Η υψηλή, χρόνια πρόσληψη αλκοόλ (αιθανόλης) έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αλκοολικής ηπατίτιδας και κίρρωσης του ήπατος, κακοήθων νεοπλασιών, καρδιαγγειακών και άλλων χρόνιων νοσημάτων.To αλκοόλ ευθύνεται επίσης για σημαντικό αριθμό ατυχημάτων και επεισοδίων βίας.
Η κατανάλωση οινοπνεύματος αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες κινδύνου που οδηγούν σε θάνατο και διάφορες μορφές ανικανότητας και αναπηρίας, ενώ έχει υπολογιστεί ότι το έτος 2004 ήταν υπεύθυνο για το 3,8% των θανάτων και το 4,6% των χαμένων ετών λόγω πρόωρων θανάτων και ανικανότητας παγκοσμίως (Parry et al., 2011).
Ωστόσο, υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν τις ευεργετικές επιδράσεις της μικρής έως μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία, κυρίως σε σχέση με τα καρδιαγγειακά νοσήματα (Poli et al., 2013). Η πλειονότητα των επιστημονικών δεδομένων συγκλίνει ότι η χαμηλή έως μέτρια κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών έχει ευεργετική επίδραση στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων και ιδιαίτερα της στεφανιαίας νόσου. Αντίθετα, η υψηλή πρόσληψη οινοπνευματωδών και η επεισοδιακή του υπερκατανάλωση (binge srinking) έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου αλλά και αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.
Στεφανιαία νόσος
Ευρήματα πρόσφατης μετα-ανάλυσης που συμπεριέλαβε 31 προοπτικές μελέτες με μέση διάρκεια παρακολούθησης 11 έτη έδειξαν ότι, σε σχέση με τα άτομα που δεν καταναλώνουν αλκοόλ, τα άτομα που καταναλώνουν έχουν 29% μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Σε σχέση με τη θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο ο μικρότερος κίνδυνος παρατηρήθηκε σε προσλήψεις 1-2 ποτών την ημέρα (Ronksley et al., 2011).
Σύμφωνα με τα ευρήματα μετα-ανάλυσης 8 προοπτικών μελετών σε άτομα που είχαν ήδη αναπτύξει καρδιαγγειακή νόσο, παρατηρήθηκε καμπύλη τύπου J αναφορικά με την πρόσληψη αλκοόλ και τη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα. Αυτό σημαίνει ότι βρέθηκε προστασία στις μέτριες καταναλώσεις (με τη μέγιστη προστασία στην κατανάλωση 26 γραμμαρίων αιθανόλης/ημέρα ή 2-3 ποτών/ημέρα) και επιβάρυνση στις μεγάλες καταναλώσεις (Constanzo et al., 2010).
Μετα-ανάλυση μελετών της περιόδου 1980-2010 κατέληξε, ωστόσο, στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται περισσότερα στοιχεία σχετικά με τη συνολική σχέση όφελους-κινδύνου της μέσης κατανάλωσης αλκοόλ σε σχέση με την ισχαιμική καρδιοπάθεια και με άλλες ασθένειες, προκειμένου να ενημερωθεί το ευρύ κοινό και οι επιστήμονες υγείας σχετικά με τα ασφαλή επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ (Roerecke & Rehm, 2012).
Αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια: Ευρήματα πρόσφατης μετα-ανάλυσης που συμπεριέλαβε 10 προοπτικές μελέτες έδειξαν ότι, σε σχέση με τα άτομα που δεν καταναλώνουν οινοπνευματώδη ποτά, τα άτομα που καταναλώνουν έχουν 2% μικρότερο, μη στατιστικά σημαντικό κίνδυνο εμφάνισης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Για τη θνησιμότητα από εγκεφαλικό επεισόδιο ο μικρότερος κίνδυνος παρατηρήθηκε για ποσότητα μικρότερη από 1 ποτό την ημέρα (Ronksley et al., 2011).
Σε μετα-ανάλυση 35 επιδημιολογικών μελετών παρατηρήθηκε ότι, σε σύγκριση με τα άτομα που δεν καταναλώνουν αλκοόλ, η κατανάλωση περισσότερων από 4 ποτά την ημέρα συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (ισχαιμικού και αιμορραγικού) (Reynolds et al., 2003).
Αντίθετα, η κατανάλωση περίπου 1 ποτού την ημέρα συσχετίστηκε με μειωμένο κίνδυνο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου γενικά και ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου ειδικότερα, ενώ η κατανάλωση 1-2 ποτών την ημέρα συσχετίστηκε με μειωμένο κίνδυνο μόνο ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου (Reynolds et al., 2003).
Επιπλέον, τα ευρήματα προοπτικών μελετών επιβεβαίωσαν τα παραπάνω ευρήματα. Οι περισσότερες μελέτες έδειξαν την ευεργετική επίδραση της χαμηλής έως μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ και την ιδιαίτερα επιβαρυντική επίδραση της υψηλής κατανάλωσης αλκοόλ (Bazzano et al., 2007; Elkind et al., 2006; Emberson et al., 2005; Ikehara et al., 2008; Iso et al., 2004; Mukamal et al., 2005a, 2005b; Sundell et al., 2008).
Αν και είναι λίγες οι μελέτες που έχουν εξετάσει χωριστά την επίδραση της κατανάλωσης αλκοόλ στον τύπο των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, υπάρχει συμφωνία των επιστημονικών δεδομένων ότι η υψηλή κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει περισσότερο τον κίνδυνο εμφάνισης αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου και λιγότερο τον κίνδυνο του ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου (Patra et al., 2010).
Είδος οινοπνευματωδών ποτών και καρδιά
Σύμφωνα με πρόσφατη μετα-ανάλυση 16 μελετών αναδείχθηκε σχέση σχήματος J μεταξύ της κατανάλωσης κρασιού και του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακού νοσήματος. Η μέγιστη προστασία παρατηρήθηκε για την κατανάλωση 21 γραμμαρίων αλκοόλ, μέσω του κρασιού, την ημέρα (ή 2 ποτών/ημέρα).
Επίσης, η ίδια μελέτη έδειξε παρόμοια σχέση σχήματος J και αναφορικά με την κατανάλωση μπίρας, με τη μέγιστη προστασία να παρατηρείται για πρόσληψη 43 γραμμαρίων αλκοόλ την ημέρα μέσω της μπίρας. Ωστόσο, σε σχέση με την κατανάλωση άλλων αλκοολούχων ποτών δεν παρατηρήθηκε σχέση τύπου J (Costanzo et al., 2011).
Η κατανάλωση κρασιού σχεδόν αποκλειστικά κατά τη διάρκεια των γευμάτων αποτελεί χαρακτηριστικό της παραδοσιακής μεσογειακής διατροφής (Bach-Faig et al., 2011).
Ωστόσο, δεν υπάρχει αρκετός αριθμός μελετών που να έχουν αξιολογήσει τη σχέση της κατανάλωσης οινοπνεύματος κατά τη διάρκεια των γευμάτων, ή εκτός αυτών, με την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Σύμφωνα με τα ευρήματα μελέτης ασθενών-μαρτύρων, η κατανάλωση κρασιού ή άλλων οινοπνευματωδών ποτών κατά τη διάρκεια των γευμάτων βρέθηκε να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου σε σχέση με την κατανάλωση εκτός γεύματος (Augustin et al., 2004). Αυτό πιθανώς να οφείλεται στην υπογλυκαιμική και ινσουλιναιμική δράση του αλκοόλ όταν αυτό καταναλώνεται μαζί με το φαγητό (Brand-Miller et al., 2007).
Επιπρόσθετα, η κατανάλωση αλκοόλ εκτός γευμάτων έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας
νόσου και υπέρτασης, ανεξάρτητα από την ποσότητα κατανάλωσης (Costanzo et al., 2010; Rehm et al., 2003). Ωστόσο, υπάρχουν μελέτες που δεν βρίσκουν καμία συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης οινοπνεύματος, μαζί ή εκτός των γευμάτων, και της εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων (Mukamal et al., 2003).
Επίσης, η κατανάλωση αλκοόλ συσχετίστηκε με τη μορφή καμπύλης σχήματος J όσον αφορά τον κίνδυνο εμφάνισης οξέος στεφανιαίου συνδρόμου σε άτομα που έχουν ήδη αναπτύξει σακχαρώδη διαβήτη. Για πρόσληψη λιγότερων των 12 γραμμαρίων αλκοόλ την ημέρα παρατηρήθηκε 47% μικρότερη πιθανότητα παρουσίας οξέος στεφανιαίου συνδρόμου, ενώ σε υψηλότερη πρόσληψη (12-24 και άνω των 24 γραμμαρίων) η πιθανότητα σχεδόν τριπλασιάστηκε ή πενταπλασιάστηκε (Pitsavos et al., 2005).
Αλκοόλ και σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
Η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών σχετίζεται με την εμφάνιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η σχέση αυτή φαίνεται ότι είναι πολύπλοκη και ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό, όπως και στα καρδιαγγειακά νοσήματα, από την ποσότητα των οινοπνευματωδών ποτών που καταναλώνονται. Υπάρχουν ενδείξεις για κάποια πιθανά οφέλη από τη μέτρια κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών όσον αφορά τον σακχαρώδη διαβήτη, αλλά τα ευρήματα δεν είναι ακόμα ισχυρά για να δοθούν σχετικές συστάσεις.
Σε συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας βρέθηκε ότι η υψηλή κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών (άνω των 3 ποτών/ημέρα) σε σύγκριση με τη μέτρια κατανάλωση σχετίζεται με αύξηση έως και 43% της επίπτωσης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.Στην ίδια ανασκόπηση, η μέτρια κατανάλωση (1 έως 3 ποτά/ημέρα) σχετίστηκε με 33-56% χαμηλότερη επίπτωση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 και με 34%-55% χαμηλότερη επίπτωση στεφανιαίας νόσου που σχετιζόταν με τον σακχαρώδη διαβήτη σε σχέση με τη μηδενική κατανάλωση (Howard et al., 2004).
Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνονται και από μετα-αναλύσεις (Baliunas et al., 2009). Επίσης, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση αλκοόλ σε μέτριες ποσότητες μπορεί να αυξήσει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και να μειώσει τα επίπεδα της γλυκόζης νηστείας (Shai et al., 2007).
Καταλήγοντας, παρά τα πιθανά οφέλη της κατανάλωσης μέτριας ποσότητας οινοπνευματωδών ποτών, η υπερβολική πρόσληψή τους μπορεί να προκαλέσει σοβαρές διαταραχές του μεταβολισμού και να οδηγήσει σε αύξηση του κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Αλκοόλ και καρκίνος
Η πλειονότητα των επιστημονικών δεδομένων συγκλίνει ότι η κατανάλωση οινοπνεύματος σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης συγκεκριμένων καρκίνων και συγκεκριμένα: του στοματοφάρυγγα, του λάρυγγα, του οισοφάγου, του ήπατος, του παχέως εντέρου και του μαστού. Η σχέση αυτή είναι πολύ πιθανό αιτιολογική και δοσο-εξαρτώμενη, δηλαδή ο κίνδυνος αυξάνει όσο αυξάνει και η κατανάλωση αλκοόλ. Αυτό σημαίνει ότι η αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου, σε αντίθεση με τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ισχύει και για μικρές έως μέτριες ποσότητες οινοπνεύματος.
Τα ευρήματα που παρουσιάζονται στις επόμενες παραγράφους αναφέρονται κυρίως σε έρευνες που δημοσιεύθηκαν μετά το 2007, οπότε και κυκλοφόρησε η τελευταία έκθεση του WCRF, και σε επιλεγμένες εντοπίσεις καρκίνου.
Καρκίνος στοματοφάρυγγα
Η κατανάλωση αλκοόλ μαζί με το κάπνισμα αποτελούν τους πλέον αναγνωρισμένους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση των στοματοφαρυγγικών καρκίνων. Η υπερβολική κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών σε σχέση με τη σπάνια ή περιστασιακή κατανάλωση αξιολογήθηκε από 29 μελέτες ασθενών-μαρτύρων και 2 προοπτικές μελέτες.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ συσχετίστηκε με πάνω από πενταπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του στοματοφάρυγγα (Turati et al., 2013). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η χαμηλή κατανάλωση αλκοόλ (≤1 ποτό/ ημέρα) συσχετίστηκε με 21% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης στοματοφαρυγγικών καρκίνων, ενώ η υψηλή πρόσληψη αλκοόλ (≥4 ποτά/ημέρα) με πενταπλάσιο κίνδυνο (Tramacere et al., 2010).
Η επιβαρυντική δράση ακόμα και μικρής πρόσληψης αλκοόλ στην εμφάνιση στοματοφαρυγγικού καρκίνου επιβεβαιώθηκε
και από πρόσφατη μετα-ανάλυση (Bagnardi et al., 2013).
Επιπλέον, τα αποτελέσματα μετα-ανάλυσης που συμπεριέλαβε 85 μελέτες (μέχρι τον Ιανουάριο 2007) έδειξαν ότι τα άτομα που καταναλώνουν οινοπνευματώδη ποτά και είναι ταυτόχρονα καπνιστές είχαν υπερδιπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της αναπνευστικής οδού σε σύγκριση με τα άτομα που είναι μόνο καπνιστές (Ansary-Moghaddam et al., 2009). Αναφορικά με το είδος του αλκοόλ, η κατανάλωση κρασιού συσχετίστηκε με διπλάσιο κίνδυνο, ενώ η κατανάλωση μπίρας και άλλων οινοπνευματωδών ποτών με μεγαλύτερο από διπλάσιο κίνδυνο.
Καρκίνος οισοφάγου
Το επιθηλιακό καρκίνωμα του οισοφάγου (ο συχνότερος ιστολογικός τύπος) και το αδενοκαρκίνωμα του οισοφάγου διαφέρουν σημαντικά ως προς την αιτιολογία τους. Η κατανάλωση οινοπνεύματος αποτελεί έναν από τους παράγοντες κινδύνου του επιθηλιακού καρκίνου του οισοφάγου, ενώ η σχέση του οινοπνεύματος με το αδενοκαρκίνωμα δεν είναι πλήρως διευκρινισμένη (Levi et al., 2001).
Σε μετα-ανάλυση που εξέτασε την επίδραση της χαμηλής πρόσληψης αλκοόλ στον επιθηλιακό καρκίνο του οισοφάγου αναδείχθηκε η επιβαρυντική δράση ακόμα και μικρής πρόσληψης αλκοόλ (Bagnardi et al., 2013).
Όσον αφορά το αδενοκαρκίνωμα του οισοφάγου και την κατανάλωση αλκοόλ, είκοσι αναδρομικές μελέτες και τέσσερις προοπτικές που περιελάμβαναν 5.500 ασθενείς δεν ανέδειξαν καμία συσχέτιση.
Καρκίνος παχέος εντέρου
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μετα-ανάλυση (Fedirko et al., 2011) 27 προοπτικών μελετών και 34 μελετών ασθενών-μαρτύρων δημοσιευμένων μέχρι τον Μάιο του 2010, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου παχέος εντέρου ήταν 21% και 52% μεγαλύτερος για τα άτομα με μέτρια (2-3 ποτά/ημέρα) και υψηλή (≥4 ποτά/ημέρα) κατανάλωση αλκοόλ, αντίστοιχα, σε σχέση με τα άτομα που κατανάλωναν ≤1 ποτό/ημέρα.
Τα ευρήματα μετα-ανάλυσης που εξέτασε την επίδραση της χαμηλής πρόσληψης αλκοόλ με τον καρκίνο του παχέος εντέρου δεν έδειξαν επιβαρυντικές συσχετίσεις (Bagnardi et al., 2013).
Επιπλέον, και άλλες μετα-αναλύσεις και ανασκοπήσεις (Bagnardi et al., 2001; Cho et al., 2004; Corrao et al., 1999; Huxley et al., 2009; Mizoue et al., 2006; Mizoue et al., 2008; Moskal et al., 2007) έχουν υποστηρίξει τη θετική συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών και του καρκίνου του παχέος εντέρου.
Καρκίνος ήπατος
Έχει βρεθεί ότι τα άτομα που καταναλώνουν οινόπνευμα σε μέτρια ποσότητα διατρέχουν μέτρια αυξημένο κίνδυνο σε σύγκριση με τα άτομα που απέχουν από το αλκοόλ.
Ωστόσο, φαίνεται ότι και άλλα χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των ατόμων, όπως το κάπνισμα και οι διατροφικές συνήθειες, αλλά και υποκείμενες ιογενείς λοιμώξεις, ενδέχεται να τροποποιήσουν τον κίνδυνο. Τα ευρήματα μετα-ανάλυσης που εξέτασε την επίδραση της χαμηλής πρόσληψης αλκοόλ με τον καρκίνο του ήπατος δεν έδειξαν σημαντικές συσχετίσεις (Bagnardi et al., 2013).
Καρκίνος μαστού
Μετα-ανάλυση επιδημιολογικών μελετών που εξέτασε τη σχέση της χαμηλής κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού έδειξε σημαντική αύξηση της τάξης του 4% στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού για προσλήψεις αλκοόλ μέχρι 1 ποτό/ημέρα.
Η υψηλή κατανάλωση αλκοόλ (3-4 ποτά/ημέρα) συσχετίστηκε με 40-50% αύξηση του κινδύνου. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι και το 5% των καρκίνων του μαστού στη Βόρεια Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική μπορεί να οφείλεται στην κατανάλωση αιθυλικής αλκοόλης.
Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα μετα-ανάλυσης που διερεύνησε την επίδραση της χαμηλής πρόσληψης αλκοόλ έδειξαν ότι παρατηρείται 5% αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού (Bagnardi et al., 2013).
Επομένως, οι συστάσεις για τις γυναίκες όσον αφορά τον καρκίνο αυτό είναι ότι δεν θα πρέπει να καταναλώνουν περισσότερο από 1 ποτό/ημέρα, ενώ όσες έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού θα πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση αλκοόλ ή να καταναλώνουν αλκοόλ μόνο περιστασιακά (Seitz et al., 2012).
Αλκοόλ και αρτηριακή πίεση
Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ έχει συσχετιστεί με αύξηση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης. Πιο αναλυτικά, μετα-ανάλυση 12 προοπτικών μελετών έδειξε ότι η κατανάλωση αλκοόλ έχει συσχετιστεί γραμμικά και με δοσο-εξαρτώμενο τρόπο με τα επίπεδα αρτηριακής πίεσης.
Για 50 γραμμάρια αλκοόλ την ημέρα ο σχετικός κίνδυνος για την αύξηση των επιπέδων αρτηριακής πίεσης αυξήθηκε κατά 50%, ενώ για τα 100 γραμμάρια την ημέρα 2,47 (Taylor et al., 2009).
Για την πλειονότητα των ατόμων που πάσχουν από υπέρταση, η μείωση της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών είναι μία αποτελεσματική μέθοδος που συμβάλλει στη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Η μείωση της κατανάλωσης οινοπνεύματος είναι, βέβαια, πιο αποτελεσματική όταν συμπεριλαμβάνεται σε ένα σχήμα με αλλαγές στη διατροφή και στα πρότυπα της σωματικής δραστηριότητας (Dickinson et al., 2006).
Αλκοόλ και θνησιμότητα από κάθε αιτία
Τα ευρήματα μετα-ανάλυσης που εξέτασε τη σχέση της πρόσληψης αλκοόλ με τη θνησιμότητα από κάθε αιτία ανέδειξαν την προστατευτική δράση της μέτριας κατανάλωσης αλκοόλ. Η κατανάλωση έως 4 ποτών την ημέρα στους άνδρες και 2 στις γυναίκες συσχετίστηκε με το μέγιστο όφελος, 17% στους άνδρες και 18% στις γυναίκες.
Ωστόσο, μεγαλύτερη πρόσληψη αλκοόλ συσχετίστηκε με αυξημένη θνησιμότητα, ενώ η συνολική σχέση που παρατηρήθηκε είχε τη μορφή σχήματος J, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες (Di Castelnuovo et al., 2006).
Πιθανοί βιολογικοί μηχανισμοί δράσης
Οι πιθανοί βιολογικοί μηχανισμοί δράσης μέσω των οποίων φαίνεται ότι ασκείται η επίδραση του οινοπνεύματος στην υγεία παρουσιάζονται στο παρακάτω διάγραμμα.
Σύμφωνα με όσα είναι μέχρι σήμερα γνωστά, η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη, τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες ενώ η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Στις θετικές επιδράσεις περιλαμβάνεται η μείωση τη θρόμβωσης ενώ στις αρνητικές η παραγωγή ενός μεταβολίτη, της ακεταλδεΰδης, η οποία αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου.