Το προσδόκιμο ζωής ίσως είναι γραμμένο στα άστρα, υποστηρίζει μια ασυνήθιστη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Proceedings of Royal Society B.
Νορβηγοί επιστήμονες ισχυρίζονται οι άνθρωποι που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια των περιόδων της “ηλιακής ηρεμίας” μπορεί να ζουν, κατά μέσο όρο, 5 χρόνια περισσότερο από εκείνους που γεννήθηκαν όταν ο ήλιος είναι “νευρικός”.
Η διαφορά αυτή στο προσδόκιμο ζωής υπάρχει διότι ο ήλιος επηρεάζει τη βρεφική θνησιμότητα, λένε οι επιστήμονες. Πάντως, η διαφορά καταγράφηκε από δημογραφικά δεδομένα που αφορούσαν παλιότερες εποχές και δεν είναι σίγουρο ότι ισχύει και στη σημερινή εποχή.
Ο ήλιος παράγει ένα ισχυρό μαγνητικό πεδίο, το οποίο έχει κύκλους ύφεσης και έξαρσης, διαρκώντας κατά μέσο όρο 11 χρόνια. Οι κύκλοι αυτοί καταγράφονται από το 1749, και σήμερα η Γη διατρέχει τον 24ο ηλιακό κύκλο. Στις περιόδους που κορυφώνεται η ηλιακή δραστηριότητα αυξάνονται οι ηλιακές κηλίδες στην επιφάνειά του. Τέτοιες κορυφώσεις υπήρξαν τον Μάρτιο του 2000, τον Ιούλιο του 1989, τον Δεκέμβριο του 1979, τον Νοέμβριο του 1968 και τον Μάρτιο του 1968.
Οι ηλιακές εκλάμψεις μπορούν να αναστατώσουν τις ραδιοεπικοινωνίες, να βλάψουν τους δορυφόρους και να διαταράξουν τον εξοπλισμό πλοήγησης, αλλά δεν κάνουν μόνο αυτά. Η ηλιακή δραστηριότητα συνδέεται με τα επίπεδα υπεριώδους ακτινοβολίας η οποία επηρεάζει την επιβίωση και την αναπαραγωγική ικανότητα, προκαλώντας βλάβες στο DNA.
«Αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που τονίζει τη σημασία της υπεριώδους ακτινοβολίας στην πρώιμη παιδική ηλικία», λένε οι συγγραφείς της μελέτης.
Ηλιακές βλάβες και διατροφή
Επιστημονική ομάδα του Νορβηγικού Πανεπιστημίου Επιστήμης και Τεχνολογίας, με επικεφαλής την δρ Τζίνε Σκέρβο, μελέτησε 8.600 γεννήσεις και θανάτους για μια περίοδο 200 ετών και διαπίστωσε ότι, υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο προσδόκιμο και στις φάσεις δραστηριότητας του Ήλιου.
Πιο συγκεκριμένα, η ερευνητική ομάδα εξέτασε δημογραφικά στοιχεία των Νορβηγών που γεννήθηκαν μεταξύ 1676 και 1878. Τα άτομα που γεννήθηκαν σε περιόδους έντονης ηλιακής δραστηριότητας, πέθαναν κατά μέσο όρο 5,2 χρόνια νωρίτερα από όσους γεννήθηκαν σε περιόδους ύφεσης της δραστηριότητας. Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι τις χρονιές που ο ήλιος βρίσκονταν στη μέγιστη δραστηριότητά του υπήρχε «σημαντική μείωση» της γονιμότητας για τις φτωχές γυναίκες.
«Δείξαμε για πρώτη φορά ότι όχι μόνο η επιβίωση των βρεφών, και κατά συνέπεια το προσδόκιμο ζωής, αλλά και η γονιμότητα σχετίζεται με την ηλιακή δραστηριότητα κατά τη γέννηση» γράφουν οι ερευνητές.
Μια εξήγηση για το συμπέρασμα αυτό θα μπορούσε να είναι ότι η υπεριώδης ακτινοβολία προκαλεί υποβάθμιση των βιταμινών Β και του φολικού οξέος, η έλλειψη των οποίων πριν από τη γέννηση έχει συνδεθεί με υψηλότερα ποσοστά της ασθένειας και του θανάτου.
Η Σκέρβο ανέφερε: «Οι άνθρωποι που γεννήθηκαν στα χρόνια της έντονης ηλιακής δραστηριότητας, είχαν μικρότερη πιθανότητα να ζήσουν πολλά χρόνια, σε σχέση με όσους γεννήθηκαν σε χρονιές με χαμηλή ηλιακή δραστηριότητα. Η υπεριώδης ακτινοβολία μπορεί να καταστείλει ζωτικούς μοριακούς και κυτταρικούς μηχανισμούς στη διάρκεια της πρώιμης ανάπτυξης των έμβιων οργανισμών και έτσι οι διακυμάνσεις της ηλιακής δραστηριότητας μπορεί να επηρεάσουν την υγεία και την αναπαραγωγή».
Δεν είναι σαφές όμως αν το συμπέρασμα αυτό ισχύει και στην σύγχρονη εποχή όπου υπάρχει καλύτερη διατροφή η οποία μπορεί να αντισταθμίζει τις βλάβες που προκαλεί ο ήλιος στη βρεφική ηλικία.
Μάλιστα οι ερευνητές βρήκαν στη μελέτη τους ότι η επίδραση της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης επηρέαζε σημαντικά τη σχέση μεταξύ της ηλιακής δραστηριότητας και της γονιμότητας. Οι εύπορες έγκυες γυναίκες ήταν σε καλύτερη θέση να αποφύγουν τις αρνητικές επιπτώσεις της υψηλής ηλιακής δραστηριότητας επειδή, ενδεχομένως, είχαν μια καλύτερη διατροφή που αναχαίτιζε τις βλάβες που προκαλούσε ο ήλιος.
Η ίδια έρευνα θα μπορούσε να γίνει για ανθρώπους που έζησαν σε διαφορετικά γεωγραφικά πλάτη, ώστε να ελεγχθεί το ενδιαφέρον αυτό συμπέρασμα.