Η χρήση των αγχολυτικών και υπνωτικών φαρμάκων που ονομάζονται βενζοδιαζεπίνες μπορεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ, προειδοποιεί ομάδα επιστημόνων σε μελέτη της που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση (BMJ).
Οι βενζοδιαζεπίνες (Ativan, Xanax, Valium, Lexotanil κ.α.) χρησιμοποιούνται ευρέως για τη θεραπεία της αϋπνίας, του εκνευρισμού και του άγχους. Αποτελούν μια κατηγορία φαρμάκων με ηρεμιστικές, υπνωτικές, αγχολυτικές, αντισπασμωδικές, αναισθητικές και μυοχαλαρωτικές ιδιότητες. Οι συχνότερες παρενέργειες που έχουν είναι υπνηλία, ζάλη, και αταξία (ειδικά σε ηλικιωμένους). Μπορεί να προκαλέσουν εξάρτηση, σωματική και ψυχική.
Στην οικογένεια των βενζοδιαζεπινών (benzodiazepines) ανήκουν δεκάδες φάρμακα, όπως η βρωμαζεπάμη, η αλπραζολάμη, η αλαζεπάμη, η κλοβαζάμη, η διαζεπάμη, η νιτραζεπάμη, η λοραζεπάμη, η ετιζολάμη κ.λ.π
Τα χάπια αυτά ασκούν ηρεμιστική επίδραση, ενισχύοντας τη δράση ενός νευροδιαβιβαστή που ονομάζεται γάμμα-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA) με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν τα οπιοειδή και ορισμένα κανναβινοειδή. Αυτό με τη σειρά του ενεργοποιεί την ορμόνη της ικανοποίησης, την ντοπαμίνη, στον εγκέφαλο.
Κίνδυνος άνοιας
Όπως έδειξε η μελέτη, στην οποία συμμετείχαν σχεδόν 9.000 άτομα από τον Καναδά, εκ των οποίων1.800 έπασχαν από τη νόσο Αλτσχάιμερ, η λήψη βενζοδιαζεπινών για περισσότερο από 3 μήνες, σχετίζεται με αύξηση έως και 51% εκδήλωσης άνοιας. Ο κίνδυνος διπλασιάζεται με την λήψη βενζοδιαζεπινών για περισσότερο από 6 μήνες.
Δεν είναι η πρώτη φορά που μία μελέτη υποδηλώνει ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στην χρήση βενζοδιαζεπινών και τον κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Σοφί Μπιγιοτί, από το Πανεπιστήμιο του Μπορντώ, στη Γαλλία. Πράγματι, το 2012 επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ προειδοποίησαν επίσης όσους παίρνουν αυτά τα πάπια για τον κίνδυνο άνοιας που αντιμετωπίζουν. Να σημειωθεί ότι μια άλλη μελέτη βρήκε ότι τα φάρμακα αυτά έχουν φτάσει μέχρι τα… ψάρια.
Στην πραγματικότητα, τα νέα ευρήματα ενισχύουν την θεωρία ότι η λήψη αυτών των φαρμάκων, ενδέχεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου για Αλτσχάιμερ.
Όπως γράφουν η Μπιγιοτί και οι συνεργάτες της, κατέληξαν στα συμπεράσματά τους συγκρίνοντας το ιστορικό 1.796 εθελοντών οι οποίοι είχαν διαγνωστεί με νόσο Αλτσχάιμερ με εκείνο 7.184 υγιών συνομηλίκων τους. Όλοι οι εθελοντές είχαν ηλικία άνω των 66 ετών.
Όσοι από αυτούς είχαν πάρει χαμηλές δόσεις βενζοδιαζεπινών ή υψηλές δόσεις αλλά για μικρό χρονικό διάστημα ή σποραδικά, δεν παρουσίαζαν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου Αλτσχάιμερ, πέντε χρόνια μετά την έναρξη λήψης των φαρμάκων. Αντιθέτως, όσοι λάμβαναν υψηλές δόσεις των φαρμάκων ή έπαιρναν βενζοδιαζεπίνες επί αρκετούς μήνες, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο.
«Η χρήση βενζοδιαζεπινών σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης της νόσου Αλτσχάιμερ και η αδικαιολόγητη, λήψη αυτών των φαρμάκων θα πρέπει να θεωρείται λόγος ανησυχίας για την δημόσια υγεία», σημειώνουν οι ερευνητές στη μελέτη τους.