατάλληλες πρώτες βοήθειες και να εξετάζονται από γιατρό. Για να θεραπευτεί σωστά ένα οστό που έχει μετακινηθεί, πρέπει να τοποθετηθεί στη σωστή του θέση. Η επανατοποθέτηση του οστού ονομάζεται ανάταξη. Όταν κάτι τέτοιο είναι δυνατό χωρίς εγχείρηση, τότε έχουμε κλειστή ανάταξη. Σας χορηγείται ένα αναισθητικό, για να μουδιάσει η περιοχή, έτσι ώστε ο γιατρός να επανατοποθετήσει το οστό με τη βοήθεια ακτινογραφιών.

Εγχείρηση. Όταν η εγχείρηση είναι απαραίτητη για την τοποθέτηση των οστών στη θέση τους, η διαδικασία ονομάζεται ανοιχτή ανάταξη. Σας χορηγείται αναισθησία και ο γιατρός κάνει μία τομή, για να αποκτήσει πρόσβαση στο σπασμένο οστό, ώστε να μπορέσει να το τοποθετήσει στην κανονική του θέση.

katagma xeri

Ορισμένα κατάγματα αναρρώνουν καλύτερα με τη βοήθεια καρφιών που εισέρχονται στο οστό με το κάταγμα μέσα από το δέρμα. Τα καρφιά ενώνονται με ένα εξωτερικό πλαίσιο που συγκρατεί το κάταγμα στη σωστή θέση όσο αναρρώνει.

Ένα κάταγμα που είναι ασταθές ή τα άκρα του βρίσκονται ακριβώς το ένα δίπλα στο άλλο ή επεκτείνεται στην παρακείμενη άρθρωση μπορεί να απαιτεί μια συσκευή, όπως μία ράβδο, ένα καρφί, μία πλάκα ή μία βίδα, για να το κρατήσει στη θέση του. Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης ο χειρουργός ορθοπεδικός στερεώνει τη συσκευή στο κόκαλο, για να επανατοποθετήσει και να σταθεροποιήσει τα σπασμένα μέρη. Τα πλεονεκτήματα αυτής της μεθόδου είναι η σύντομη αποκατάσταση της κίνησης της άρθρωσης και η μερική χρήση του τραυματισμένου μέρους μέσα σε εβδομάδες αντί για μήνες.
Σε σπάνιες περιπτώσεις είναι προτιμότερη η τοποθέτηση μίας τεχνητής άρθρωσης, ιδιαίτερα στους μεγαλύτερους ενήλικες με οστεοπόρωση ή κάποια άλλη πάθηση που έχουν οδηγήσει στην επιβάρυνση του οστού ή της άρθρωσης.

Γύψοι και νάρθηκες. Αν έχετε σπασμένο χέρι ή πόδι, ο γιατρός μπορεί να το βάλει σε γύψο, για να το ακινητοποιήσει. Η παρεμπόδιση της κίνησης μεταξύ των δύο άκρων του οστού μειώνει τον πόνο και διευκολύνει την ανάρρωση. Αρχικά απλώνεται ένα στρώμα μαλακού υλικού, για να καλύψει το χέρι ή το πόδι και να προστατεύσει το δέρμα από ερεθισμούς. Στη συνέχεια το χέρι ή το πόδι καλύπτεται από ένα στρώμα από επιδέσμους εμποτισμένους με γύψο, φάιμπεργκλας ή πλαστικό. Καθώς στεγνώνει ο γύψος, στερεοποιείται. Χρειάζεται προσοχή, για να μην αλλάξει το σχήμα του γύψου, όσο στεγνώνει. Επειδή ο γύψος είναι άκαμπτος και μπορεί να πιέσει το δέρμα κάτω από αυτόν, μην το ξεκουράζετε σε επίπεδες επιφάνειες. Χρησιμοποιήστε μαξιλάρια.

Οι επίδεσμοι από φάιμπεργκλας ή πλαστικό, που είναι πιο συνηθισμένοι στις ημέρες μας από το γύψο του Παρισιού, στεγνώνουν πιο γρήγορα και είναι πιο ελαφριοί και πιο ανθεκτικοί από αυτούς που γίνονται από γύψο. Σε μερικά κατάγματα ο γιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει νάρθηκα. Αυτή η συσκευή ακινητοποιεί και υποστηρίζει το τραυματισμένο, εξαρθρωμένο ή παραμορφωμένο άκρο ή την άρθρωση. Συχνά οι νάρθηκες χρησιμοποιούνται στη θέση του γύψου, για να εμποδίσουν την κίνηση σε εξαρθρωμένη άρθρωση ή στα άκρα της άρθρωσης με το κάταγμα. Σε μερικές περιπτώσεις δεν απαιτείται κάποια συσκευή. Για παράδειγμα, η μάζα των μυών του στήθους που περιβάλλει ένα σπασμένο πλευρό το κρατάει στη θέση του. Ένα σπασμένο δάχτυλο ο γιατρός μπορεί απλά να το δέσει μαζί με το διπλανό δάκτυλο.

Υπέρηχοι. Αν ένα κάταγμα δεν αναρρώνει σωστά, ο γιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει υπέρηχους χαμηλής έντασης στο δέρμα πάνω από το κάταγμα με ένα μεταδότη στο σχήμα ραβδιού για 20 λεπτά περίπου την ημέρα. Οι υπέρηχοι κινούν ελαφρά το οστό, μία κίνηση που πιστεύεται ότι διευκολύνει την ανάρρωση.

Ηλεκτρομαγνητική διέγερση. Αν και είναι αμφιλεγόμενη, η ηλεκτρομαγνητική διέγερση μπορεί να αποτελεί έναν ακόμα τρόπο για τη διευκόλυνση της ανάρρωσης. Το ηλεκτρομαγνητικό ρεύμα κατευθύνεται στην περιοχή πάνω από το κάταγμα για αρκετές ώρες κάθε ημέρα. Παράλληλα κρατάτε συνήθως γύψο για αρκετούς μήνες, για να σταθεροποιείται το κάταγμα. Τα άτομα με κάταγμα που δεν αναρρώνει μπορούν να δοκιμάσουν την ηλεκτρομαγνητική διέγερση με την ελπίδα να αποφύγουν την εγχείρηση.

Έλξη. Μερικά κατάγματα του μηρού σε παιδιά αντιμετωπίζονται με ένα μηχανικό σύστημα βαρών που κρατούν προσωρινά τα σπασμένα μέρη των οστών στη σωστή θέση. Η δύναμη που ασκείται από αυτό το σύστημα, που ονομάζεται έλξη, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε κατάγματα στα οποία οι περιβάλλοντες μύες τείνουν να τραβούν τη μία άκρη του οστού πάνω από την άλλη.

Αποκατάσταση. Αφού τοποθετηθεί το οστό στη σωστή του θέση και ακινητοποιηθεί, το επόμενο βήμα της θεραπείας είναι η αποκατάσταση. Αυτή η διαδικασία ξεκινάει το συντομότερο δυνατό, ακόμα και με το γύψο.

Το πρόγραμμα αποκατάστασης ακολουθεί γενικά την αρχή της σχετικής ανάπαυσης, που σημαίνει ότι ο τραυματισμένος ιστός αναπαύεται, ενώ το υπόλοιπο σώμα ασκείται ή δραστηριοποιείται. Η κίνηση των γειτονικών ιστών αυξάνει τη ροή του αίματος, ενισχύει την ανάρρωση και εμποδίζει τη δημιουργία επικίνδυνων θρόμβων που μπορούν να σχηματιστούν στα αγγεία των ακινητοποιημένων άκρων. Η κίνηση βοηθάει επίσης στη διατήρηση της μυϊκής δύναμης. Επίσης, μπορεί να περιορίσει την απώλεια μυϊκής μάζας (ατροφία) και την αραίωση των οστών από την παρατεταμένη ακινησία. Η αποκατάσταση εμποδίζει επίσης τη δυσκαμψία που μπορεί να εμφανιστεί στις αρθρώσεις που δε χρησιμοποιούνται.

Φάρμακα. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο γιατρός θα χορηγήσει φάρμακα για την ανακούφιση από τον πόνο και κάποιες φορές αντιβιοτικά, για να μειώσει τον κίνδυνο μόλυνσης.

Δείτε επίσης