Οι μελέτες δείχνουν ότι έχει μεγάλη σημασία να έχει κανείς χαμηλή χοληστερίνη στο αίμα του, ιδιαίτερα αν ανήκει στην ηλιακή ομάδα των 30-60 ετών. Μετά τα 65 έτη, για άγνωστο λόγο, η χοληστερίνη δεν έχει μεγάλη σημασία για την καρδιαγγειακή υγεία ενώ αναδεικνύεται ως πρώτος παράγοντας κινδύνου η υπέρταση.
Ύστερα από ανάλυση πολλών μελετών, το συμπέρασμα είναι ότι στην ηλικιακή ομάδα των 30-60 ετών, για κάθε 10% μείωση της ολικής χοληστερίνης υπάρχει 22% μείωση του κινδύνου για στεφανιαίο νόσο μέσα σε 2 έως 5 έτη και σε 25% μείωση του κινδύνου μετά τα 5 έτη. Η διατροφή, η άσκηση καθώς και η φαρμακευτική αγωγή (στατίνες και εζετιμίδη) μπορούν να ρίξουν σημαντικά τη χοληστερίνη.
Τα μέσα επίπεδα ολικής χοληστερίνης είναι σήμερα 200 mg/dl και της LDL είναι 130 mg/dl. Πολλοί αναρωτιούνται πως είναι δυνατόν αυτά τα επίπεδα, που είναι “φυσιολογικά” άλλωστε, να έχουν αρνητική επίδραση. Η απάντηση είναι ότι η έννοια του “φυσιολογικού” σχετίζεται με τη μέση τιμή ενός πληθυσμού. Στην επαρχιακή Κίνα, ο μέσος όρος ολικής χοληστερίνης είναι 115 mg/dl, στην αστική Κίνα είναι 135 mg/dl και στη Δυτική Ευρώπη είναι 210 mg/dl. Δηλαδή, με βάση τους Κινέζους, η συντριπτική πλειονότητα των Δυτικών έχει παθολογικά επίπεδα χοληστερίνης.
Διατροφή και στατίνες
Ακρογωνιαίος λίθος της μείωσης της ολικής και της LDL χοληστερίνης αποτελεί η σωστή διατροφή, ιδιαίτερα η αποφυγή των τρανς λιπαρών, και η άσκηση.
Αν μέσα σε έξι εβδομάδες μεταβολών στη διατροφή δεν παρατηρηθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα μπορούμε να επιμείνουμε στην αντικατάσταση των κορεσμένων λιπών με ακόρεστα, στην προσθήκη σόγιας και φυτικών ινών στη διατροφή μας και στην προσθήκη 2 γραμμαρίων φυτικών στερολών ή στανολών ημερησίως.
Αν μετά από ακόμη έξι εβδομάδες δεν επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα για τα επίπεδα ολικής και LDL χοληστερίνης (ο στόχος είναι διαφορετικός για κάθε άτομο ανάλογα και με τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου που έχει, και κυμαίνεται από 70-115 mg/dl), τότε υπάρχει η επιλογή των στατινών.
Οι στατίνες είναι φάρμακα που αναστέλλουν την παραγωγή χοληστερίνης στο συκώτι. Έχουν δοκιμαστεί σε εκατομμύρια ασθενείς και έχουν μεγάλη αποτελεσματικότητα στη μείωση της ολικής και LDL χοληστερίνης (μείωση 30-55% ανάλογα με τη στατίνη και τη δοσολογία). Μειώνουν επίσης τα τριγλυκερίδια μέχρι 30%.
Οι στατίνες θεωρούνται ασφαλή φάρμακα ωστόσο παρουσιάζουν και ορισμένες παρενέργειες. Απαιτούν τον εξαμηνιαίο έλεγχο τρανσαμινασών διότι σε ένα ποσοστό 0,5-2% (ανάλογα με τη στατίνη και τη δοσολογία) παρατηρείται αύξηση των τιμών τους. Εάν το επίπεδο μιας τρανσαμινάσης ξεπεράσει το τριπλάσιο του φυσιολογικού, συνιστάται η διακοπή ή αλλαγή του φαρμάκου. Πάντως η αύξηση των τρανσαμινασών δεν θεωρείται ότι επιφέρει ηπατική βλάβη, δηλαδή δεν έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα περιστατικό ηπατικής ανεπάρκειας από κάποια στατίνη.
Η πιο συνηθισμένη παρενέργεια των στατινών (περίπου στο 5-9% των ασθενών) είναι οι μυαλγίες οι οποίες οι οποίες μπορεί να γίνουν ιδιαίτερα ενοχλητικές. Κάτι άλλο που είναι σημαντικό αφορά τα άτομα που λαμβάνουν αντιβίωση ή αντιμυκητιασικά φάρμακα. Τα φάρμακα αυτά μπορεί να έχουν έντονες αλληλεπιδράσεις με τις στατίνες.
Σε περιπτώσεις που από μόνες τους, οι στατίνες δεν είναι αρκετά αποτελεσματικές μπορούν να συνδυαστούν με άλλη φαρμακευτική ουσία, την εζετιμίδη, η οποία δεν επιτρέπει στην προσλαμβανόμενη με τη τροφή χοληστερίνη να απορροφηθεί από το έντερο. Με το συνδυασμό στατινών και εζετιμίδης, η LDL μπορεί να μειωθεί ακόμα και μέχρι 70%, ένα ποσοστό που πριν από 5-10 χρόνια κανείς γιατρός δεν μπορούσε να φανταστεί.