Μια ιταλική επιστημονική έρευνα, με επικεφαλής τον Νικόλα Πιράστου του Πανεπιστημίου της Τεργέστης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το είδος της δίαιτας που πρέπει να ακολουθήσει κάποιος για να αδυνατίσει, πρέπει να ταιριάζει με τα γονίδιά του. Η προσέγγιση αυτή ονομάζεται διατροφογενετική.
Τρεις γενετικές μελέτες που παρουσιάστηκαν από τους Ιταλούς ερευνητές σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ανθρώπινης Γενετικής δείχνουν μια νέα προσέγγιση για τις δίαιτες και την απώλεια βάρους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γονιδιακές παραλλαγές του κάθε ατόμου μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τις γεύσεις των τροφίμων. Αυτές οι συγκεκριμένες γονιδιακές παραλλαγές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να διαμορφωθεί μια εξατομικευμένη δίαιτα, ενσωματώνοντας 19 γονίδια που ήδη είναι γνωστό ότι συνδέονται με τον μεταβολισμό του ατόμου και την προτίμησή του προς τις διάφορες γεύσεις.
Σε μια από τις μελέτες τους, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι ακολουθούσαν μια δίαιτα βασισμένη στα γονίδιά τους έχασαν 33% περισσότερο βάρος από αυτούς που ακολουθούσαν μια τυπική δίαιτα.
Δίαιτα βασισμένη στο DNA
Γιατί οι άνθρωποι έχουμε διαφορετικά γούστα όσον αφορά τις προτιμήσεις των διαφόρων τροφών; H γενετική έρευνα δείχνει ότι η προτίμησή μας για διαφορετικές γεύσεις καθορίζεται εν μέρει από τα γονίδιά μας.
Χρησιμοποιώντας δύο ξεχωριστές προσεγγίσεις, οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση των γονιδίων με 42 γευστικές προτιμήσεις. Η ομάδα του Πιράστου, όπως ανακοίνωσε, ανέλυσε το γονιδίωμα περίπου 4.000 ανθρώπων και ανακάλυψε 17 γονίδια, τα οποία προδιαθέτουν γενετικά κάποιον να του αρέσει το μπρόκολο, το μπέικον, ο καφές, το λευκό κρασί κλπ. Για παράδειγμα, ο επιθυμία μας για καφέ είναι σημαντικά συνδεδεμένη με μια συγκεκριμένη παραλλαγή ενός γονιδίου.
Για να δοκιμάσουν τη δύναμη των προσαρμοσμένων στο DNA διαιτών για την απώλεια βάρους, 191 παχύσαρκοι συμμετείχαν στη μελέτη των Ιταλών ερευνητών αφού χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: 87 άτομα τέθηκαν σε δίαιτα που διαμορφώθηκε ανάλογα με το DNA τους λαμβάνοντας υπόψη το μεταβολισμό και τις γευστικές προτιμήσεις (ομάδα παρέμβασης) ενώ 104 άτομα ακολούθησαν μια άλλη δίαιτα (ομάδα ελέγχου). Τα άτομα και στις δύο ομάδες έπαιρναν 600 θερμίδες λιγότερο από το κανονικό στην καθημερινή διατροφή τους.
Το DNA στην ομάδα παρέμβασης αναλύθηκε για 19 γονίδια που είναι γνωστό ότι επηρεάζουν το μεταβολισμό και τη γεύση, ενώ οι δίαιτες τους είχαν προσαρμοστεί έτσι ώστε να τους αρέσει η γεύση των λιπών.
Μετά από δύο χρόνια, οι συμμετέχοντες και στις δύο ομάδες είχαν χάσει κιλά, όμως όσοι είχαν ακολουθήσει τις συνταγές της διατροφογενετικής, έχασαν κατά μέσο όρο 33% παραπάνω κιλά και μάλιστα πολύ πιο γρήγορα, μέσα σε ένα έτος και όχι σε δύο.
Η διατροφογενετική
Οι επικριτές της διατροφογενετικής υποστηρίζουν ότι αρκεί να τρώει κανείς υγιεινά, άσχετα με τα γονίδιά του, όμως οι υποστηρικτές της αντιτείνουν ότι τα αποτελέσματα μιας υγιεινής διατροφής σε σημαντικό βαθμό θα εξαρτηθούν από τα γονίδια του καθενός.
Η δυσκολία πάντως είναι να βγάλει κανείς νόημα από τις αναλύσεις των γενετικών τεστ και να δώσει τις σωστές διατροφικές συμβουλές.
Η πρόκληση από εδώ και πέρα θα είναι να αξιοποιηθούν οι γενετικές πληροφορίες, ώστε να δημιουργηθούν νέες δίαιτες ανάλογα με τις προσωπικές προτιμήσεις του καθενός, ώστε οι υγιεινές τροφές να γίνουν πιο γευστικές και έτσι οι άνθρωποι να τις προτιμούν.
Οι Ιταλοί ερευνητές, όπως ανέφεραν, ευελπιστούν ότι στο μέλλον η διατροφογενετική θα φέρει επανάσταση στην εξατομικευμένη υγιεινή διατροφή και στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας.