Η απώλεια οστικής πυκνότητας, είτε οφείλεται στην οστεοπόρωση είτε σε καρκίνο των σπονδύλων προκαλεί συμπιεστικά κατάγματα, δηλαδή κατάγματα στους σπονδύλους.
Πολλά άτομα με συμπιεστικά κατάγματα εμφανίζουν σημαντική ανακούφιση από τον πόνο μετά από μερικές εβδομάδες κλασικής θεραπείας. Όμως σε κάποιους ο πόνος επιμένει περιορίζοντας την κινητικότητα τους και δυσχεραίνοντας τις καθημερινές τους δραστηριότητες. Για αυτούς η σπονδυλοπλαστική (vertebroplasty) μπορεί να αποτελεί μια καλή επιλογή.
Η σπονδυλοπλαστική είναι η διαδικασία που χρησιμοποιείται για τη μείωση του πόνου που συνοδεύει τα συμπιεστικά κατάγματα των σπονδύλων. Γίνεται με την ένεση ενός μίγματος τσιμέντου για οστά σε συγκεκριμένους σπονδύλους μέσω μιας βελόνας. Το οστικό τσιμέντο σκληραίνει μέσα σε ώρες σταθεροποιώντας έτσι τα κατάγματα και ανακουφίζοντας από τον πόνο. Επίσης το τσιμέντο αποκαθιστά το ύψος σε μερικούς από τους συμπιεσμένους σπονδύλους.
Τα συμπιεστικά κατάγματα των σπονδύλων αποτελούν τις περισσότερες φορές αποτέλεσμα οξείας πίεσης στα οστά που έχουν εξασθενήσει από την οστεοπόρωση. Πιο σπάνια τα κατάγματα είναι αποτέλεσμα καρκινικών όγκων που προσβάλλουν τη σπονδυλική στήλη. Για παράδειγμα, το πολλαπλούν μυέλωμα. μια μορφή καρκίνου του μυελού των οστών καθιστά τα οστά επιρρεπή στα κατάγματα. Η σπονδυλοπλαστική μπορεί να αντιμετωπίσει τα κατάγματα που προκαλούνται απ’ αυτή την ασθένεια, μειώνοντας τον πόνο, και βελτιώνοντας την κίνηση του ασθενή.
Η σπονδυλοπλαστική παρέχει συχνά ανακούφιση, όταν αποτυγχάνει η κλασική φροντίδα για τα συμπιεστικά κατάγματα, που γίνεται με ανάπαυση, παυσίπονα και κηδεμόνα. Ίσως είναι πιο αποτελεσματική σε κατάγματα πιο πρόσφατα των 6 μηνών.
Περισσότερο από το 80% των ατόμων που υποβάλλονται σε σπονδυλοπλαστική αισθάνονται σημαντική ανακούφιση από τον πόνο μέσα σε 48 ώρες. Να σημειωθεί ότι δεν παρατηρείται νέα βλάβη στους σπονδύλους στους οποίους γίνεται η επέμβαση.
Πάντως, η σπονδυλοπλαστική δεν βοηθά τους ασθενείς με οστεοπόρωση να αποφύγουν ένα μελλοντικό κάταγμα σε άλλο σπόνδυλο. Γίνεται μόνο για να θεραπεύσει ένα συγκεκριμένο τον επώδυνο σπόνδυλο. Ούτε θεραπεύει την οστεοπόρωση. Επίσης δεν μπορεί να διορθώσει την κύρτωση που προκαλείται από την καθίζηση του σπονδύλου. Βοηθά όμως στο να μην χειροτερέψει.
Μία παρόμοια επέμβαση με την σπονδυλοπλασική είναι η κυφοπλαστική (kyphoplasty) κατά την οποία εισάγεται μία συσκευή που μοιάζει με μπαλόνι σε ένα συμπιεσμένο σπόνδυλο για τη διαστολή του. Κατόπιν, αφαιρείται το μπαλόνι και στον χώρο που έχει δημιουργηθεί εγχέεται το μίγμα τσιμέντου.
Ποιοι είναι υποψήφιοι
Οι υποψήφιοι για την σπονδυλοπλαστικη θα πρέπει να κάνουν ακτινογραφίες της σπονδυλικής στήλης αλλά και πιο ειδικές ακτινολογικές απεικονιστικές εξετάσεις, όπως μαγνητική τομογραφία ή σπινθηρογράφημα οστών, για να εξακριβωθεί ποιοι σπόνδυλοι συμμετέχουν και ποια είναι η ηλικία του κατάγματος.
Τα άτομα που μπορεί να μην έχουν ένδειξη για σπονδυλοπλαστική είναι όσοι έχουν μία πάθηση που τους εμποδίζει να ξαπλώνουν μπρούμυτα για 2 ώρες και αυτοί που έχουν αιμορραγικές παθήσεις ή δεν μπορούν να διακόψουν τα αντιπηκτικά φάρμακα.
Η διαδικασία
Θα ζητηθεί από τον ασθενή να ξαπλώσει μπρούμυτα και θα του χορηγηθεί ένα ηρεμιστικό. Η τοπική αναισθησία, που γίνεται με ένεση, θα μουδιάσει το δέρμα πάνω από το συγκεκριμένο σπόνδυλο. Κάποια άτομα μπορεί να χρειαστούν γενική αναισθησία.
Ο ακτινολόγος, ο γιατρός που ειδικεύεται στη χρήση των ακτίνων Χ και στις λοιπές ακτινολογικές διαδικασίες, εισάγει μία ειδικά σχεδιασμένη βελόνα στο συγκεκριμένο σπόνδυλο χρησιμοποιώντας ακτίνες Χ για καθοδήγηση. Όταν η βελόνα φτάσει στη σωστή θέση στο σπόνδυλο, ο ακτινολόγος εισάγει το τσιμέντο οστών.
Μετά την επέμβαση ο ασθενής πρέπει να παραμείνει ανάσκελα για 3 ώρες περίπου, ενώ σκληραίνει το τσιμέντο. Μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι αργότερα, την ίδια μέρα ή το επόμενο πρωί.
Επιπλοκές της επέμβασης
Η σημαντικότερη από τις παρενέργειες που μπορεί να έχει η σπονδυλοπλαστική είναι η διαρροή του τσιμέντου των οστών στους γειτονικούς ιστούς και η άσκηση πίεσης στο νωτιαίο μυελό ή στις νευρικές ρίζες με αποτέλεσμα τον πόνο και την αδυναμία.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι η περίπτωση εισαγωγής του τσιμέντου οστών στα αιμοφόρα αγγεία, οπότε μπορεί να ταξιδέψει στους πνεύμονες και να σφηνώσει σε μία πνευμονική αρτηρία (πνευμονική εμβολή) προκαλώντας έτσι πόνο στο στήθος και δυσκολία στην αναπνοή. Ωστόσο, και οι δύο αυτές επιπλοκές είναι σπάνιες.
Ένα άτομο με μαλακά οστά μπορεί να σπάσει ένα πλευρό, αν ξαπλώσει μπρούμυτα κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Άλλοι πιθανοί κίνδυνοι είναι η λοίμωξη, η αιμορραγία και ο επιπλέον τραυματισμός στο σπόνδυλο από την είσοδο της βελόνας.