Μια νέα ανακάλυψη έκανε ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Μπόχουμ, στη Γερμανία, με επικεφαλής τον Χανς Χατ. Το ανθρώπινο δέρμα, είναι γεμάτο κυτταρικούς υποδοχείς της όσφρησης.
Αυτό ανατρέψει την αντίληψη που έχουμε ως τώρα ότι οι μυρωδιές γίνονται αντιληπτές μόνο μέσω της μύτης μας. Πάντως, έχει ήδη ανακαλυφθεί ότι αυτοί οι υποδοχείς υπάρχουν και σε άλλα όργανα του σώματος όπως π.χ. στο συκώτι, την καρδιά, στους όρχεις του άνδρα κ.α.
Μετά από πειράματα που έγιναν σε ανθρώπους ανακαλύφθηκε ότι περισσότεροι από 15 οσφρητικοί υποδοχείς της μύτης υπάρχουν επίσης σε κύτταρα του ανθρώπινου δέρματος. Μάλιστα, όπως έδειξαν τα πειράματα, οι εκδορές στο δέρμα επουλώθηκαν 30% πιο γρήγορα όταν οι ερευνητές έβαλαν κοντά στην πληγή συνθετικό άρωμα από σανταλόξυλο. Αυτό δείχνει ότι δέρμα μπορεί να «μυρίσει» και έτσι να πυροδοτήσει μια διαδοχή από εσωτερικές μοριακές αλλαγές, με αποτέλεσμα τη γρηγορότερη αποκατάσταση του κατεστραμμένου δερματικού ιστού.
Οι οσφρητικοί υποδοχείς ανήκουν σε μια μεγάλη οικογένεια πρωτεϊνών, που υπάρχουν στην επιφάνεια των κυττάρων και επιτρέπουν στα τελευταία να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει γύρω τους. Οι υποδοχείς αυτοί αποτελούν συχνό στόχο διαφόρων φαρμάκων.
Οι άνθρωποι διαθέτουν περίπου 350 διαφορετικά είδη οσφρητικών υποδοχέων, πολύ λιγότερα από άλλα ζώα (π.χ. σκύλοι, ποντίκια, αρπακτικά κ.α.), στα οποία η όσφρηση είναι σαφώς πιο ανεπτυγμένη. Αν και οι υποδοχείς αυτοί, οπουδήποτε υπάρχουν στο σώμα, λέγονται συλλήβδην οσφρητικοί, επειδή αρχικά ανακαλύφθηκαν στην μύτη, είναι άγνωστο το αν εξελίχτηκαν πρώτα στην μύτη ή σε άλλο σημείο του σώματος.
Οι ερευνητές εκτιμούν πως το γεγονός ότι το δέρμα διαθέτει οσφρητικούς υποδοχείς μπορεί να αξιοποιηθεί από τη βιομηχανία καλλυντικών για νέου τύπου προϊόντα αντιγήρανσης, αλλά και από τη φαρμακοβιομηχανία για νέες θεραπείες των επιφανειακών τραυμάτων του δέρματος.
Το δέρμα μιμείται τη μύτη
Όπως εξηγεί ο Χατ, μπορεί να ακούγεται παράξενο ότι το δέρμα μιμείται τη μύτη, όμως οι οσφρητικοί υποδοχείς είναι ανάμεσα στους πιο αρχαίους εξελικτικά αισθητήρες χημικών ουσιών που διαθέτει το ανθρώπινο σώμα και με τους οποίους ανιχνεύει μια ποικιλία ουσιών και όχι απλώς όσες κυκλοφορούν στον αέρα και μπορεί να μυρίσει με την μύτη.
“Μελετώ τη σημασία αυτών των υποδοχέων για χρόνια», δήλωσε ο Χατ, ο οποίος αποκαλεί τον εαυτό του πρεσβευτή της όσφρησης, και του οποίου τα αγαπημένα αρώματα είναι ο βασιλικός, το θυμάρι και το δεντρολίβανο.
Οι κυτταρικοί οσφρητικοί υποδοχείς είναι σαν τις κλειδαριές, στις οποίες ταιριάζουν συγκεκριμένα κλειδιά, δηλαδή συγκεκριμένα μόρια. Κάθε φορά που ένα μόριο «κλειδώνει», ξεκινά στο σώμα μια αλυσίδα βιοχημικών αντιδράσεων που οδηγεί στο να σταλεί ένα νευρικό σήμα στον εγκέφαλο, ώστε να αντιληφθούμε τη συγκεκριμένη μυρωδιά.
Η επιστημονική ομάδα του Χατ είχε ανακαλύψει το 2003 ότι, ακόμη και στους όρχεις των ανδρών υπάρχουν οσφρητικοί υποδοχείς που λειτουργούν ως ένα είδος συστήματος καθοδήγησης, το οποίο επιτρέπει στα σπερματοζωάρια να βρίσκουν τον δρόμο τους προς το ωάριο.
Το ίδιο έτος, η Γκρέις Πάβλαθ, μια βιολόγος στο Πανεπιστήμιο Emory, δημοσίευσε μια μελέτη σχετικά με τους οσφρητικούς υποδοχείς στους σκελετικούς μυς. Η μελέτη βρήκε ότι ένα συνθετικό άρωμα από κρίνο προώθησε την αναγέννηση του μυϊκού ιστού. Από την άλλη πλευρά, ο αποκλεισμός αυτών των υποδοχέων, με εξουδετέρωση των γονιδίων που ευθύνονται για την παραγωγή τους, βρέθηκε να αναστέλλει τη μυϊκή αναγέννηση. Αυτό το γεγονός υποδηλώνει ότι οι υποδοχείς της οσμής είναι ένα απαραίτητο συστατικό του συστήματος βιοχημικής σηματοδότησης που ωθεί τα βλαστικά κύτταρα να φτιάξουν μύες προς αποκατάσταση του κατεστραμμένου ιστού.
Οι παρατηρήσεις αυτές ήταν η αρχή για την ανακάλυψη παρόμοιων οσφρητικών υποδοχέων σχεδόν παντού στο σώμα: στο συκώτι, την καρδιά, το έντερο, τα νεφρά, τους πνεύμονες και τον εγκέφαλο, όπου επιτελούν διάφορες φυσιολογικές λειτουργίες, όπως να βοηθούν στον έλεγχο του μεταβολισμού της ενέργειας και στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης του αίματος.
Τέλος, το 2009 η ομάδα του Χατ ανακάλυψε πως όταν οι οσφρητικοί αισθητήρες του προστάτη εκτεθούν σε άρωμα από βιολέτες και τριαντάφυλλα, αναστέλλεται η εξάπλωση των καρκινικών κυττάρων, καθώς απενεργοποιούνται τα «ένοχα» γονίδια.