Πέρυσι, περισσότερες από 1,6 εκατομμύρια νέες περιπτώσεις καρκίνου διαγιγνώστηκαν στις ΗΠΑ. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η πιθανότητα να μάθει κάποιος ότι έχει καρκίνο κάποια στιγμή στη ζωή του είναι 50%.
Eίναι γνωστό ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως το κάπνισμα και το ραδόνιο οδηγούν στην ανάπτυξη καρκίνων, όμως μια νέα μελέτη από ερευνητές του Johns Hopkins Kimmel Cancer Center στη Βαλτιμόρη, ισχυρίζεται ότι τα δύο τρίτα των περιπτώσεων καρκίνου στους ενήλικες είναι αποτέλεσμα «κακής τύχης».
Ο καθηγητής oγκολογίας Μπερτ Βόγκελσταϊν και ο Κρίστιαν Τομασέτι δημοσίευσαν τα ευρήματά τους στο περιοδικό Science.
Για να φτάσουν στο συμπέρασμά τους οι δύο ερευνητές χρησιμοποίησαν την υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία για τον συνολικό αριθμό διαιρέσεων των βλαστικών κυττάρων, σε όλη τη διάρκεια ζωής του μέσου ανθρώπου, σε 31 διαφορετικούς τύπους ιστών, στους οποίους μπορεί να εμφανιστεί καρκίνος.
Το στατιστικό μοντέλο τους έδειξε ότι οι 22 από τις 31 μορφές καρκίνου που εξετάστηκαν οφείλονται κυρίως σε τυχαίες μεταλλάξεις του DNA κατά την κυτταρική διαίρεση. Εδώ περιλαμβάνονται οι καρκίνοι των όρχεων, των ωοθηκών και του παγκρέατος.
Οι υπόλοιπες εννέα μορφές καρκίνου – συμπεριλαμβανομένου του δέρματος, του παχέος εντέρου και του πνεύμονα – επηρεάζονται κυρίως από ένα συνδυασμό κακής τύχης, κληρονομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Οι τυχαίες μεταλλάξεις μπορεί να ευθύνεται για το 65% της εμφάνισης καρκίνου, ενώ το υπόλοιπο 35% μπορεί να εξηγηθεί από κληρονομικούς ή περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Μάλιστα ο Τομασέτι ανέφερε ότι ο κύριος κύριος λόγος που ορισμένοι καπνιστές δεν εκδηλώνουν καρκίνο του πνεύμονα δεν είναι τα καλά τους γονίδια αλλά απλά η καλή τους τύχη.
Τύχη και μεταλλάξεις
«Όταν κάποιος παθαίνει καρκίνο, οι άνθρωποι ρωτούν το γιατί» λέει ο Βόγκελσταϊν. «Έχουν την τάση να πιστεύουν ότι υπήρχε κάποιος λόγος. Η πραγματική αιτία σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής ή οι κακές περιβαλλοντικές επιδράσεις. Είναι απλώς ότι ο ασθενής ήταν άτυχος».
Οι ερευνητές δεν περιέλαβαν στη μελέτη τους ορισμένους καρκίνους – του μαστού και καρκίνου του προστάτη – καθώς δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσουν αξιόπιστα τα ποσοστά της διαίρεσης των βλαστικών κυττάρων για αυτούς τους τύπους καρκίνων.
Η πιθανότητα του καρκίνου έχει να κάνει με τις κυτταρικές διαιρέσεις. Κατά τη διαδικασία αυτή γίνονται τυχαία λάθη που δεν επιδιορθώνονται και οδηγούν σε καρκινικά κύτταρα. Για παράδειγμα, στον άνθρωπο, οι κυτταρικές διαιρέσεις στο παχύ έντερο είναι τετραπλάσιες σε σχέση με το λεπτό έντερο, και επομένως ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι πολύ συχνότερος από αυτόν του λεπτού εντέρου. Αντίθετα, στα ποντίκια, το λεπτό έντερο ανανεώνεται πιο γρήγορα από το παχύ και ο κίνδυνος καρκίνου είναι μεγαλύτερος στο λεπτό έντερο.
Οι ερευνητές βασίστηκαν στα βλαστικά κύτταρα. Διευκρινίζουν ότι ο καρκίνος μπορεί να εμφανιστεί και εξαιτίας μεταλλάξεων που δεν αφορούν βλαστοκύτταρα αλλά ώριμα κύτταρα. Θεωρούν όμως ότι αυτό δεν επηρεάζει το στατιστικό τους μοντέλο, καθώς τα βλαστικά κύτταρα ζουν περισσότερο και παίζουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στον καρκίνο.