Η διατροφή που συνδέεται με τον καρκίνο, και ιδιαίτερα με τον καρκίνο του μαστού, είναι πλούσια σε ζάχαρη, trans λιπαρά, κόκκινο κρέας, αλάτι, λευκό αλεύρι και αλκοόλ. Άλλοι σοβαροί μη διατροφικοί καρκινικοί παράγοντες είναι το κάπνισμα, η καθιστική ζωή, το άγχος και η κοιλιακή παχυσαρκία.
Αντίθετα τα λαχανικά, τα άγρια χόρτα, τα όσπρια, τα φρούτα, οι ξηροί καρποί, οι σπόροι, τα ωμέγα 3 λιπαρά, η βιταμίνη D, η άσκηση και η διατήρηση υγιούς βάρους εμποδίζουν τον καρκίνο.
Σημειώστε ότι το διατροφικό λίπος, κορεσμένο ή όχι δεν περιλαμβάνεται στους διατροφικούς παράγοντες που προκαλούν καρκίνο, εκτός βέβαια από τα τρανς λιπαρά τα οποία δεν είναι ένα “φυσικό” λίπος αλλά κάτι που επινόησε η βιομηχανία τροφίμων πριν από έναν αιώνα περίπου.
Τα καρκινικά κύτταρα χρειάζονται γλυκόζη και μεθειονίνη
Τα παραπάνω επισημαίνει η ιατρός-διατροφολόγος, επιστημονική σύμβουλος του Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του ΕΚΕΤΑ, Δέσποινα Κομνηνού.
Όπως εξηγεί η κ. Κομνηνού τα καρκινικά κύτταρα προγραμματίζουν τον μεταβολισμό τους έτσι ώστε να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους σε ενέργεια και πρώτες ύλες που είναι απαραίτητες για τον αυξημένο πολλαπλασιασμό τους. Δύο κύρια στοιχεία του μεταβολισμού των καρκινικών κυττάρων είναι οι ανάγκες τους σε γλυκόζη (προσλαμβάνουν 10 – 50 φορές περισσότερη γλυκόζη σε σχέση με τα υγιή κύτταρα) και σε μεθειονίνη (αμινοξύ που βρίσκεται στις ζωικές πρωτεΐνες με υψηλή πρόσληψη κυρίως στην κρεατοφαγία). Η γλυκόζη ονομάζεται και “ζάχαρο” του αίματος στην καθομιλουμένη.
Φαίνεται να υπάρχει σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στη γλυκόζη και τον καρκίνο του μαστού σε γυναίκες που έχουν “ζάχαρο” αίματος πάνω από 125 mg/dl.
Επίσης, σαρώσεις (pet scan) έχουν δείξει πως όσο υψηλότερη είναι η συσσώρευση της γλυκόζης στα καρκινικά κύτταρα, τόσο πιο επιθετική είναι η μορφή του καρκίνου καθώς ο πολλαπλασιασμός των καρκινικών κυττάρων αυξάνεται ανάλογα με την αύξηση της συσσώρευσης της γλυκόζης.
Η έντονη επιθυμία για γλυκά και επεξεργασμένους υδατάνθρακες σχετίζεται με την αύξηση του βάρους και την εναπόθεση λίπους στην κοιλιά (κοιλιακή παχυσαρκία). Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε μεταβολικό, φλεγμονώδες και οξειδωτικό στρες τα προϊόντα των οποίων προάγουν την εμφάνιση και επιδείνωση του καρκίνου.
Σύμφωνα με την κ. Κομνηνού, πρέπει κάποιος να κάνει μια διατροφή με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη τροφών, με περισσότερα ω-3 λιπαρά οξέα και υψηλότερη πρόσληψη σε βιταμίνη D.
«Εκείνο που θέλουμε είναι να ελαττώσουμε τον γλυκαιμικό δείκτη των τροφών. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με την κατανάλωση φρούτων, λαχανικών, ξηρών καρπών, και γενικότερα τροφών που περιέχουν φυτικές ίνες. Επίσης αυτά τα τρόφιμα περιέχουν πολλές προστατευτικές ουσίες οι οποίες είναι αντικαρκινικές, αντιφλεγμωνόδεις, αντιδιαβητικές και αντιοξειδωτικές. Όλα αυτά καταπολεμούν το κυτταρικό στρες. Όταν ισορροπήσουμε το κύτταρο και δεν είναι σε στρες τότε αναχαιτίζουμε τα στοιχεία που προάγουν την εμφάνιση και μετάσταση του καρκίνου. Οι διατροφικές οδηγίες που ισχύουν για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού ισχύουν και μετά τη θεραπεία του καρκίνου», καταλήγει η κ.Κομνηνού.