Η αλλαντίαση είναι μια σπάνια αλλά βαριά δηλητηρίαση που προκαλείται από τις τοξίνες ενός βακτηρίου που ονομάζεται Clostridium botulinum.
Το μικρόβιο αυτό συνήθως ανευρίσκεται στο χώμα, στα γεωργικά προϊόντα, στο έντερο των φυτοφάγων ζώων, στο νερό, στα ψάρια και στα θαλασσινά. Μοιάζει πολύ με το μικρόβιο που προκαλεί τον τέτανο. Οι τοξίνες του αναπτύσσονται σε αλλοιωμένα αλλαντικά υπό αναερόβιες συνθήκες (η αλλαντίαση στην αγγλική γλώσσα αναφέρεται ως botulism, μια λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη botulus που σημαίνει λουκάνικο).
Το μικρόβιο παράγει νευροτοξίνες που είναι πολύ ισχυρές. Ποσότητα μικρότερη από 1 mg είναι θανατηφόρα για τον άνθρωπο. Η ανθρώπινη αλλαντίαση προκαλείται κυρίως από τα σπόρια του Clostridium botulinum που παράγουν τις τοξίνες A, B, E και F.
Η βοτουλινική τοξίνη (Botulinum toxin) είναι μια πρωτεΐνη που διακόπτει τα νευρικά σήματα στους σιελογόνους αδένες και στους μυς. Η επίδραση αυτή ξεκινά 3 ώρες έως 14 ημέρες μετά την κατανάλωση του δηλητηρίου. Το 70% των δηλητηριάσεων αφορά νήπια και το 25% εξ αυτών έχουν καταναλώσει ωμό μέλι.
Λόγω της εξαιρετικής τοξικότητας της, η νευροτοξίνη του Clostridium botulinum ήταν από τις πρώτες τοξίνες που αναλύθηκαν ως βιολογικό όπλο από πολλές χώρες.
Οι επικίνδυνες τροφές
Η μόλυνση γίνεται με διάφορους τρόπους αλλά ο πιο συνηθισμένος είναι μέσω της διατροφής.
Το βακτήριο παράγει σπόρους που αντέχουν στο βρασμό, στο αλάτισμα, στο κάπνισμα και σε μερικούς τύπους τουρσιών. Κανονικά οι σπόροι πολλαπλασιάζονται μόνο σε περιβάλλον χωρίς αέρα (αναερόβια) και δεν μπορούν να μολύνουν τον άνθρωπο, αλλά αναπτύσσονται σε τρόφιμα που συντηρούνται ή συσκευάζονται σε κονσέρβες με λάθος τρόπο κατά τον οποίο παράγουν τη τοξίνη. Αντίθετα, στο χώμα, το βακτήριο βρίσκεται σε μια ανενεργή μορφή και δεν προκαλεί μόλυνση.
Η αλλαντίαση λοιπόν μπορεί να προκύψει από την κατανάλωση κονσερβοποιημένων ή συντηρημένων στο σπίτι φαγητών, που δε μαγειρεύτηκαν επαρκώς, ώστε να καταστραφούν τα σπόρια του βακτηρίου. Συνήθως, αλλά όχι πάντοτε, τα καπάκια ή τα τοιχώματα των συσκευασιών που το περιεχόμενο τους είναι μολυσμένο από το βακτήριο αυτό μπορεί να είναι φουσκωμένα. Προσέξτε κυρίως τις κονσέρβες λαχανικών και ψαριών του γλυκού νερού που έχουν συντηρηθεί σε αναερόβιες συνθήκες. Επίσης, το παστό χοιρινό και χοιρομέρι, και τα καπνιστά ή ωμά ψάρια. Μερικές φορές ενοχοποιούνται και κονσέρβες που παρασκευάζονται από εργοστάσια, συνήθως όμως αυτά είναι ασφαλή.
Τα βρέφη είναι δυνατό να πάθουν αλλαντίαση όταν το μικρόβιο φθάσει στον εντερικό σωλήνα τους με το νερό ή την τροφή και παράγει την τοξίνη του. Μη δίνετε μέλι στο μωρό σας αν δεν έχει συμπληρώσει το έτος. Πολλοί γονείς απορούν όταν ακούν κάτι τέτοιο, αλλά δυστυχώς το μέλι μπορεί να περιέχει σπόρια του Clostridium Botulinum (σπόρια μπορεί να περιέχονται και σε άλλα τρόφιμα όπως το γάλα).
Πάντως, η διαταραχή είναι πλέον πολύ σπάνια λόγω της προσεκτικής προετοιμασίας των τροφίμων. Η θέρμανση των τροφών σε θερμοκρασία βρασμού, δηλαδή 100 βαθμών Κελσίου, για 10 λεπτά, καταστρέφει την βοτουλινική τοξίνη.
Συμπτώματα
Η βοτουλινική τοξίνη προσβάλλει το γαστρεντερικό και το νευρικό σύστημα. Τα αρχικά συμπτώματα είναι ναυτία, εμετός και δυσκολία στην κατάποση ενώ στη συνέχεια παρατηρούνται επιγαστρικό άλγος, διάρροια, πυρετός, βραχνάδα, αμυγδαλίτιδα και κολικοί.
Η τοξίνη της αλλαντίασης προκαλεί επίσης παράλυση των μυών των οφθαλμών, των μυών του προσώπου, του φάρυγγα, των αναπνευστικών μυών, και του μυοκαρδίου.
Το προσβεβλημένο άτομο είναι δυνατόν να εμφανίσει πτώση βλεφάρων, δυσκολία στην ομιλία, δυσκολία κίνησης των άκρων και δυσκολία στην αναπνοή, καταστάσεις που αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως οδηγούν στο θάνατο.
Συμπτώματα
- Αδυναμία μυών κάτω άκρων εντός 12 έως 36 ωρών μετά την κατανάλωση μολυσμένης τροφής.
- Διπλωπία.
- Ξηρότητα στόματος.
- Διαταραχές λόγου.
- Δυσχέρεια κατάποσης.
- Έμετοι και κράμπες.
Επείγοντα συμπτώματα
- Ραγδαία εξελισσόμενη αδυναμία ή παράλυση.
- Δυσχέρεια αναπνοής.
Πόσο σοβαρή είναι η αλλαντίαση; Η αναπνευστική ανεπάρκεια που οφείλεται στην αδυναμία των μυών που ελέγχουν την αναπνοή προκαλεί το θάνατο στο 10% των περιπτώσεων αλλαντίασης στους ενήλικες και στο 2% των περιπτώσεων σε νεογνά.
Διάγνωση
Η διάγνωση της αλλαντίασης βασίζεται συνήθως σε σημεία και συμπτώματα και επιβεβαιώνεται με την ταυτοποίηση της τοξίνης στο αίμα, στα τρόφιμα ή στα περιττώματα.
Θεραπεία
Η πάθηση συνήθως απαιτεί εισαγωγή στο νοσοκομείο. Η θεραπεία στους ενήλικες συνίσταται σε χορήγηση αντιτοξίνης η οποία σταματά την περαιτέρω παράλυση αλλά δεν αντιμετωπίζει τα συμπτώματα. Χορηγούνται επίσης αντιβιοτικά. Στα περισσότερα άτομα η θεραπεία είναι αποτελεσματική και συνήθως πλήρης.
Στα μωρά υπάρχει μια ειδικότερη αντιμετώπιση. Δίνεται η αντιτοξίνη αλλά όχι αντιβιοτικά. Τα τελευταία εξοντώνουν το μικρόβιο αλλά έχουν ως αποτέλεσμα μια απότομη απελευθέρωση της βοτουλινικής τοξίνης.
Botox
Αξίζει να αναφερθεί ότι η βοτουλινική τοξίνη τύπου Α (botox) αναστέλλει την απελευθέρωση μιας χημικής ουσίας που ονομάζεται ακετυλοχολίνη η οποία είναι ζωτικής σημασίας για τα νεύρα ώστε να μπορούν να επικοινωνούν με τα κύτταρα των μυών. Έτσι, αποτρέπει τους μυς από το να διεγερθούν νευρικά. Η εμπόδιση της νευρικής διέγερσης αναγκάζει τους μυς να μείνουν παράλυτοι. Έτσι, χρησιμοποιείται για να βελτιώσει την εμφάνιση των γραμμών συνοφρύωσης ανάμεσα στα φρύδια αλλά και για άλλες ρυτίδες του προσώπου.