Το τεστ κοπώσεως με θάλλιο (σπινθηρογράφημα καρδιάς) δείχνει την κατανομή της ροής του αίματος στον καρδιακό μυ. Περιλαμβάνει το σύνηθες τεστ κοπώσεως, με τη διαφορά ότι προς το τέλος της διαδικασίας γίνεται ενδοφλέβια μια ένεση που περιέχει σε διάλυμα το ραδιενεργό θάλλιο 201.
Το θάλλιο είναι στην πραγματικότητα ένα δηλητήριο, -το αγαπημένο της Αγκάθα Κρίστι- το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί και ως ποντικοφάρμακο. Αλλά η ποσότητα που απαιτείται στο σπινθηρογράφημα καρδιάς (σε μερικές περιπτώσεις χρησιμοποιείται το στοιχείο τεχνήτιο) είναι τόσο μικρή που δεν υπάρχει πρόβλημα για τον οργανισμό.
Το τεστ κόπωσης με θάλλιο είναι μια πυρηνική εξέταση. Όταν κάνετε μια ακτινογραφία, η ακτινοβολία περνά μέσα από το σώμα για να παράγει μια εικόνα. Κατά τη διαδικασία της πυρηνικής εξέτασης ο γιατρός εισάγει στο σώμα μια μικρή ποσότητα ακτινοβολίας η οποία παράγει εικόνες σε ένα μηχάνημα καθώς διαχέεται προς τα έξω. Η εξέταση έγχυσης θαλλίου ή τεχνητίου είναι μια διαδικασία πυρηνικής εξέτασης για την αξιολόγηση της ροής του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες.
Η πυρηνική εξέταση λέγεται και σπινθηρογράφημα διότι τα διάφορα όργανα του σώματος που έχουν προσλάβει το ραδιενεργό στοιχείο “σπινθηρίζουν”, δηλαδή εκπέμπουν ακτινοβολία.
Τι δείχνει το τεστ κοπώσεως με θάλλιο
Το σπινθηρογράφημα λειτουργεί ως εξής: Μικρές ποσότητες ραδιενεργού υλικού (ραδιονουκλίδια) εισάγονται στο αίμα με έγχυση ή με κατάποση. Αυτοί οι «ανιχνευτές» εκπέμπουν μικρές ποσότητες ενέργειας (ακτινοβολίας) που εντοπίζονται από ειδικές κάμερες, παρόμοιες με μετρητές Geiger. Οι τιμές της ακτινοβολίας περνούν από επεξεργασία υπολογιστή και παράγεται μια εικόνα που δείχνει τη διανομή του υλικού στο σώμα. Η διαδικασία μπορεί να δώσει στο γιατρό πολλά στοιχεία για τον καρδιακό μυ και τη ροή του αίματος. Ειδικά όταν γίνεται σε συνδυασμό με άσκηση, το σπινθηρογράφημα δίνει ζωτικές πληροφορίες για τη ροή του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες.
Ο εξεταζόμενος υφίσταται πρώτα ένα τεστ κοπώσεως και ύστερα του χορηγείται με ενδοφλέβια ένεση μια μικρή ποσότητα ραδιοϊσοτόπου, θαλλίου 201 ή τεχνητίου. Στη συνέχεια μια κάμερες καταγράφει τους σπινθηρισμούς που δίνει το θάλλιο, καθώς προσλαμβάνεται από τα κύτταρα του μυοκαρδίου. Όταν μια περιοχή της καρδιάς δεν αιματώνεται καλά, προσλαμβάνει λιγότερο θάλλιο και αυτό φαίνεται στην εικόνα (απεικονίζεται ως πιο σκοτεινή περιοχή).
Γίνεται πάντα σύγκριση ανάμεσα στις εικόνες με την κόπωση και στις εικόνες σε κατάσταση ηρεμίας. Αν οι εικόνες είναι φυσιολογικές τόσο κατά την άσκηση όσο και κατά την ηρεμία, τότε η αιμάτωση του μυοκαρδίου είναι φυσιολογική.
Αν οι εικόνες δείχνουν σκοτεινές περιοχές κατά την άσκηση που γίνονται φυσιολογικές στις εικόνες ηρεμίας, τότε τα σημεία εκείνα της καρδιάς που φαίνονται σκοτεινά δεν αιματώνονται καλά όταν η καρδιά λειτουργεί εντονότερα, δηλαδή υπάρχει ισχαιμία. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε στένωση μιας ή περισσοτέρων στεφανιαίων αρτηριών. Αν δεν υπάρχει καθόλου πρόσληψη θαλλίου ή τεχνητίου σε μια περιοχή της καρδιάς τόσο στις εικόνες κοπώσεως όσο και στις εικόνες ηρεμίας, τότε η περιοχή αυτή δείχνει νεκρωμένο μυοκάρδιο, δηλαδή υπήρξε έμφραγμα (καρδιακή προσβολή).
Το τεστ κόπωσης με θάλλιο μπορεί να δώσει τις εξής πληροφορίες:
- Το μέγεθος των καρδιακών κοιλοτήτων.
- Πόσο καλά αντλεί η καρδιά αίμα.
- Εάν το μυοκάρδιο έχει υποστεί βλάβη.
- Την υγεία των αρτηριών που παρέχουν αίμα στην καρδιά, αν είναι στενωμένες ή φραγμένες.
- Πόσο αποτελεσματική είναι η τρέχουσα θεραπεία (καρδιακή επέμβαση, αγγειοπλαστική, φαρμακευτική αγωγή κ.λ.π.).
- Τι πρέπει να αναμένουμε μετά από ένα έμφραγμα.
Η διαδικασία του σπινθηρογραφήματος
Οι ειδικοί θα σας βάλουν να τρέξετε σε κυλιόμενο διάδρομο ή να κάνετε στατικό ποδήλατο, όπως ακριβώς θα κάνατε και σε περίπτωση τεστ κοπώσεως με ηλεκτροκαρδιογράφημα. Θα παρακολουθούν την καρδιακή σας συχνότητα και την πίεση, ενδείξεις που φυσιολογικά θα αυξηθούν κατά την άσκηση. Αν έχετε συμπτώματα (πόνο στο στήθος ή στο χέρι, δύσπνοια ή ζαλάδα) θα ενημερώσετε τον γιατρό ο οποίος θα προσαρμόσει την εξέταση ανάλογα με τα συμπτώματα, την πίεση, το ηλεκτροκαρδιογράφημα και το βαθμό της κούρασης σας. Είναι σημαντικό να συνεχίσετε μέχρι εκεί που αντέχετε μια και έτσι αυξάνεται ο βαθμός ακρίβειας της εξέτασης.
Μόλις φτάσετε στα όρια της αντοχής σας, ο γιατρός θα εισάγει το ραδιοενεργό υλικό ανίχνευσης (συνήθως θάλλιο), το οποίο θα φτάσει στην καρδιά μέσω του αίματος. Μετά την εισαγωγή του υλικού θα πρέπει να συνεχίσετε την άσκηση για περίπου 60-90 δευτερόλεπτα.
Έπειτα θα ξαπλώσετε κάτω από μια κάμερα που «φωτογραφίζει» την καρδιά από διάφορες γωνίες. Η κάμερα εντοπίζει την ακτινοβολία που εκπέμπεται από το ραδιενεργό ανιχνευτή και δημιουργεί μια εικόνα στον υπολογιστή. Την ώρα που δημιουργείται η εικόνα πρέπει να παραμείνετε εντελώς ακίνητοι. Αυτό το μέρος της εξέτασης διαρκεί περίπου 25 λεπτά.
Μόλις τελειώσει η εξέταση, μπορείτε να χαλαρώσετε για μερικές ώρες (συνήθως 4 ώρες) και να φύγετε από το νοσοκομείο. ‘Οταν επιστρέψετε, θα κάνετε μια δεύτερη εξέταση, χωρίς άσκηση. Η δεύτερη εξέταση θα συγκριθεί με την πρώτη.
Μετά από 3-4 ώρες το θάλλιο ανακατανέμεται, οπότε λαμβάνονται νέες εικόνες. Αν η αρτηρία έχει μερική στένωση, το θάλλιο προσλαμβάνεται πλήρως ή σχεδόν πλήρως από το προηγούμενο μειωμένης πρόσληψης τοίχωμα (αναστρέψιμη ισχαιμία). Αν έπειτα από 3-4 ώρες το μυοκάρδιο δεν έχει προσλάβει καθόλου θάλλιο, σημαίνει ότι η περιοχή έχει νεκρωθεί και έχει δημιουργηθεί ουλή (έμφραγμα). Επειδή η ποσότητα των τροφών που θα καταναλώσετε πριν από τη δεύτερη εξέταση μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα των εικόνων, ρωτήστε το γιατρό για το τι μπορείτε να φάτε εκείνες τις ώρες. Μερικές φορές ο γιατρός χρειάζεται και μια τρίτη σειρά εικόνων που πρέπει να ληφθούν την επόμενη μέρα.
Το τεστ κοπώσεως με θάλλιο είναι γενικά πιο ακριβής και λεπτομερειακή εξέταση από το ηλεκτροκαρδιογράφημα με άσκηση. Είναι όμως πιο χρονοβόρα και απαιτεί ειδικά μηχανήματα και εκπαιδευμένους τεχνικούς. Γι’ αυτό γίνεται μόνο στην περίπτωση που οι γιατροί χρειάζονται απαραίτητα τις πληροφορίες αυτής της εξέτασης. Για παράδειγμα, μπορεί να χρειαστεί να κάνετε το σπινθηρογράφημα αν το ηλεκτροκαρδιογράφημα με άσκηση δεν κατάφερε να δώσει τις αναμενόμενες πληροφορίες.
Πάντως, καμία εξέταση δεν είναι απόλυτα διαγνωστική. Η ευαισθησία του σπινθηρογραφήματος στην ανίχνευση στενώσεων στις αρτηρίες της καρδιάς είναι 85-95% διαγνωστική. Πάντα υπάρχει περίπτωση ενός μικρού ποσοστού λάθους. Δηλαδή, μπορεί η εξέταση να δείξει πρόβλημα χωρίς οι αρτηρίες της καρδιάς να έχουν πραγματικά στένωση (ψευδώς θετική εξέταση) ή η εξέταση μπορεί να είναι φυσιολογική αλλά οι αρτηρίες να έχουν στενώσεις (ψευδώς αρνητική εξέταση). Για παράδειγμα, το θάλλιο μπορεί να δώσει ψευδώς θετικά αποτελέσματα γιατί λόγω παχυσαρκίας ή μεγάλου μεγέθους μαστών στις γυναίκες, δεν απεικονίζεται η ακτινοβολία από το μυοκάρδιο (απορροφάται από το διάφραγμα ή το μαστό, κι έτσι η μια περιοχή εμφανίζεται ως ισχαιμική).